Ο Γέρος και η θάλασσα

Ακκάννω το κουβανέζικο σάντουϊτς με το χάμ, το καπνιστό χοιρινό, το τηγανιτό αβγό και τη μουστάρδα μές τη φραντζόλα την μυρωδάτη. Πίννω γουλιά καφέ δυνατό με γάλα ζαχαρούχο.
"Θέλεις ακόμα ένα φλυντζάνι?" λέει η χαρωπή ευτραφής μιγάς σερβιτόρα με πλατύ χαμόγελο που θυμίζει χωράφια δίπλα σε θάλασσα με τομπάκκο και μπανανιές.
"Nαί. Παρακαλώ". Εν μικρό το μαχαζί. Λίγο ξημαρισμένο, έτσι οπως πρέπει σε αυθεντικό μαγειριό. Είναι μακρόστενο το εστιατόριο, με τοίχους πράσινους στους οποίους κρέμμουνται γελαστοί πελάτες άλλων εποχών, μές σε φωτογραφίες καδρωμένες πρόχειρα. Μυρίζει τηγανίλα, κύμινο, ρούμι. Στη γωνιά, ο ιδιοχτήτης παίζει ντόμινο με κάτι μουστακαλλήδες πλατυπρόσωπους σκεμπετζιήδες τύπους που κάθε λλίο πειράζουν ο ένας τον άλλο στα ισπανικά με τζιήντη γλυτζιά γλυστερή προφορά της Κούβας. Τα οπίσθια της καλλονής σερβιτόρας που περνά απο δίπλα μας χορεύουν με το ρυθμό της μουσικής του ραδίου.

Κάθεται ο γέρο-Μόργκαν απέναντι μου και τα μάτια του με κοιτάζουν με αγάπη, μπλέ, ατλαντικός σε μικρογραφία. Κρατά στο πηρούνι του μπουκιά κοτόπουλλο φρικασέ, κουνά το με σημασία μπροστά του, μπροστά στα γυαλάκια του τα στρογγυλά. Έχει σοφία το πρόσωπο του, ρωγμές, κοιλάδες σοφίας που μόνο κάποιος που έφτασε τα 82 χρόνια κερδίζει. Πόσες ζωές έχει ζήσει ο Μόργκαν. Τις βλέπω όλες στο πρόσωπο. Πουλούσε σκανδιναβικά έπιπλα το '55. Ντέκορεητορ. Αντικέρης. Μαγαζάτορας. Έζησε σε νησί έξω στη θάλασσα, 5 μίλλα μέσα, το ηλεκτροδότησε απο δική του πρωτοβουλία. Συλλέκτης τέχνης. Ντράμερ. Φοιτητής τέχνης στην Οξφόρδη και στο Ρόγιαλ Κόλλετζ στα σαράντα του. Συλλέκτης τέχνης. Αγαπά τους νέους ανθρώπους, μισά την προσποίηση του κύκλου του. Μόλις ήρτεν πίσω που ταξίδι σε καράβι ιστιοφόρο.

"Ετράβουν τα σχοινιά με δέκα άλλους, τζιαι τα πανιά της σκούνας ανοίξαν σάν τα φορέματα.."

Δείχνει μου την κίνηση.

"Χέηηηηηη, Χόοοπππ. Χέηηηη. Χόοοππ."

"Μα καλά, έν εφοήθηκες να πάεις που κανένα εγκεφαλικό, χαχαχα"

"Χε, μακάρι να πεθάνω έτσι Διάσπορε. Επαρακάλουν μάλιστα να με βρει ο θάνατος πάς το τιμόνι, μές τ' αλμυρό του ωκεανού"

"Πόσες μέρες έκαμες στο ιστιοφόρο!? Πόσο μεγάλο ήταν?"

