Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Δεκέμβριος, 2010

Ξαπολώ σε, Στάμνα του Πάππου.

Εικόνα
Εκάθετουν ήσυχα κάτω που τα χαλάσματα, δίπλα που το ξεραλακάτι σάν τον γέρον που εφίλεψεν με το θάνατον, εκάθετουν ανάποδα τζιαι εκαρτέραν το σιέριν της βαττούς βουττημένο μμές το λιοπύριν της Μεσαρκάς, ξιασμένον που τους αθρώπους, σκελετωμένον, στοισιόν χρήσιμου αντζιού σπασμένου που είσιεν κλείσει τον κύκλον της ζωής του  τζι εκαρτέραν τον άνεμον, τον νήλιον τζιαι τα κάτσαρα να του κοκκαλίσουν το κορμίν του τέλλεια.    Τζι ήρτα εγώ παρπατητός που το χωματόδρομον της Παλλουρερής.  Με τον Τζιύρη.  Τον Αρφό.   Να προσκυνήσουμεν το χωράφιν του προπάππου, εγκατελειμμένον που τες φασαρίες του '58 όταν ανατινάξαν το λεοφορείον με τα τουρκούθκια τζιαι τες φελλακούτες κάτι άναντροι δίπλα μεταξύ του χωρκού μας τζιαι του τουρκοχωρκού.   Ήρταμεν, παρπατητοί τζι οι τρείς μας, θκυό μέρες μετά που έμαθεν ο Τζιύρης ότι η καρδία του εν χαλασμένη τζι εννα πεθάνει πρίν της ώρας του.  Ήρταμεν φορτωμένοι τζι ανοιχτοί για να μας δώσει κάτι ο Τζιύρης, να μας πεί επιτέλους κάτι, ότιδήποτε συναισθ

Η χιονοθυελλούδα

Έτο έκαμεν blizzard, δηλαδή τυφώνα χιονοθυελλικό.  20-30 εκ.  Σιγά το πράμα.  Ακυρωθήκαν λλίες πτήσεις για 3-4 ώρες, τζιαι μετά εκαθαρίσαμεν τα.  Όι σάν τους λονδρέζους που επανικοβληθήκαν για τρείς νιφάδες. Μετά το τρίωρο καθάρισμα το πρωί, ήπια ένα τσιάι περιποιημένο τζι απόλαυσα το έργο μου τσιαρίζοντας (5 τζιαι πόψε για το Κόψιμο).  Τελικά εν ωραίο πράμα το χιόνι, αφράτο, μυρωδάτο. Εντύσαμεν τα μωρά με τα κατάλληλα ρούχα, εφκήκαμε στην αυλή, τζιαι δώστου παιχνίδι. Εννοείται έκαμα χιονάθρωπο για πρώτη φορά μαζί τους, τζι ο γιός μου που εν ατρόμητος έκαμνεν κολύμπι μές τους χιονόλοφους.  Ώς κυπραίος, του άμμου τζιαι της παραλίας, ετριβιτζιάστηκα λλίο που εθώρουν τα μωρά να τσαλαβουττούν μές το σιόνι αλλά εσσιώπησα αφού η βουνήσια μου Αγάπη έν έδειχνε να αχχώννεται. Τζιαι μετά βούρ στο υπόγειο να σκαλίσω πέτραν.

