Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Νοέμβριος, 2008

Η αλλη πλευρά

Σήμερα θα έγραφα για το ταξίδι στην πεθεράν. Αλλά κάτι έγινε στη γειτονιά λυπηρό. Στην πεζίνα, πέντε βήματα που δαμέ επαίξαν τον ταμείαν, ενα λιβανεζούδιν, νάκκον παρέαν, 30 χρονών με μωρον, μετανάστην που ήρτεν για να ξεφύγει τη χεσσπολλαν που τους τα έπρισεν στο χωρκόν του.  Ήρτεν δαμέ πρί δκυό χρόνια.  Σιγά σιγά εφύλαξεν λλία ριάλλια τζιαι έφερεν τη γεναίκαν του, ενοικιασαν σπίτι, δουλευταράς ο τύπος 12 ωρες επομπάρισκεν πεζίναν κάθε μέρα, επερνούσαν καλά.  Πάντα εμύριζεν κολώνιαν μπλου γουόττερ, με τα γυαλλούθκια του τα ξιμαρισμένα, ήταν τζιαι λλίον πασιής ο φτωχός, αρέσκαν του οι σιοκολατούδες τζιαι τσίπς ελάλεν.  Πάντα ντυμένος με το λαδκιασμένον το πανταλόνιν της φορεσιάς (ραμμένον που τον ράφτη του χωρκού του σίουρα)  τζιαι τες μουττερές τις γόβες, είπεν μου οτι αρνιέται να γοράσει ρούχα ανετα αμερικάνικα.  Κλασσικός τύπος, με την αττικούδαν του τη χρυσή, το μουστακούδι, βουκκούδες ολοκόκκινες δασύτριχες, πουκαμισουδι όπως τζιήνα του Τζέτ που γοράζεις με πέντε λίρες.  Όσα λεφτά

On Being There

Διψάς να ανακαλύψεις?  Θέλεις να βρείς απαντήσεις στα ερωτήματα του Εαυτού? Τότε....   Σταμάτα να δημιουργάς αδιέξοδα.  Η σκέψη και η λογική οδηγούν στα αδιέξοδα.  Ζούν στην επιφάνεια του μυαλού, χωρίς πρόσβαση στα Μέσα.   Μήν τους έχεις εμπιστοσύνη.  Τη λογική την χτίσαν εκεί για εμπόδιο.  Από κάτω της ζεί η πραγματική ομορφιά της συνειδητότητας.  Εκεί ζεί ο πραγματικός εαυτός, στη γαλήνη του βυθού.  Στη σιωπή τον βρίσκεις.  Όταν το παρελθόν παγώσει, και το μέλλον σιγήσει, και η στιγμή μεγαλώσει απέραντη, τότε ξυπνά ο Εαυτός και μιλά. Πήγαινε στη φύση.  Άνοιξε τα μάτια.  Μείνε στη σιωπή.  Πρόσεξε.  Ζήσε Τώρα.  Το πρίν, ανύπαρκτο, το μετά, ανύπαρκτο.  Ρώτα με ταπεινωσύνη.  Αν τα μάτια ανοίξουν αρκετά, θα αρχίσεις ξαφνικά να νιώθεις την ουσία της απάντησης στο ερώτημα σου να σχηματίζεται στο Έξω σου.  Θα γεννηθεί στα δέντρα τις πέτρες το νερό, στα σύννεφα, στα μονοπάτια.   Άσε τις εικόνες  που θα προσέξεις,  να σε διαπεράσουν. Να Είσαι Εκεί, όχι αλλού! Αγάπα!! Το μυαλο  ξαφνικά θα σου δ