"Ππέε, εκατόν είκοσι πόθκια. Αναστηλώσαν το τέλλεια. Εν ούλλα αυθεντικά, ούτε μηχανήν έν είσιεν. Ούλλο ξύλενο! Έκαμα δύο βδομάδες. Ξέρεις πόσα χρόνια μου επρόσθεσεν η κουβέντα? Δέκα." Δείχνει μου τους μύς του. "Έσφιξα!!!" Αναπνέει. "Είσιεν ακόμα καμιά τριανταριά άτομα που επεράσαν τη 'δοκιμασία' μαζί μου, αλλά ήταν ούλλοι μιτσιοί χαχαχα."

"Μα καλά Μόργκαν, πώς εκατάφερες να ανταπεξέλθεις στες σκοπιές, τες αγγαρείες, γέρος άθρωπος μα επέλλανες τέλλεια? Έσιεις τζιαι κατα πλάκας σκλήρυνση που πάνω"

Υψώννει το μικρόν εύθραυστο του ανάστημα. Τα μάτια σπινθηρίζουν πονηρά. Σπρώχνει τα γυαλλάκια με το δάκτυλο.

"Έν εφοούμουν τίποτε!. Ο πάππος μου ξέρεις το ήταν καπετάνιος σε φαλαινοθηρικό, το 1880. Ερούφησεν τους ωκεανούς του κόσμου ούλλους. Έφκαλλεν λάδι ποιότητας καλής τζι επούλαν το στα λιμάνια. Τριάντα χρόνια ήρτεν στη στεριά μόνο για λίγους μήνες. Ήταν θρύλος στην οικογένεια ο πάππος, τον τζιαιρόν που ήμουν μιτσής ελαλούσαν μας ιστορίες πολλές της θάλασσας οι δικοί μου. Έθελα πάντα να ταξιδέψω με ιστιοφόρο. Τωρά εκατάφερα τα. Εννα φοηθώ τες αρρώστειες. Έφτασα ώς δαμέ, καλά. Τί να πάθω που δαμέ τζιαι να πάει??! Το θάτατον έχω τον ξεπερασμένον. Χρόνια. "

Ρουφά με λεπτό τρόπο ευγενή τον καφέ. Ο ιδιοχτήτης έχασεν στο ντόμινο τζι έβαλεν παουρκάν μεσογειακού στύλ. Η σερβιτόρα επηγαινοέρχετουν τσαχπίνικα. Έριξεν της βλέμματα. Εγέλασεν. Λαλεί μου,

"Έχω συλλογή με τέχνη που εκάμναν οι ναύτες, είδες την στο σπίτι μου έννε?"

"Κάθε νύχτα που ήμουν μιτσής εκράτουν τα δόντια της φάλαινας που τα εσκαλίζαν οι θαλασσόλυκοι του πάππου τζι εζήλευκα τους που είχαν τόσην ελευθερία. Εσημάδεψεν τη ζωή μου Διάσπορε. Πάντα έκαμνα τζιήνον που έβαλλα στο νούν μου, έν εθώρουν την ευκολίαν. Ούτε τη δυσκολίαν. Άμα μου έρκετουν να πάω να μείνω αγγλίαν, έκαμνα το. Άμα μου έρκετουν να γοράσω καλύβα στο νησίν έκαμα το. Εφκάλλαν με πελλόν. Ποιός εν ο πελλός? Τζιήνους έφαν τους η πολυθρόνα τζιαι το αλίμονο για τα πράματα που έν εκάμαν επειδή ήταν προσεκτικοί τζι ακολουθούσαν τους 'νόμους' της ζωής."

Καρφώνει το βλέμμα του με σημασίαν. Μιτσοκαμμά.

" Θωρώ κάτι πράματα μέσα σου. Έσιεις το ρε. Αλλά έν σιουρκάζεσαι. Ήνταμπου φοάσε ολά?"

"Έεεε, εγώ.. μα έν τζιαι.."

