Danzas Argentinas
(Alberto Ginastera, Αργεντινέ συνθέτη των αισθήσεων
τo λυπημένα σου ταγκό πεθύμησα να χορέψω στο πιάνο
και ήρθες σήμερα στο νού)
φίλη παλιά της μουσικής
στον ατμό του καθρέφτη μου σε είδα αμυδρά απόψε
με τα μαλιά λυμένα
ανάμεσα σε κρίνα και φύλλα φοινικιάς χόρευες μου φάνηκε
με αινιγματικό χαμόγελο
φουστάνι μενεξί φορούσες με δράκους χρυσοκέντητους
στα στήθη
Κατέβα νεράϊδα τη γυάλινη τη σκάλα να σε δώ
κοίτα με πώς άλλαξα!
Οικεία χαμογέλασες στο είδωλο μου, με θυμάσαι νεράϊδα;
τα δάκρυα μου που κυλίσαν στο γυαλί
-ρυάκια της θύμησης-
τα στέγνωσες με κόκκινα φιλιά.
Συγχώρα με που σε καλώ
Την ομορφιά σου θέλησα να δώ απόψε
(δεκατέσσερα χρονια μετά)
Πές μου πονεμένη μου,
πικρόγλυκο είναι ακόμα το χαμόγελο σου;
τα μάτια ακόμα μισοκλείνεις όταν σε συνεπαίρνει ο ήχος;
θυμάσαι πόση αγάπη φανέρωσες
στα μάτια τ' αμυγδαλωτά
τότε που έπαιξες το πρώτο μου κομμάτι;
Το "Σιντάρτα" μου
που τόσο ευλαβικά έμαθες για να μ' ευχαριστήσεις
Θυμάσαι;
Έδεσες τα μαλλιά σφιχτά ντυμένη στ' άσπρα
κι έβαλες τα δαχτυλίδια σου στη χούφτα μου
Απαλά πώς άγγιξαν τα δάχτυλα τα πλήκτρα!
Με κοίταξες κρυφά, την άκρη του ματιού σου τέντωσε ο πόθος
την ώρα που νόμισες ότι χάθηκα στη μουσική μου ολόκληρος
μα εγώ είδα αυτή την ομορφιά σου μέσα μου
και την κράτησα να θυμηθώ απόψε
τότε που σκόρπισες
-αφηνιασμένους πίδακες-
τον ήχο μου στο μικρό δωμάτιο
Θυμάσαι εκείνο το βράδυ;
μου είπες νοητά μετά οτι
το ήθελες να σμίξουμε
τα δάχτυλα σου μου το είπαν
και τα μπράτσα σου
το πρόσωπο σου μου το είπε
και τα χέρια
που αργά στο πιάνο σκίαζαν τα μονοπάτια του ήχου μου
στον άνεμο πώς πέταξες!
να δείχνεις τις μακρυές σκιές που έχουν οι νότες μεταξύ τους ήξερες
-πεταλούδες τα χέρια σου αλήθεια -
αχ γιατί έπαιζες τόσο πένθιμα τη μουσική μου;
Καλούσε ο πόνος σου τη μοναξιά μου
Δέν το άντεξα και έκλαψα μέσα μου
Όλη σου με καλούσες
Μύριζες γιασεμιά και πόθο
Όλη σου με καλούσες νοητά, μα η καρδιά σου αμέτοχη.
Μείναμε λίγο στη σιωπή
αυτή που έρχεται όταν η μουσική τελειώνει
εσύ στο πιάνο και γώ δίπλα σε σκαμνί
με κοίταξες σαν κάτι ήθελες να σου πώ
Σχεδόν το μπόρεσα
Την τελευταία στιγμή δέν τόλμησα να σου κρατήσω το χέρι
Την ομορφιά σου δέν γνώρισα ποτέ μου
αγαπημένη
"Ευχαριστώ" σου είπα "Πόσο όμορφα παίζεις"
"Θα σε δώ στη συναυλία, να σαι καλά, καληνυχτα"
Δειλός σηκώθηκα και μουδιασμένος
και έφυγα χωρίς να εξηγηθώ
Στη συναυλία, πάθος ακράτητο ιδρωμένο
Άρχισε έτσι το ταξίδι μου στη μουσική
με πόθο ανεκπλήρωτο βαφτισμένο το καράβι
Βροχή το χειροκρότημα!
Σε φίλησα κλεφτά στην άκρη των χειλιών
και μου χαμογέλασες.
Τη μυρωδιά σου κράτησα να σε θυμάμαι.
Σχόλια
Όλα τα κουβαλούμε, πάντα τελικά.
Ο Σιντάρτα, απο τα αγαπημένα μου βιβλία. Με τον Έσσε είχα πάθει εμμονή κάποτε. Προσπαθώ να φανταστώ την μουσική σου στο Σιντάρτα Διάσπορε... παραμυθένια και μυστήρια, να ανεβοκαταβαίνει στα βουνά της κλίμακας...
Ελπίζω να είσαι καλύτερα.
:)
:)))
άρεσεν σου;
εννα μνημονεύσω αγάπες πολλές ατόμων αντικειμένων, φύσης, μουσικής, αποφάσισα πόψε, για να ξαναζήσουν μέσα μου. Εν μές τον Κήπον ούτως ή άλλως.
(προσεκτικά όμως διάσπορε, όι ξημαρόλογια στο μπλόγκ)
ruth καλησπερα σου, έξερα το οτι αρεσκει σου ο Hesse -εμενα το αγαπημενο μου εν ο narcissus und goldmund:))))
ήταν μυστήριον το πρώτο μου κομματι, έγραψα μιαν κίνησην για κάθε στάδιο μεταμόρφωσης του σιντάρτα τζιαι ερωτικόν για την καμάλα την αγάπην του γιατί ενόμισα ήβρα την τότε (λάθος μεγάλον είχα, αλλά ήμουν ρομαντικός πολλά, λαμπρόν να με κάψει -γι αυτόν άφησα την καημένην τη Λίλα να με θέλει ο γάρος, χωρίς να της πω λέξην, πτού μου του βλάκα) έχω το κάπου σε κασέτταν νομίζω -έχω τη κακή συνήθεια να μεν σεβουμαι τα παλιά μου κομμάτια όπως πρέπει. (αν εν πάνω που ενός χρονού, πετάσσω το σχεδόν) Κάπου έναι.
Νιώθω καλλύττερα τωρά.
Τούτον που έμαθα γράφοντας είναι οτι
χωρίς την ανάμνησην του έρωτα, ή την εμπειρίαν του έρωτα αυτήν τη στιγμή, δέ μπρορώ να ζήσω, μαυρίζω ολόκληρος. Τζιαι εννοώ ούλλου του έρωτα, της ζωής, όι μόνον του κορμιού. Νιώθω Άρα Είμαι. Γράφω άρα Διαιωνίζω. Σωστά ρούθ καλή μου; (Θέλει εκπαίδευσην το θέμαν)
Τζιαι εκπαίδευση θέλει, τζιαι παίδεμα κάμνει μας.
:)