Πόλη στο λόφο

(Νεκρός δέν είμαι Σταμάτησα να κρύβομαι  στις σιδερόφραχτες μου φυλακές  και την ξανάδα στο μυαλό, ολοζώντανη, στο λόφο  την πετρόχτιστη) Έρημη πόλη δακρυπότιστη κρυφή Κυρά μου αμπελιώνα  ατρύγητη, γύρισα! Μαζί μου γύρισαν τα Δέντρα Μαζί κι ο άνεμος που φύσηξε  θαλασσοφίλητος και σε χαϊδεύει ξανά με τ' ακροδάχτυλα στο μπράτσο νιώθεις τ' απαλό του άγγιγμα; Σε ξύπνησε. Άνοιξε τις καστρόπορτες! Καντάδες τραγουδάει ο κιθαρωδός το σούρουπο. άναψε τα κεριά στα δώματα ! Στα πέτρινα μπαλκόνια που κόρες γλυκοφίλητες  προσμένουν με λυμένα τα σγουρά μαλλιά μύρισε μόσχος κι έρωτας ασπρα μικρά λουλούδια ανθίσανε στ' αυλάκια σου  Έρχομαι Όμορφη. Με είδες στους δρόμους δαφνοφορεμένο; έρχομαι φτερωτός κι ηλιοκαμένος άναψε τα φανάρια να φέξει η νύχτα σ' όλα τα σπίτια σου να κοιμηθώ περαστικός στην αγκάλη σου όλη θα ταξιδέψω απόψε στην πλατεία στ' αρχοντικά στη φτωχογειτονιά Όλη θα σε τρυγήσω, πόλη Με ποθεί το κορμί σου ακόμα;  Πικράθηκες, το βλέπω. Συγχωρα με τον ξενιτεμένο. Εσείς έ

Έχτη και η καλή, στο βάλτο

Εικόνα
Βράχος πολύτιμος,  χαλκόλιθος, πετράδι της αυγής Δέν Κρατώ, σε κρατώ, ακόμα κρατώ, κι ότι απόμεινε προϊστορικό θέλω δικό μου άχ τα θρύψαλα του αρχαίου κορμιού πασκίζουν να κρατήσουν εσένα την αρχαία αγαπημένη και το αργό το θάνατο σου που μέλλεται (μου τον είπες), τον οδυνηρό κι άδικο. Σ' αφήνω να πάς εκεί που πρέπει, αγαπημένη πρώτη. Εκεί που θέλησες. Θα σου τα πώ όλα όπως σε είδα τώρα που στάθηκα σε βράχο  Αγαπημένη λατρευτή  το κορμί σου,  σάρκινο ήταν, τρωτό, ξεχύλιζε αγάπη, (και στη στοργή την κόκκινη αφέθηκα άφραχτος) Μα τ'  Άλλο σου, το Μέσα που γνώρισα όταν ο Νούς μου ξεδιπλώθηκε  εκείνο το μουγγό μικρούλι Ζώο Κρυφό, Κακό,   στη σπηλιά το έκρυψες -άρρωστο άοστο θηρίο το έβλεπα καθαρά και όσο το έκρυβες προσεχτικά εγώ το έβλεπα Τώρα που όλα ήρθαν στο Τέλος Σ' αφήνω, δέ σ' αφήνω. Καθρέφτης ήμουνα μονάχα, και το ξέρεις. -θυμάμαι κυλούσε τότε ο κόσμος στο σκοτάδι  κλεισμένος στη σπηλιά  αισθήσεις χωρίς εξήγηση κι  ο κόσμος φάνταζε πλατύσκαλος Ναι ναι, τα μάτια σου π

Πέμπτη μέρα στο δάσος: συνεχίζεται η φόρτιση

Σήμερα ξέχασα τη φωτογραφική.    Πόση βιασύνη Διάσπορε;  Κρίμα.  Δέν είχα χρόνο να πάω για να λέμε την αλήθεια, αλλά δέν μπορούσα, πήγα.  Έτσι είναι ο έρωτας.  Έστω και για λίγο να χαρώ τα κάλλη του δάσους.   Όταν τον νιώσεις τον Έρωτα στο είναι σου όλο, θέλεις να βλέπεις την ερωμένη σου συχνά, έστω και για μισή ώρα, να τα πείτε, να κάνετε γλύκες.  Αλλά ξέχασα τη φωτογραφική, άχ...  λυπήθηκα γιατί είδα ωραία πράγματα εφήμερα, που αύριο δέ θα είναι εκεί. Ψές το βράδυ η θερμοκρασία είχε πέσει στους -4, και η επιφάνεια του βάλτου πάγωσε, τύλιξε ο πρώτος πάγος τους θάμνους και τους σαπημένους κορμούς που -κουτσεμένοι πλέον- πασκίζουν  άδικα να σταθούν αγέρωχοι στο μπλέ.   Σε δυό μήνες θα μπορώ να διασχίσω το βάλτο πατώντας στον πάγο.  Βάλτε μου ερωτιάρη, θα σε κυριέψω, έρχεται η σειρά σου. Είμαι εκεί. Η  λεπτή κρούστα είναι παγωμένη,  ραγισμένη σαν τζάμι υπό πίεση, ή και σαν ιστός αράχνης, ή ακόμα σαν πετράδι ακατέργαστο. Απερίγραπτη η ποίηση του βάλτου σήμερα.  Πατώ προσεχτικά το πόδι μου