"Ήνταμπου κάμνεις δαμέ τζιαι κάθεσαι να ακούεις τες μαλακίες ενός γέρου στα τελευταία του αντί να βουράς τη ζωή σου να την φτάσεις που φεύκει ρε? Παρακολουθώ σε, έσιει 9 χρόνια που σε ξέρω ά? Παρέτα να κοκκαλλιάς τζιαι να ξανακοκκαλλιάς τες επιθυμίες σου. Ξέρει ο εαυτός να ζιεί. Εν εσύ που τον εμποδίζεις με τούτα που φοάσαι ούλλα. Φτύστα. Εφυτέψα σσου τα άλλοι. Εμέναν οι γονιοί μου εθέλαν να με κάμουν επιστήμοναν, να παντρευτώ μιάν καλήν κορούαν, αυτοκίνητο, δουλειά, τα συνηθισμένα. Αποκληρώσαν με στα 20 μου. Ελείψαν μου τα ριάλλια τους, είχαν πολλά, είχαν μύλους του παμπατζιού, μα εγώ έθελα το δικό μμου. Έ, έκαμα τζιαι γώ ριάλλια στο τέλος, τζι επέρασα καλά, πολλά καλά. Κάθε μέρα που ξυπνώ λαλώ του εαυτού μου 'τί να σου φέρω να μάθεις σήμερα?' Τζιαι τούτη η ερώτηση έφερεν μου τα ούλλα τα καλά. Χαχαχα, ποιός γελά τωρά ρε ππουστόγερε? (καβλιάζει τον πατέραν του στα ουράνια)." "Έν τζιαι λαλώ σου να τα σπάσεις ούλλα ρε. Τον εαυτό σσου που σ' εμποδίζει, τζιήνον να αφήκεις, ακούεις??"


Μασώ το σάντουιτς. Έν πάει κάτω. Ίνταλος το κάμνεις τούτον μάστρε. Έν το ρωτώ. Εν αυτονόητο για τζιήνον. Εν λλία τα παραδείγματα, έν έσιει χάρτες το ταξίδιν τούτο. Να κάμω τους δικούς μου, εννοεί. Ίνταλος κάμνεις τους δικούς σου, αφού τραβάς τζι άλλους μαζί σου?
Πάλε αδιέξοδο. Πάλε. Ήβρεν με τζιαι σε μέρα να μέν είμαι καλά, ξαγρυπνισμένος πολλά, τζι έπιαν με ο λόος του. Μιλά για το βουνόν που είδα ο Μόργκαν, τζι ας μέν το ξέρει. Φύε γαμημένο βουνό, άφης με να ζήσω, το τζιέρρρατο σου μέσα.


"Άτε, να πάμεν? Σκέφτου καλά."

Ξαναμιτσοκαμμά, πιάννει μου το σιέρι στο δικό του το κρυό σιόνι.

"Στο επανιδείν Διάσπορε." "Μα αν μέν σε ξαναδώ, καλήν ιστιοπλοοίαν.




Σχόλια

Ο χρήστης drSpock είπε…
Μερικές φορές κι εγώ σκέφτομαι τι κάμνω με τη ζωή μου. Αν τη ζω για μένα τελικά ή για τους άλλους. Ευτυχώς ή δυστυχώς εν εν πολλοί που μπορούν να ζήσουν όπως έζησεν ο φίλος σου. Το δικό του ρίσκο επέτυχε στο τέλος. Εν πετυχαίνει όλων όμως.