Γιορτές με τες Ισχνές Αγελάδες,

Άχ, σήμμερα επήα στο Whole Foods Supermarket που τόσον αγαπώ, έχουν μόνο βιολογικά προϊόντα τζιαι είδη πολυτελείας γαστριμαργικά που μου αρέσκουν πάρα πολλά άν και δέν τα σώννει πλέον η πούγκα. Εστάθηκα μές τη μέση του πανέμορφου τζιαι συγυρισμένου σούπερμαρκετ ζι εθθυμήθικα τον παλιό τζιαιρό που δέν είχαμε κοπελλούθκια, όταν εδουλεύκαμε τζι οι δύο fulltime  (D.I.N.Ks  που λαλούν οι αμερικάνοι  -"Double Income, No Kids") τζι έκαμνα τρικούβερτο γλέντι χριστουγεννιάτικο για τους φίλους μας με 8 courses, έν μου εκόλλαν κανένας σιέφ.  Ρέ σούππες γαλλικές εμαείρευκα, ρέ σολωμούς τζι αστακούς, στρείδια μείδια πιχλιμπίδια, μπόν φιλέ καπνιστόν, ρέ τυρκά που βοσκό μερακλή πάς τα βουνά της Ισπανίας, ρέ κρασιά περιποιημένα μελετημένα τζι ακριβά, ρέ αρμανιάκ καλόν.  Έγραφα τζιαι μενού, έκαμνα τους τζι εχύναν πάνω τους που την ηδονή της κοιλίας. Περασμένα ξεχασμένα.  Με η πούγκα σώννει, με όρεξην έχω, με ώραν να μαειρεύκω 4 μέρες για να κάμω πάρτυ. Θα την περάσουμεν όμορφα τζι απλά

Τελευταία μέρα δουλειάς

Ώχχω μάνα μου, ήρταν τζιαι φέτος οι διακοπές.  Εσηκώστηκα το πρωί ξέροντας πως εν η τελευταία μέρα, τζι ήπια καφέν στη βεράντα με απόλαυση.  Έδωκεν πάνω μου η κούραση τζι αγκάλιασεν με σφιχτά.   Έν με κανεί η δουλειά, η οικογένεια, η μουσική, επίντωσα τζιαι τες πέτρες φέτος τζι έν με κανούν οι ώρες ποττέ.  Ώρες ώρες σκέφτουμαι  "τί θα γινεί ρε πελλέ αν κάτσεις έναν τόπον?"   Άραγε ήνταλως έναι αν απλά πάεις στη δουλίτσα σου τζιαι στρέφεσαι σπίτι για να κάτσεις στα βραστά σου δίχα άλλην ευθύνην ή πάθος?   Έν θα μάθω ποττέ. Νομίζω αν κάτσω έναν τόπον εννα με προλάβουν τα κακά αθρωπούθκια που με βουρούν πουπίσω.  Εν τρία:   Ο Τεμπέλης.  Ο  Μαραζωμένος.  Τζι ο Αποτυχημένος. Εννα με κάμουν ένα βούκκο τζιαι μετά άστα. Έχουν τζι άλλοι τούντα αθρωπούθκια, λαλώ του εαυτού μου για να νιώθει καλά. Εσείς, έσιετε τα ρε?

Η πρώτη απογοήτευση της ζωής

Μέρες καρτερούμε τον Τατά να έρτει που την Κύπρο. Να φέρει δώρα για τα γενέθλια, να μας αγκαλιάσει. Τζι είπαμε των μωρών εκατό φορές ότι έρχεται. Αγαπούν τον. Ο θρυλικός Τατάς που εν ο ήρωας σε ούλλες τις μυθολογικές  ιστορίες που μου ζητούν να τους διηγηθώ για τα παιδικά μας χρόνια με τον Τατά, τον μικρό μου αδελφό. Ο Τατάς μας ο ήρεμος, που γελούν τα μουστάτζια του άμα θωρεί τα μωρά, έμεινε να κοιμάται στο πάτωμα του Χήθροου, δέν θα έβρει πτήση. πώς να το εξηγήσω των μωρών? "Ο τατάς εν μπορεί να έρτει., εκόλλησε το αεροπλάνο του στο χιόνι"  Κοιτάζουν με απορημένα τα ματάκια. Πώς να το χωρέσει ο νούς τους, τριών χρονών είναι. Εξηγώ το ξανά. Θωρώ την απογοήτευση τζιαι σχίζεται η ψυσιή μου. Τζι έρκουνται σιονωτά τα λόγια, οι ερωτήσεις. Προσπαθούν να βρούν μια λύση. "Να πάμε με το αυτοκίνητο να τον πιάσουμε"  Έν γίνεται κούκλα μου.  Έν κολυμπά΄το αυτοκίνητο. "Να τον φέρει ένας μεγάλος αετός. " Έν τον σώννει ο αετός. "Να στείλουμε τους υπερήρωες να τον σ

Τζιαι πώς γυαλλίζεις τη Σερπεντίνη?