Τέταρτη μέρα στο δασος

Εικόνα
Τέταρτη μέρα στο δάσος.  Σύντομη, στα κλεφτά, για μιά ωρα μόνο.  Θερμοκρασία μηδεν κελσίου.  Τρέχω, τρέχω, με πάθος, και σταματώ απότομα όταν ο νούς δεί κάτι αυθόρμητο.  Τρέχω αγκαλιά με την ομορφιά, μεγάλη η ταχύτητα, και το κορμί ανοιχτό, δέν προλαβαίνει ο νούς να σαμποτάρει την εμπειρία.  Τα σημαντικά εμφανίζονται αναπάντεχα.  Απασχόλα το κορμί, ξεγέλα το νού.  Κι ο νούς θα γεννήσει την ανταμοιβή.   Σήμερα, στην είσοδο του δάσους, στην άλλη πλευρά της λίμνης, εκεί που ζούν οι λόφοι με τα ψηλόλιγνα πεύκα, με σταμάτησε μια Πόρτα.  "Κοίταξε με"  είπε.  "Πέρασε, σε καρτερούσα". Πέρασα.  Ξαναπέρασα.  Πίσω τώρα.  Φωτογραφία, να σε θυμάμαι.   "Θα δείς κι αλλες σήμερα, περίμενε", είπε κι έκλεισε πίσω μου. Ξανατρέχω.  Λαχάνιασμα.  Εαυτέ, νιώσε τους πνεύμονες, απόλαυσε τον πόνο στις κλειδώσεις, γέλασε με τα γόνατα του οκνηρού καρεκλόβιου που παραπονιούνται, ρούφηξε την ηδονή της πλάτης που προσπαθεί κρυφά μια άγνωστη της φτερογέννηση να δημιουργήσει.  Θαρρώ θα πε

Ο Λύκος του βάλτου

Εικόνα
Στο δάσος, για τρίτη μέρα.  Δάσος,  μίλα μου σε παρακαλώ κι άλλο.  Σ' αγαπώ. Κάθε μέρα σε υμνώ ολόκληρος.   Τροχάδι στη βροχή τη δεύτερη μερα, ανέβηκα τους βράχους σου την πρώτη.  Την τρίτη μέρα, σήμερα, με νίκησε η Λίμνη.  Ήθελα να κάνω μέγα κύκλο στο δάσος με τη λίμνη στη μέση.  Τροχάδι τρίωρο, σα ζώο.  Τα μονοπάτια πολλά.  Χάθηκα.  Με άγρια χαρά χάθηκα.  Επίτηδες χάθηκα.  Νυμφίε μου κίνδυνε!  Ερωτικό το αίσθημα να ξέρεις ότι ίσως δέ θα βρείς το δρόμο, ίσως πάθεις κακό,  αλλά κάτι μέσα σου να σε οδηγεί εκεί που πρέπει.   Ζωντανός.  Το κορμί πάλλεται με τη συχνότητα της φύσης, Ένα έγινα με το πράσινο, Ένα με το μπλέ, κι όλα μιλούν.  Οδηγούν.  Βρήκα το δρόμο πάλι.  Αν το μπορούσα θα πετούσα και τα ρούχα, και το δέρμα, στο βάλτο να βαφτιστώ. Αλλά το ξέρεις πως δέ γίνεται αυτο.  Το μέρος μου που μπορεί, σχίσθηκε, ασπροφόρεσε και εκεί ποταμίστηκε.  Εκεί έμεινε, στο βάλτο θαμμένος ενας Εγώ.   Εδώ τον ξέρω το δρόμο.  Αλλού, ίσως ειναι αργά.  Συννεφιά, κι ένας αέρας μυρωδάτος, π