(Γμτ, τελικά είμαι πολλά απαισιόδοξη τζαι κυνική εν εν?!)
Ο χρήστης Diasporos είπε…
Έννεν το ρίσκο το θέμα αγαπητή μου Δρ. Εν η Απόφαση. άμαν την πάρεις τζι ύστερα έν θα σου φαίνεται 'ρίσκο' πλέον, θα σου φαίνεται 'περιπέτεια'. Τωρά ονομάζεις το 'ρίσκο' επειδή στέκεσαι στην οχθη την άλλη. Πέρνα τον ποταμό τζι εννα αλλάξει το perspective σου. Πιάννεις με? :)
Ο χρήστης drSpock είπε…
Πιάνω σε αλλά οι αποφάσεις εν το αδύνατο μου σημείο :)
Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
Εγίνηκες τέλεια απαισιόδοξος...
Αν είχα τούντον γέρο εγώ απέναντι μου θα τον έφκαλα μιαν φωτογραφία τζιαι θα την εκουβαλούσα πάντα μαζί μου να μεν ξεχάσω ποττέ να ζω...

Ζηλεύκω σε πάρα πολλά που έshεις έτσι γόνιμους ανθρώπους στην ζωή σου!
Το βουνό που είδες ομπρός σου εν θα φίει. Πρέπει να το φκεις. Τζιαι μεν ξηάννεις πως όσον πιο ψηλά φκαίνεις τόσον ομορφινήσκει τζιαι πλαθκιάζει η θέα!
Ο χρήστης ΔemΩΝ είπε…
Ο καθένας επιλέγει τη ζωή που θα ζήσει Διάσπορε. Όποια κι αν είναι η επιλογή του το θέμα είναι να την αγαπήσει και να της δοθεί. Αυτό είναι και το πιο δύσκολο άλλωστε. Γιατί όπως έγραφα πριν λίγο καιρο:

"Όμως κι εμείς, οι ασήμαντοι εμείς καλλιτέχνες και δημιουργοί της μικρής - μεγάλης ζωής μας, είμαστε καταδικασμένοι να ζούμε το δράμα όλων των δημιουργών: ποτέ δεν θα είμαστε απόλυτα βέβαιοι για την αξία του έργου μας (της ζωή μας). Πάντα θα κάνουμε αυτή τη σκέψη· πάντα θα έχουμε αυτή την αμφιβολία, πως αν προσπαθούσαμε λίγο περισσότερο, αν του αφιερώναμε λίγο περισσότερο χρόνο, αν είχαμε λίγο περισσότερο ταλέντο, αν δεν ήμασταν τόσο βιαστικοί, αν το σεβόμασταν λιγάκι περισσότερο, αν δίναμε λίγη περισσότερη σημασία στην λεπτομέρεια, αν, αν, αν - το έργο μας, η ζωή μας, θα μπορούσε να ήταν ένα αριστούργημα!

Θα μπορούσε... Πάντα μια πιθανότητα, πάντα μια αμφιβολία - πάντα μια ματαιοδοξία. Ας λένε όλοι ότι θέλουν. Η ιστορία του ανθρώπου θα έχει πάντα την πικρή γεύση της αμφιβολίας, ακόμα κι αν, με όλα τα κριτήρια των ανθρώπων, δημιουργία του - το αποτύπωμά του στον κόσμο - έχει στεφθεί με απόλυτη επιτυχία."
Ο χρήστης Neraida είπε…
Άνθρωποι όπως τούτον τον γέρον, μαγεύκουν με!
Ειδικά όσοι παλεύκουν με τα κύματα.

Έν έσιει κανέναν που εννα μας πει ποιος εν ο δρόμος. Εμαράζωνα πριν. Ύστερα εκατάλαβα ότι εν τούτη η ομορφιά της ζωής.