Είμαι πολλά ενθουσιασμένος. Κάμνω μιά μικρή σειρά μίνι-αγαλματούθκια, σάν τους στύλλους, σάν τα σπιτούθκια.  Έτσι για να παίξω με τα υλικά.  Έπιασα μάρμαρον ιταλικό που τη θρυλική Καρράρα, έπιασα μπλέ αλάβαστρον της ερήμου, τζι έναν κομμάτιν σερπεντίνη καταπράσινη.  Ούλλα καλά τζι άγια, εγυαλλίσαν.  Εχτός που τη σερπεντίνη η οποία εν πέτρα σκλερή, ιδιότροπη.  2 ώρες γυαλλόχαρτο τζιαι κόμα έν εφάνηκε γυαλλάδα.  Τζιαι μιλούμε για 5 πόντους κομματούδι.  Τόσο σκλερή έναι, τζιαι γεμάτη σίλικα η οποία αν δέν προσέχεις καρφώννεται μές τους πνεύμονες σου τζιαι πεθανίσκεις.  Οπότε είμαι με τες μάσκες, τζιαι γυαλλίζω την βουττημένη μές το νερό για να μέν σηκώννει σκόνη. Άμαν επαναλαμβάννεις την ίδια κίνηση για ώρες, χωρίς αποτέλεσμα, ξέροντας όμως πως στο τέλος εννα γινεί καθρέφτης η πέτρα σου, μαθθαίννεις την Υπομονή, αρκέφκεις να αποχτάς συναίσθηση των μυών σου τζιαι της κίνησης.  Μαθθαίννεις να αναπνέεις με το ρυθμό του γυαλλόχαρτου, τζι ούλλες οι έννοιες σου, η παράνοιες, τρίφκουνται σάν

Δούρειε Ίππε, ήρτεν η ώρα.

Παλεύκω με τη φύση μου τόσα χρόνια.  Εν κλειωμένη μές σε εφτά τεισιά πέτρενα ολόασπρα τζιαι αμύνεται, αρνιέται να ανοίξει ολόκληρη.  Ρέ Αχιλλέες έστειλα να πολεμήσουν, ρέ Αίαντες, κανένας έν εκατάφερεν να πορθήσει τούντο κάστρον.  Ούλλον άππωμαν εγώ έκαμνα μάχες αμερικάνικου τύπου  -έστειλα ασκέρι, χιλιάδες άντρες με πολιορκητικές μηχανές, τερπουσόνια να την πάρουν, shock and awe που ελάλεν ο Ντόναλτ Ράμσφελτ.  Τίποτε.   Παλεύκω με τη φύση μου, νικώ, κερδίζω μάχες μα τον πόλεμον χάννω τον, η Πόλη αντιστέκεται.  Έστειλα σπιούνους να μάθουν τα μυστικά των πύλεων.  Τίποτε.  Άπραγοι τζι οι σπιούνοι.   Έστειλα αμπασατόρους να γλυκάνουν τους πολιορκημένους, να τους υποσχεθούν ψουμίν τζιαι πλούτη.  Τίποτε. Η φύση του πλασμάτου εν κάστρον απόρθητον, τζι όσον το μουντάρεις τόσο σφιχτοκλειώννει. Μα επιτέλους, τον αύγουστον ήρτεν η Σιωπή. Εκόπασεν η μάχη, τζιαι τα σπαθκιά αγιώσαν που την υγρασίαν της κύπρου. Τζι άμαν εσιώπησεν ο πόλεμος, ήρτεν ο Πολυμήχανος μου να με συμβουλέψει. "

Ο δάσκαλος της Σουνάντας, τζι η Σιωπή, τζι η Τεμπελιά.

