Εγρήγορση
Σύμβολο παλιό, στριφτό, της Κίνας.
Το κορμί του άπλωσε αινιγματικά στο τέλος της γής
και περιμένει.
Δεξιόστροφα, σωρός σκουπίδια ραίνουν το Πράσινο λειβάδι
στ' αριστερά πασκίζει το Μπλέ να σχηματίσει ορίζοντα
Τη λεπτή γραμμή νυχοκρατούν οι κουκουβάγιες της Φεγγαροθεάς.
Τρείς άντρες δόθηκαν στον Έρωτα.
Ακούς το βραχύαυλο, φιδίσια που τους κυκλώνει, Εαυτέ;
Ξάφνου
Μέγας αέρας.
μαυροπατούν τα μπράτσα σου, Άγριε Μου
σφιχτή γροθιά στο χώμα κι οπλές γυαλιστερές γεννηθήκαν
στην πλάτη ορθώνεται κυρτό το κύμα και χορεύει γυμνό
μές τα ρουθούνια πίδακες ανθίσανε θανατεροί βοϊδοκέφαλε μου
-μιά στιγμή κράτησε μονάχα η έκσταση-
Ταύρο Ιερό μανιασμένο εκατοίκησες και
όλα τρέχουν ανάποδα προς το μέρος σου
αφηνιασμένα έτσι χάνονται στον ίλιγγο του καλπασμού
κέρατα αγριεμένα τρύπησαν τα σωθικά της σκόνης.
Τον Μέγα Τοίχο χύμηξε η παλλίροια σου
ερωτικά τον δάγκωσαν τα δόντια του αφρού
στην τάφρο που Ανθρωπογεννήθηκες ανεμοστρόβιλε μου
το διάβα σου το ακράτητο
τρείς χιλιάδες πλιθάρια ξεδόντιασε
κι αυτά ουρανίζονται λαβωμένα
ένα ένα τα δέκα σου τα χέρια πετούν ψηλά τον άργιλο
-τρομάζει η ταχύτητα τους, αλήθεια-
ερήμωσες το άσπρο περιτοίχισμα
-καλά έκανες;
(Εφτά Κυκλώπεια είχε η Πόλη)
Μα πιό μέσα, βαθειά στου Κήπου μου την πράσινη κοιλάδα
ακούς που θέριεψε αρρενωπός της Λύρας ο αχός
και στην κορφή του Χέρσου Λόφου μπάλο χορεύουν την αυγή
μαυροντυμένοι άντρες με κεφαλομαντήλες
Ασκέρι χίλιοι εκατό οι Ακρίτες
δαμασκηνά εσφίξανε στη μέση τους μαχαίρια
Τοίχισμα ψηλόκορφο -ως τ' άστρα- φυλάνε μπρατσοχορευτά
Με χαιρετίζουν οι μουστακαλλήδες
"Χαίρε εφέντημ"
"Χαίρε γκιουλσαμπά"
Και κεί, μαζί τους εμείς θα χορέψουμε.
Σχόλια
τρείς Εαυτοί ίσοι εδοθήκαν (they "let go" ) στην έκστασην της αγάπης για τα Πάντα --τον Μέγα Έρωταν.