Βράχοι και ο Μίμος

Εικόνα
Μέρα γκρίζα και παγωμένη στο δάσος της πόλης μου, είδα ξαφνικά μυνημα που μου έγραψε το γεφυρακι  -λέει πήγαινε στους γρανιτόβραχους και κάνε  κατι. Οι βράχοι μου, σπαρμενοι στο λοφο.  Χρόνια τους μαζεύω. Σήμερα τους κυριευω ενα ενα πρωτα τους μικρους.  Άγρια χαρά.  Στο έξω βραχοβάτης.  Στο μέσα μιμούμαι τις κινήσεις.  Και μέσα βραχοβάτης.   Έξω μικροί οι βράχοι.   Μέσα τεράστιοι.  Τους βλέπετε μέσα σας και σείς;; Ναι!  Η καμερα με παρακολουθει.  Εμαθα κάτι αλλο. Perspective:  Η κάμερα, αυτός ο  καθρεφτης του εαυτου καθεται στον αλλο το βράχο και με Βλεπει όπως είμαι.  Αν δεν ήταν εκεί 0 βράχος,  πώς θα μπορούσε να έχει perspective? Για να δείς τον εαυτό, πρέπει να σταθεί κομμάτι σου πάνω στο βράχο σου τον δίπλα, και άλλο σου κομματι να πασκίσει στον απέναντι.  ΝΑΙ,  το βλέπω. Εύκολοι οι μικροί βράχοι αλλά το μάθημα είναι το ίδιο. Μόνος.  Δεν θα πέσω. Σφίξε τους μύς Διάσπορε.   Δεκαπέντε βράχους κατάχτησα σήμερα. Μύνημα, ευχαριστώ που ήρθες.  Λίγο σε δανείστηκα.  Μετά, πίσω σε εβαλα στ

Ο βάλτος με τους Βράχους

Εικόνα
Πρώτα  Πρίν το βασίλεμα ουράνια μελωδία αόρατη στο Δάσος. Ακούς τις Λύρες, βαλανιδιά πεντάμορφη; Αρχαία όργανα, σουραύλια και βόμβυκες με πόθο απλώσανε χορδές, κολώνες αέρινες κύματα τα χέρια τους τρυπήσαν τη  σιωπή χόρεψε μαζί τους! Στον ουρανό τρείς ερωδιοί σε τρίγωνο σχηματισμό ανοίξαν ασημένια τα φτερά τους στο ακίνητο μπλέ με χάρη πετούν! κορδέλα στον ορίζοντα απλώθηκε Τρείς, κι ο λαιμός τυλίγεται για μιά στιγμή οχτώ φορές σχηματίζει την αιωνιότητα! -γι αυτούς που Βλέπουν- χάραξε  το στερέωμα η γαλήνια μουσική Άκου το Κάλεσμα της. Στο βάθος εκεί που σμίγει το αιθέρινο με το χώμα η  χρυσοπότιστη γή ξαναγεννιέται Άχ πόσο έχει ποθήσει να μεθύσει Τινάζει το κορμί της και στο χορό της μουσικής πάλλεται Ξυπνούν τα Δέντρα καμπυλωτή κίνηση αργή ξυπνά κι ο πόθος απλώνει μοσχοβολιστή την συννεφοουρά του μουγκανίζει ψιθυριστά τυλίγει τους κορμούς μπαίνει στο χώμα  Να οι ρίζες! κι αυτές ξυπνήσαν αναστενάζουνε  τινάζουν παθιασμένα τη λήθη απ' τα φύλλα τους και στο ρυθμό τ' ουρανού γυμν

Η αλλαγή δεν ειναι κακο

Εικόνα
Λίμνη μου, Τωρα Λιμνη μου, όπως είσαι τον Αυγουστο Χτες Αυγουστος Κακό ειναι να αλλαζουμε;  Η γή συνέχεια αλλαζει και ανανεώνεται. Εμείς γιατι πασκίζουμε να μείνουμε οι ίδιοι; Η Ομορφιά είναι εφήμερη, αλλα στιγμή Αιώνια. Στη στιγμή κατοικεί μια άλλη Ομορφιά, και στην αλλαγή ζεί και πεθαίνει ο πόθος μας να την κρατήσουμε