"Κάτσε Διάσπορε να σε κεράσω Τσιά με πιπέρι καφτερό, αφού εν το τελευταίο μάθημα του γιού μου πρίν τες διακοπές κάτσε να μιλήσουμε λλίο τζι έχω ιστορία να σου πώ", λαλεί η φίλη μου η Σουνάντα τζιαι προσφέρει μου ζεματιστό τζιαι υπέροχα αρωματικό φλυντζάνι με κρέμα, βότανα τζιαι τσάϊ ινδικό.  Εν ντυμένη με φανταχτερά μεταξωτά, πόψε έσιει συναυλία χορού τζι εν έτοιμη. Πάει πολλά καλά ο γιός της.  Θαύμα κανονικό.  Παρά τες αναπηρίες που του εφόρτωσεν τον εγκέφαλο η φύση, έσιει τη μουσικήν άφθονη μέσα του, δυνατά γονίδια.  7 χρονών τζι έμαθα του ούλλες τες κλίμακες, τες συγχορδίες, ρουφά τα σάν τον πελλόν ούλλα, με τεράστιο ενθουσιασμό.  Τζι η μάνα του ξέρει το.  Παίζει τζιαι μότσαρτ λλίον ο μιτσής, λάμπει το προσωπάκι του, τα καφέ του μμάθκια εν γεμάτα αγάπη,  τζι ας μέν μιλά, τζι ας μέν είπεν ποττέ του "σ' αγαπώ" κανενού.  Μακάρι να' ταν ούλλοι μου οι μαθητές έτσι.  Έσιει 2-3 βδομάδες προσπαθώ να του δείξω ήνταλως να παίζει με χάρη.  Εν δύσκολο για ένα μωρό,

Μυστήριος θάνατος

Πρίν καμιά-δυό βδομάδες, σάν εθωρούσαν τα πλάσματα τηλεόραση τη νύχτα κουρρωμένοι μές στο ζεστό τους σπιτάκι σε μιά γειτονιά κοντινής μου πόλης όπως όλες τες άλλες των προαστείων,  ακούουν έξω ένα "γδδδδδδδούπππππ" τεράστιο.  Έν εβάλαν τζιαι πολλά υπόψη, πίσω στην τηλεόραση. Ξυπνούν την επομένη να πάν στες δουλείες τους τζιαι τί να δούν: Ένα σώμα κατακρεουργημένο κομμάθκια.  Τζι επανικοβληθήκαν.   Ποιός serial killer έκαμεν άραγε τούντο κακό?  Εσυναχτήκαν, εκάμαν επιτροπές, εξαναανακαλύψαν πως έχουν γειτόνους τζιαι πως εν καλά να γνωρίζουνται μεταξύ τους, ήβραν αλληλεγγύη, εκάμαν περίπολα, εσυνάξαν τα κοπελλούθκια τους, εχτιμήσαν "Την Αξία Της Ζωής"  κλπ κλπ.  Τζι ύστερα, μετά που κανένα διήμερο, άμαν τους επέρασε λλίο, αγχωθήκαν, εγίναν καχύποπτοι.  Εικασίες σωρό.  Κάποιος που δαμέ έναι.  Έτσι σκέφτεται η φύση του αθρώπου.  Το σιόκ φέρνει μας να μονιάσουμε, τζιαι μόλις συνηθίσουμε το νέο στάτους κβό αρκέφκει η διχόνοια, έτσι σκουλήκια είμαστε που σερνουμε τα κο

