Πέτρενος σουρρεαλισμός. Το Πάνθεον της συνεργασίας.
Ερώτησες με κάτι. Τζι απαντώ σου... (πρόλογος: Μές την παράξενη μεσοκαλοκαιρινή δυσφορία, την υπαρξιακή ανασφάλεια, μές τη μεταβατική πικρή μου αποξένωση, μακρυά που πόλη τζι αθρώπους που εθκιάλεξα να ζήσω για τρείς μήνες ακολουθώντας μόνο το ένστιχτο της επιβίωσης, ήβρα νέο μέσον έκφρασης. Τη σκλερή πέτρα. Σιέρουμαι πάρα πολλά. Ενόμιζα θα με επεριόριζε το μέσον της πέτρας, εν τόσο απόλυτο μέσο, τζι η δουλειά της βίαιη, δογματική. Εν ρίζες όμως, πραγματικές, οι μόνες ρίζες που άφηκα στην κύπρο να βλαστήσουν. Ποττέ έν έδωσα σε τζιείντη γή κάτι δικό μου να με θυμάται.) Το Πάνθεον μου, τα τρία είδωλα που στέκουνται στες πύλες της ψυσιής. Έναν του Αιθέρα, έναν της Γής, έναν με διπλό στοιχείο της Φωθκιάς τζιαι του Νερού. Ο Πέτοντας, μαρμάρενος - πέτρα μεταμορφωτική, επλάστηκεν που τη φωθκιάν τζιαι την κουφόβρασην του ηφαιστείου. Που το χρυσόν του το κλουβί πασκίζει ο Πέτοντας συνέχεια να φεύκει, μισός πουλλί, μισός άδρωπος. Πόθκια έν έσιει, να μέν πατά π