ο Μπετόβεν

Εικόνα
Στον ποταμό, κλεφτά, για δέκα λεπτά πήγα την Τετάρτη το πρωί.  Τέσσερα πουλάκια κάθονταν. Μου άρεσαν.  Τα φωτογράφισα.  Γκρίζα μερα, βροχερή, μυρίζε χειμώνας.  Άλλος έρωτας κι αυτός!   Τα χρώματα αλλάξαν, γλυκάναν, η γή ετοιμάζεται να δεχτεί το χιόνι και την παγωνιά.   Θα ξαναπάω αύριο, ευτυχώς δέ δουλεύω, προβλέπεται κι αλλη βροχή, ωραία!  Δε θα έχει κανένα στον ποταμό, θα τον απολαύσω.    Ήθελαν να μου πούν κάτι τα πουλάκια.  Δέν κατάλαβα το μύνημα τους αμέσως, πήγα σπίτι, έβαλα τις φωτό στο κομπιούτερ, άλλαξα το γκρίζο και το χρωμάτισα καφέ.  Δέ ξέρω γιατί.  Κοίταζα. Τίποτα.  Δέν μιλούσε.  Δέν είχα ποίημα.  Νευρίασα. Ξεχνώ τη φωτογραφία. Πίσω στη δουλειά. Χτές, ο μαθητής μου ο αγαπημένος, ο επιστήμονας που είναι και συνθέτης, πιανίστας φιλος καλός, μου ζήτησε να αυτοσχεδιάσω μουσική βασισμένη σε θέμα του Μπετόβεν, για να δεί πώς γίνεται.  Δεν το κάνω συχνά αυτό δημόσια, (δηλαδή να αυτοσχεδιάζω, να "μιλώ" με τη γλώσσα άλλου συνθέτη),  είναι ρίσκο, αννοίγεσαι πολύ για να αυτ

Το Νέο μου Δάσος

Εικόνα
Χτές ακύρωσε το μάθημα τελευταία στιγμή μια οικογένεια με 3 παιδιά, και είχα 3  45λεπτα άδεια, και πληρωμένα.  Ευκαιρία να πάω στο δάσος, αφού όλοι μου οι μαθητές της Τρίτης ζούν σε υπέροχη πόλη, μές τη φύση.  Θα ήθελα να ζήσω σ' αυτή την πόλη, αλλά τα σπίτια είναι πολύ ακριβά, δέν πειράζει, καλύτερα επισκέπτης! Ανακάλυψα ένα νέο δάσος κατα τύχη.  Με φώναξε να πάω να το δώ.  Γίναμε καλοί φίλοι ήδη.  Εβγαλα πολλές φωτό, να λίγες, αύριο άλλες. Γέφυρα στο πουθενά, πάει όπου θέλεις Στη μέση του δάσους,  ξέφωτο  Το μονοπάτι, παρέα με το δράκο της έμπνευσης Ξάφνου, δίπλα στο λειβάδι, δρόμοι παράλληλοι οδηγούν στο άπειρο Πύρινη Αγάπη στην ουρά σου Το Δέντρο της Αιωνιότητας Μοναχικό το μονοπάτι Εχουν κάτι να πούν λιμνούλα παράξενη και πράσινη

οπάμας ο πρόεδρος

....μόλις το ανακοινώσαν. Κόσμος πολλύς στους δρόμους, καμνουν παναήρκα!! Έλυσεν τον τον γέρον το Μακκέην. Στην τηλεόρασην κλαίει κόσμος.!

Οι βράχοι

Σήμερα επήα στο βάλτον πάλε, έμεινα πολλές ώρες.  Παρέαν με έναν καλό φίλον, τον  Δέν Μιλά Πολλά Αλλά Λαλεί τα Ούλλα, τον συνθέτην, τζιαι την γυναίκαν του τη φυσιολάτρησσαν.  Ξέρω τον 15 χρόνια τον παρέαν.  Αμερικάνος, που την ενδόχωραν.  Τζιαμέ που εγεννήθηκε στην Οκλαχόμαν, το χωρκόν του ήταν ούλλοι φανατικοί χριστιανοί, ποτζιήνους που στην εκκλησίαν τους έρκεται λέει το άγιον πνεύμαν τζιαι κάμνει τους να τους πιαννει η έκσταση τζιαι πετάσσουνται ίσιαπανω τζιαι μιλούν σε 'Αλλες Γλώσσες τζιαι τρέμουν, σούζουνται, φύρνουνται κλπ.  Ο καημένος προσπαθεί να σάσει τη ψυχολογίαν του δαμέ τζιαι 20 χρόνια.  Έγινεν συνθέτης για να φκάλει πουμέσα του τα δηλητήρια.  Αγαπώ τον πολλά.  Έσιει ένα φώς τζιαι μιά ηρεμίαν που έν έχουν πολλοί.  Έσιει τζιαι πολλύ χιουμορ. (Μοιάζει κατα παράξενον τρόπον του John Cleese που τον Monty Python)  Βρεθούμαστεν κάθε μερικούς μήνες, τζιαι περπατούμεν παρέαν στην άγρια φύση, κουβεντιάζουμεν για τη συνθεσην. Εν ορειβάτης, ψηλός, δυνάμενος, τζιαι λαλεί το η ψυσι