Δέ μας χέζεις ρέ αμερική

Προσπαθώ να συγκρατώ τα νεύρα μου για το κακόν που μας εκάμαν οι τράπεζες τζι η λυσσιάρα του κόσμου, παίζω πελλόν, μα πιάννει με ώρες ώρες ο πέλλαρος χωρίς να έχω νόμιμη διέξοδο. Μάχουμαι τούντες μέρες να κάμω refinance το δάνειο πέρκι ππέσει λλίον το μηνιάτικο τζιαι δούμεν κανένα δολλάριο παραπάνω μές την πούγκα μας.  Πάω στην τράπεζα, κάμνω 2-3 διαδικασίες μεταξύ των οποίων εν τζιαι ένα evaluation της αξίας του σπιθκιού μου.  Ανακαλύπτω πως έππεσεν η αξία του κατα 40%  (!!)  τζιαι πως 8 χρόνια που διώ χιλιάδες δολλάρια φρόνιμος τζιαι προκομμένος  τζι είχα ρίξει το δάνειο καμπόσο κάτω  (τζιαι ποττέ μου έν ετράβησα λεφτά που την αξία του, ούτε εγόρασα κανέναν παλάτι, έτω μιά τρυπούα 3 υπνοδωματίων σε καταχάλικη περιοχή έτσι για να λαλούμεν πως έχουμε σπίτι). Τζι ανακαλύπτω πως οι $60,000 που επλήρωσα ήδη, επήαν ΤΟΥ ΚΩΛΟΥ, τζιαι πως ο τραπεζίτης παίζει μου τον ωραίον λέγοντας "μα πώς να σε κάμουμεν refinance αφού η αξία του σπιθκιού σου εν πιό λλίη που το δάνειον που χρωστάς, ε

Να σε λυπηθώ?

Στέκουμαι άβολα στην ουρά τζιαι καρτερώ τον βλοσυρό ταμεία της WALMART να με εξυπηρετήσει   (το μεγαλοκατάστημα που φκάλλει κέρδος που τους φτωχούς κάθε χρόνο μεγαλύτερο που τον προϋπολογισμό μικρού κράτους της μεσογείου βλ: κύπρος)   αν και αποφεύγω να πηαίννω   -δυστυχώς κάτι εχρειάστηκα παράωρα τζι έν είχα επιλογή ώς καταναλωτής αμερικάνος του "εδώ και τώρα Θέλω Θέλω να γοράσω τούτον που μου ήρτεν να γοράσω για το εργαστήρι τζιαι θέλω το φτηνά". Στέκουμαι στην ουρά της WALMART σάν το ψάρι έξω που το νερό στην κακόφημη περιοχή της πόλης μου ανάμεσα στους φτωχούς τζιαι κατατρεγμένους πασιήες με τα όξινα μούτρα, τζιαι  πασχίζει το φιλελεύθερο μου μυαλό να μέν κρίνει.  Προσπαθώ να μέν νιώσω αηδία για τη δυσωδία που αναδύει ο μπροστινός πελάτης που εν ντυμένος σάν τον άστεγο, να μέν κατακρίνω τες 15χρονες μανάες με τα 3 κοπελλούθκια που ξοδεύκουν τα λεφτά του κράτους πάς σε πελλάρες τζιαι πιχλιμπίθκια που γοράζουν για να νιώθουν ωραίες τζιαι μοιραίες ενώ τα κοπελλούθκια τους

Στο εργαστήρι με τον Διάσπορο-Ιππότη της σκόνης.

Εικόνα
Όι ρέ, μαστορκές που έκαμα σήμμερα που ήμουν γριππωμένος τζι ετάκκωσα τη δουλειά.   Εν απίστευτο πόσα πράματα μαθαίννει ο άθρωπος άμαν αποφασίσει να σπρώξει τους ορίζοντες του τσάς νάκκο, αμέσως έρκουνται σιονωτά τα επόμενα δώρα της φύσης.  Ά, τζι εν ακόμα πιό απίστευτο πόσοι  περνούμεν τη ζωή μας ολόκληρη χωρίς να τους σπρώχνουμε συχνά τζιαι με 'ρίσκο'.  Εν τόσον άνετο να είσαι ο εαυτός σου που κάθετι καινούργιο φαίνεται 'ξένο'.  Τωρά που έχω του κόσμου τα εργαλεία επλάτυνεν ο κόσμος μου.  Τζι άρκεψα να σκέφτουμαι "ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΟΤΑΝ ΕΝΩΣΩ ΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΜΕ ΤΗΝ ΠΕΤΡΑ".    Εκατασκεύασα λοιπόν σήμερα  -ώς νεόφυτος πελεκάνος που είμαι-  το πάσh ξύλινο κουτί-προσθήκη με μερτισιέδες για στον πάγκο μου για να συγκρατά τζιαι να περιορίζει   τη σκόνη τζιαι τα χαλίτζια άμαν κόφκω πέτρα με το πριόνι (όσο γίνεται, μιλούμε για ΤΟ  ττόζι δαμέ) τζιαι να την απορροφά η ειδική ηλεκτρική σκούπα που κρεμμάζω μές την κρεμμάλλα στ' αριστερά. 'Επιασα ρίγες, μοιρογνωμόνια

