Η αλλη πλευρά
Σήμερα θα έγραφα για το ταξίδι στην πεθεράν.
Αλλά κάτι έγινε στη γειτονιά λυπηρό.
Στην πεζίνα, πέντε βήματα που δαμέ επαίξαν τον ταμείαν, ενα λιβανεζούδιν, νάκκον παρέαν, 30 χρονών με μωρον, μετανάστην που ήρτεν για να ξεφύγει τη χεσσπολλαν που τους τα έπρισεν στο χωρκόν του. Ήρτεν δαμέ πρί δκυό χρόνια. Σιγά σιγά εφύλαξεν λλία ριάλλια τζιαι έφερεν τη γεναίκαν του, ενοικιασαν σπίτι, δουλευταράς ο τύπος 12 ωρες επομπάρισκεν πεζίναν κάθε μέρα, επερνούσαν καλά. Πάντα εμύριζεν κολώνιαν μπλου γουόττερ, με τα γυαλλούθκια του τα ξιμαρισμένα, ήταν τζιαι λλίον πασιής ο φτωχός, αρέσκαν του οι σιοκολατούδες τζιαι τσίπς ελάλεν. Πάντα ντυμένος με το λαδκιασμένον το πανταλόνιν της φορεσιάς (ραμμένον που τον ράφτη του χωρκού του σίουρα) τζιαι τες μουττερές τις γόβες, είπεν μου οτι αρνιέται να γοράσει ρούχα ανετα αμερικάνικα. Κλασσικός τύπος, με την αττικούδαν του τη χρυσή, το μουστακούδι, βουκκούδες ολοκόκκινες δασύτριχες, πουκαμισουδι όπως τζιήνα του Τζέτ που γοράζεις με πέντε λίρες. Όσα λεφτά έφκαλλεν εφύλαεν τα. Έτρωεν τζιαι η οικογένεια του δαμέ, τζιαι οι δικοί του στο λίβανον. Ερώτουν τον τζιαι εμιλούσαμεν όποτε επήεννα για να γοράσω γάλα ή να βάλω πεζίνα, είχαμεν κάποια σχέση. Έθελεν να του παίξω μουσική, ελάλεν, υποσχέθηκα του αλλα έν το έκαμα ποττέ μου. Άκουεν ταμπουλεκκια που ένα ραδιούιν κάτω που τον πάγκον, που τον αράπικο σταθμό τζιαι εσεκλεττιζετουν ο φτωχός ο Ασουάτ.
Εψές, την ώραν που έπιννεν τσιάρον έξω που την πεζίναν μες την κρυάδαν, τρείς μασκοφόροι επεταχτήκαν που τα σκοτεινά για να κλέψουν την πεζίναν. Επιάσαν τον τα μεσογειακά του, τζιαι το φιλότιμον, (τί θα πεί ο μάστρος! -ετσι θα σκέφτηκεν) τζιαι έπιασεν να τους αντισταθεί. "Πίσω ππουστόπαιδα" -οι τελευταίες του λέξεις.
Δυστυχώς, οι μασκοφόροι ήταν χτηνά συμμορίτες, ποτούτους που έχουμεν πολλούς δαμέ, τζιαι εφκάλαν τα πιστόλια τζιαι επαίξαν τον όπως το ζώο 10 φορές πάς τη κκελλέν. Έν είπεν μανά. Άπλωσεν το κορμίν του χαμέ τζιαι εξεψύσιησεν μακρυά που τους δικούς του πάς το κουγκρίν το ξένον.
Τζιαι επήεν ετσι άδικα ο Ασουάτ. Για 50 δολάρια που εκλέψαν που το ταμείον. Στα νέα της τηλεόρασης ενεκαλλιέτουν η γεναίκα του, με το μωρόν τους αγκαλιά.
Άτε, έγραψα σε δαμέ Ασουάτ, να με σε ξεχάσουμεν.
Σχόλια
...
Μήπως είναι όμως αυτό που γράφεις και ως label, “Το Πρόσωπο της Αμερικής”;
Κι μια επισήμανση.
