Η Ιδέαση της στενής φιλίας.
Όπως γυρεύκουμεν πλοκάμια να μας κρατούν δέσμιους σε θεσμούς, δόγματα, κόμματα, ομάδες τζι άλλα ανθρώπινα κατασκευάσματα, έτσι γυρεύκουμεν να βυζακωθούμεν τζιαι πάς τους αθρώπους που κοντεύκουν της δικής μας σκέψης, που κάτι ιδιαίτερον βρίσκουμεν πάνω τους που δέ θέλουμεν ποττέ να το χάσουμεν. Τζιήνον το κλίκκ που νιώθουμεν άμα μιλούμεν με κάποιον στενόν μας γυρεύκουμεν το πολλά, έν έσιει καλλύττερον συναίσθημαν που τη ζεστασιάν της στενής φιλίας. Λαλούμεν. Μα εν αλήθκεια? Ποιά εν τούτη η ανάγκη που μας οδηγά να ρίξουμεν το πέπλον τζιαι να κοντέψουμεν πλασμάτου πέραν του φυσιολογικού? Να μοιραστούμεν μαζίν του τα μυστικά μας, να συμπαρασταθούμεν ο ένας του άλλου, να συζητήσουμεν δίχα μάσκες? Τί ανάγκην έχουμεν στο τέλος να ρίξουμεν τες μάσκες τζιαι να τσιβικώννουμεν πάς τα πλάσματα που μας γυαλλίζουν παραπάνω που άλλους? Μήπως εν λαθθασμένη τούτη η προσέγγιση? Φαίνεται οι μάσκες εν κουραστικές πολλά, τζιαι που μιτσιοί γυρεύκουμεν ευκαιρίαν να τες φκάλουμεν έστω τ...