Η επίθεση του γιγάνταιου αρουραίου

Εικόνα
Εψές κατα τα μεσάνυχτα έφκηκα έξω στη βεράντα για το τελευταίο πικροτσιάρο πρίν απλώσω την κορμάρα μου στο κρεβάτι για ύπνο τζι όπως εβάδιζα πάνω κάτω με την ελπίδα να ζεσταθώ λλίο τυλιμένος 3 παλτά τζιαι μάλλενα καππέλλα/γάντια (στα οποία βάλλω φωθκιά κάθε φορά) τζι ερέμβαζα όσο χαλαρά μπορούσα μές τους καπνούς τζιαι τες βρισιές.   Ξάφνου ακούω ένα θόρυβο τύπου "κρίτς κρίτς κρίτς". Ο ήχος "κρίτς κρίτς κρίτς" εν πολλά χαρακτηριστικά αλλόκοσμος όταν έρκεται που τα σκοτεινά πάς τη βεράντα του πλασμάτου.  Ή εν ζόμπι χωσμένο μές τα ξύλα του πατώματος που ξύνει τα νύσια του να τα κονίσει πρίν σε βάλει βούκκο, ή εν ποντικούδι, ή τερμίτης τεραστίων διαστάσεων, ή κάττος αδέσποτος, ή μήκακο ζώο μή κατοικίδιο του δάσους που εξέκοψεν μές την πόλη αφού το εξεγέλασεν το GPS του τζιαι μάσιεται να κάμει φωλιάν για να ππέσει σε χειμέρια νάρκη κάτω που τη βεράντα. Αφού απέκλεισα τες πρώτες πιθανότητες  (τα ζόμπι, οι ποντιτζοί, οι κάττοι τζι οι τερμίτες ψοφούν που την κρυάδα)

Η βίδα, το τραύμα, τζι η θεραπεία του υπογείου.

Η σχέση μου με τες βίδες έν ήταν ποττέ καλή.  Αποφεύγω τες. Είμαι μουσικός, νάκκον μαλαχτός, άθρωπος τάχα του πνεύματος.  (Ξεγελά το παρουσιαστικό μου τζι ο όγκος μου που δυστυχώς με κάμνουν να μοιάζω με σπαρτιάτη πολεμιστή αρχαίο)    Είμαι  λεπτός άθρωπος πουμέσα μου.    Τα γράσα νεκατσιώ τα.  Τα εργαλεία φέρνουν μου αλλεργία με σπυρούθκια. Μόλις πιάσω στα σιέρκα μου οτιδήποτε χρειάζεται συναρμολόγηση λούννει με κρυός ιδρώτας, τρέμω, τριβιτζιάζουμαι, γίνουμαι νευρικόπελλος, ξιτιμάζω τους πάντες τζιαι τα πάντα, πετάσσω πράματα, τζι ύστερα καμιά φορά λούννουμαι του κλαμάτου.  Παράλογο?  Ναί.  Έ, μα έχω παιδικό τραύμα δώρον του πατέρα Διάσπορου ο οποίος εν πλάσμα που δισπυρκά με το παραμικρό  (ας πούμε αν πάει να αλλάξει μιά λάμπα τζιαι δέν βιδώννει καλά μές το φωτιστικό, φκέννει η πίεση του τζιαι βάλλει τες φωνές, σφίγει την τζιαι τελικά σπάζει ή το φωτιστικό ή η λάμπα)    (δεύτερο παράδειγμα: αν χαλάσει ότιδηποτε μές το σπίτι, όσο μικρό τζι αν έναι  -ακόμα τζιαι να ξεβιθωθεί λλίο ένα α