Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Νοέμβριος, 2010
Εικόνα
Κάθεται ο Διάσπορος στο τραπέζιν με τους αγκώνες κουμπημένους, μανιχός του μές την παράγκαν του.  Εκάλεσεν πολλούς να φάν να πιούν, μα σάν εφκήκαν το βουνόν τζιαι ήρταν ώς την πόρταν του ήβραν την κλειωμένην τζι απορήσαν εποσσιεπάσαν μέσα του φεντζίτη για να δούν αν έσιει πλούτη, αν έσιει φαγιά αχνιστά, ποτά, φωνές τζιαι τραουθκιές (όσα τους υποσχέθηκεν)   μα πίσω που τα χνώτα τους που εζοφφώνναν  το γυαλλίν της πόρτας εφαίνετουν μόνο μαυροκάπνιστος πολλά στενός διάδρομος, μιά σόπα παχουλλή των ξύλων, τζιερκά, θκυό-τρείς καρέκλες, τζιαι μιά νοσσιά κλαμένη, σκοτεινή, στα βάθη του διαδρόμου κουμπημένη. "Διάσπορε είσαι μέσα"?

Ανησυχώ.

Παρ' όλο που είμαι καλά τζιαι φκάλλω παραγωγή μουσικής τζιαι πέτρας κάμποση δίχα να υποφέρει πολλά η οικογένεια μου ή η δουλειά μου (την οποία έκοψα κάμποσο φέτος -μα τί ωραία να δουλεύκει το πλάσμαν 4 μέρες αντί 6, έγινα άλλος άθρωπος), αχχώννει με ιδιαίτερα το γεγονός ότι απομονώθηκα εντελώς που τα άλλα πλάσματα.  Κάν να γράψω έν μου έρκεται. Χτίζω μέσα μου, χτίζω μόνο με υλικά δικά μου, τζι ο έξω κόσμος   -ακόμα τζι οι κολλητόττεροι τους κολλητούς μου, φαίνουνται μου ξένοι.  Τζι ανησυχώ.  Έν επικοινωνώ, ούτε Υπάρχω.

Αρχή

Εικόνα
10/11/10 Μέρα τελευταία. Τελειώνει το Μεγάλο Μάζεμα. Τζι η Μεγάλη Σιωπή. Τζιαι το Πρώτο Ταξίδι -τζιείνο που έκαμε ο Οδυσσέας το συμβολικό,  τόσα τζιαι τόσα εγραφτήκαν. Πάμε στο Δεύτερο Ταξίδι  -τζιείνο που έκαμνεν κρυφά, για τούτο έν εγραφτήκαν λόγια, μόνο κενά μεταξύ των λέξεων εγραφτήκαν. Η  Έρευνα τελειώνει, τζιαι πάμε στην Πράξη. Ήρταν ούλλα. Τα εργαλεία. Τα μάρμαρα, ο χαλαζίας, τα άγρια σμαράγδια που επαράγγειλα που το μεταλλείο στη βραζιλία, ο Λάπις Λαζούλι, ο Αχάτης.   Όσα αγαπώ τζι όσα φοούμαι θα τα πελετζήσω τωρά. Τζι έτσι, ενώνουνται ούλλα τα στοιχεία.  Ο  Αιθέρας με τη μουσική, το Χώμα με τα σκαλίσματα, το Νερό με την αγάπη για τον άθρωπο, τζι η φωθκιά -ο μέγας καταλύτης της έμπνευσης. Πάμεν, πάμεν να πλάσουμεν.

Ο Τεμπέλης του Χωρκού 1

Εικόνα
Κάθεται ο γενάς ταξιδευτής θαλασσοφίλητος αμίλητος  τζιαι  σκέφτεται,  σκέφτεται ρυθμικά, σκέφτεται που τα βάθη τζι έξω που τα βάθη, τζι η ποίηση του νού του η καθαρή  τζυλά αμόλυντη τζιαι ππέφτει  σμαραγδοπράσινη στα σιέρκα του πρίν την αφήσει να πετήσει πάλε. Μήνες κάθεται, ζαβόκορμος πάς την καρέκλαν,  ακίνητος, κρατεί στες φούχτες του τα σωθικά του νού του παρέα  με τους τρείς του δράκους, τζιήνον Πεθυμιάς, τον άλλον της Έμπνευσης, τζιαι τον μιτσήν αμμα ροτσήν, τζιείνον της Ελευθερίας.