Η ανακάλυψη.
Ο χρήστης ΚΥΠΡΟΛΕΩΝ είπε…
Επειδη εννε του χαρακτηαρα μου να ειμαι σαν το γερο αρεσκει μου να παρακολουθω αλλους που ενει...εννα ηταν ωραια να μεν ημουν ετσι αλλα εν τα ριαλια, η ασφαλεια... τζιαι ουλλες οι αλλες φοβιες που εχω. Ηντα ωραια να ειχα ενα κουβανεζικο σαντουιτς...αρεσκουμου πολλα.... νουρο του βου με τηανητους πλατανους εφφαες διαπορε τζιαμε?
Ο χρήστης ιων είπε…
Διάσπορε, η ζωή είναι σαν ένα ποτάμι που περνά από δίπλα μου και γώ κάθομαι την ασφάλεια της όχθης και μόνο βλέπω, βλέπω και ονειρεύομαι... άτε τζια καμιάν φοράν ντζίζω λλίον το σιέριν μου μέσα στο νερόν...
Ο χρήστης Diasporos είπε…
drSpock

Οι αποφάσεις εν δύσκολες όσο θωρείς τα 'μετά' τζιαι ζυγίζεις τα. Εν ευκολότερες αν αφαιρέσεις τες πιθανότητες που μέσα. Καμιά φορά εν πιό καλά να αποφασίζεις ακολουθώντας το gut σου, τζιαι μετά να δουλεύκεις το μονοπάτι που έχτισες, εκ των υστέρων..



becklash

Εν κάπως απαισιοδοξο το mood επειδή έχω δύο φύσεις τζιαι παλεύκουν μεταξύ τους. Η μιά βουρά να φάει τη ζωή τζιαι δέν την κόφτει. Η άλλη εν μετρημένη, κουμπωμένη. Τζιαι πάντα κάμνω τούτα που μου λαλεί η πρώτη, αλλά με αγώναν κουραστικό. Εν τούντον αγώνα που φοούμαι.

Τους αθρώπους τους γόνιμους γυρεύκω τους. Λάμπουν στο σκοτάδι, θέλω τους γυρό μου για να έχω ψηλά τα στάνταρτ, να μέν τεμπελιάζω.



φίλε ΔemΩΝ

Σοφά τα λόγια σου. Προσθέτω το εξής, επειδή εν τζι η δουλειά μου να δημιουργώ τζιαι σκέφτουμαι τη ζωή μου με τον ίδιο τρόπο: Εν τζι η αμφιβολία μέρος της φόρμας. Τζιήνη μας κάμνει να θέλουμε να καλυτερέψουμε, να προχωρήσουμε. Εν άμα την αγαπήσουμε που μας αφήννει ήσυχους. Όσο της αντιστεκούμαστε, ξινίζει/



Νεράϊδα

Λεβέντης ο γέρος. Ναί έν έσιει κανένα να μας έβρει την εξίσωση του σωστού δρόμου, αλλά ξέρω σίουρα οτι οι 'γόνιμοι' αθρώποι που είπεν πρίν ο becklash διούν μας την ελπίδα πως Γίνεται, τζι επίσης μαθαίννουν μας πώς να βρούμε εμείς τη μέθοδο μας. Όι να τους ακολουθήσουμε, μόνο να μάθουμε Πώς φτιάχνεις τη ψυχολογία σου με τρόπο που γυρεύκει το ελεύθερο.



Κυπρολέων

Καταλάβω σε. Εγώ έχω conflicting στοιχεία, όπως του γέρου, τζι αντίθετα. Εν λλίο βάσανο γιατί έν σιουρκάζουμαι ποττέ μου να ικανοποιηθώ.

Μα αρέσκουν σου τα κουβανέζικα?? Το oxtail τους εν άπαιχτον. Έσιει το μαγειρίο συχνά ποτούτο. Τζιαι σάν τα fried plantains έν έσιει. Μούζι να χουν οι πατάτες. Το yucca τρώεις το?


ιων

Ντζιήσε ντζιήσε μές το ποτάμι. Μιάν μέραν έν θα αντέξεις τζι εννα δώσεις μέσα. Δέ εντα νερό καθαρό! Δέ την αντανάκλαση! Δέ τη δροσιά. Εννα ζηλέψεις, πού θα πάει? Εννα βουττήσεις..!

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ελάτε στες μουσικές

Κυπραίοι. Δειλοί.

Τρώγοντας το Ντούριαν