Λες: “... Στα νέα της τηλεόρασης ενεκαλλιέτουν η γεναίκα του, με το μωρόν τους αγκαλιά…”. --- Παντού τα ΜουΜουΕ είναι τα ίδια και απαράλλαχτα. Αδηφάγα στην εμπορικοποίηση του ανθρώπινου πόνου!!!
Anef_Oriwn
Κυριακή 30/11/2008 – 10:48 μ.μ.
Πολλά κρίμα τζιαί άδικο να φεύκει έτσι ο κόσμος. Το καλύττερο μνημόσυνο για τον Ασουάτ τούτο που έκαμες Διάσπορε.
Ο Θεός να βοηθήσει την οικογένεια του να επιβιώσει.
Θα απαντήσω σε ολους μαζί, αφου μιλούμε για το ίδιο πραγμα.
Εμαράζωσα πολλά. Όι πως είμαστε στενοί φίλοι αλλα ηταν ο Ασουατ μιά παρουσια καθημερινή γνώριμη που τόπον δικόν, έν ξέρω πώς να το εξηγήσω αλλα αμαν εν ο περιπτερας ή ο πεζινάρης έλληνας, αράπης, ή αλλος μεσογειακός τύπος, αννοίει η καρκιά σου να τους μιλάς, φέρνει σε πίσω. Είχαμεν τούτον το κοινό.
Πολλές οι ιστοριες σαν τη δική του, επιβίωσης, άνθισης. Ξέρω έναν άλλον πεζινάρην που το Λίβανον (έχουν το μόδαν οι λιβανεζοι, όπως οι έλληνες τα diners) ο οποίος εκαταφερεν σε 5 χρόνια να φυλαξει αρκετα να γοράσει σπίτι τρίπατον να το νοικιάζει, τζιαι εγίνην ο πλούσιος του χωρκού του στο Λίβανον. Ο Ασουάτ δυστυχώς εφάνηκεν ατυχος τζιαι το ονειρον εσβυσεν για τουτον.
Δακατω υπάρχουν ανθρώποι που εγεννηθήκαν χωρίς ελπίδαν, μες το έγκλημαν, τα ναρκωτικά, χωρίς μανα τζιαι πατέρα, ξυλοδαρμένοι τζιαι βιασμένοι, εβουρούσαν στες φυλακές που τα 10 τους, έσιει πολλούς. Αρκετοί απλά χάνουνται μες το σύστημαν της φτώσιας. Άλλοι, που έχουν πολλά προβλήματα, βρίσκουν ταυτότηταν στες συμμορίες, τον ψευδοπαλληκαρισμόν, το άππωμαν. Πιστόλια. Οι μασκοφόροι αν ήταν 16 χρονών ε ζήτημαν, έτσι είπαν οι αυτόπτες της γειτονιάς.
Η ζωή έν μετρα για τούτους. Είναι να τους λυπάσαι, αλλα εν λέσια.
εχουμεν 3 gangs, οι μπλέ, οι άσπρο, τζιαι οι κόκκινοι -ούλλοι βιετναμεζοι κοπελλουθκια 12-18 χρονων, ντυμένοι τα χρώματα της σημαιας τους. Αμαν περπατας στο δρόμον τζιαι δεις εναν ντυμενο με τουτα τα χρώματα εν gang member. Η γειτονιά μου ανήκει στους Κόκκινους.
"[...]Θε να πουν τι'ν ο άνθρωπος,
χθες ακόμα εζούσε..
Και βουβοί στο παιχνίδι τους θα βαλθούνε και πάλι.[...]"
Αυτό κάνουμε πάντα. Πεθαίνει κάποιος, λαμβάνουμε την είδηση του θανάτου του με μεγάλο σοκ και έκπληξη, κλαίμε και μετά συνεχίζουμε το παιχνίδι μας, τη ζωή μας ευτιχισμένοι...
Θα μου πεις, "έτσι είναι η ζωή"..
Σίγουρα..Αλλά θα 'ταν πολύ πιο όμορφο μετά από 2 χρόνια, μετά από 10 χρόνια να συνεχίσεις να τον θυμάσαι και ν'ανάβεις ένα κερί γι'αυτόν..