Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από 2011

Η δεντροθεά

Εικόνα
Δεντροθεά Τρία χρόνια σε παρακολουθώ να ζιείς τον κύκλον της ζωής σου κοντά στη λίμνην (πίσω του λόφου με το παράξενον όνομαν -"Misery Hill" τον λαλούν, εσκοτωθήκαν μεταξύ τους κάτι αδέρκια δαμέ, πρί 200 χρόνια.) Είδα σε ζωντανήν, ολοπράσινην Μισοπεθαμμένην Τζιαι πρί λλίες ημέρες, μισοθαμμένην.. Γιατί άραγες νά σιει η ζωή κύκλους? Τζιαι μιά στιγμήν να μέν ιμπόρουμεν να ζήσουμεν αληθινά?

Δασος

Εικόνα
Τούτο μόνο αξίζει να σώσουμε.

Τέγνη της στράτας, κάποιου αγνώστου.

Εικόνα
(  objet trouvé, ιντερνετ) Εν αληθινή η φωτογραφία, άραγες?  Θέλω νά ' ναι Τζι αν έναι αληθινή, εν Τέγνη άραγες η αφίσια γιά έν μύνημαν απλά μίσους?  Κάποιος που έν χωνεύκει το τεμπελοσόϊ μμου το καλιτεχνικόν θα το έγραψεν. Εν γι αυτόν πον τέγνη η φωτογραφία τούτη? Οξά εν τέγνη επειδής μ' άρεσαν εμέναν του καλιτέγνη τα μαύρα γράμματα τζι η λέξη "άρτ"   τζι έβαλα τη φωτό δαμέ για να τη δείτε?

Γιατί το παλεύκουμεν..?

Είπαν μας πάλε, όπως παλιά,  οι δυνατοί:  "πρέπει  να γινούν οδυνηρές θυσίες που το λαόν ολόκληρον,  για να σωθεί ο [*λεγόμενος*]  πολιτισμός μας". -τζι εννοούν το οι δυνατοί. Την περασμένην φοράν, εβάλαν μας ούλλους τζι εσκοτωθήκαμεν μεταξύ  μμας. Τούντη φοράν έν ιξέρω κόμα τί μας ζητούν. Να σώσουμεν ακούεις τον πολιτισμόν μας.  Μπάς τζιαι φτωσιύνουμεν τζιαι χάσουμεν τον έλεγχον της γής.  Μπάς τζιαι φάν μας οι ασιάτες. Να τον σώσουμεν καλό!   Τον πολύτιμον πολιτισμόν μας τζιαι τον τρόπον ζωής μας.  Εν πάνω  μας που έππεσεν η ευθύνη ούλλη -τζι ας μέν επολλοφταίξαμεν για την κατάντιαν του κωλοπολιτισμού μας εμείς.    Είπαν μας το πως καλά επεράσαμεν ώς τωρά μα ήρτεν η ώρα να πιορώσουμεν.  Εφάαμεν, ήπιαμεν, επιβιώσαμεν, έν επεινάσαμεν τόσα χρόνια.  Πτυχία επιάσαμεν, δουλειές καλές ήβραμεν.  Πράματα πολλά εγοράσαμεν, εξιμαρίσαμεν όσον κανένας άλλος στην ιστορίαν, τζιαι τελικά εκάμαμεν τα πίττες πάλε.,   Πάλε γαμώτο.   Ετέλειωσεν ακόμα ένας κύκλος.  . Τί το παλεύκο

Πρώτο συναίσθημα.

Ξαπολώ τους κόμπους έναν έναν τζιαι ππέφτει το σσιοινίν πάς το κατάστρωμαν. Τζι επιστρέφουν τα συναισθήματα μου που εχαθήκαν τόσον τζαιρόν. Ένα ένα. Πρώτα ήρτεν η Μοναξιά. Μια έλλειψη μεγάλη.

Τέχνη επικίνδυνη. Παγίδα.

Εικόνα
Έστησα στο δάσος κορμό μισοκαμένο τζιαι ξερό τζι ετσίλλησα τον πρόχειρα, προσεχτικά παγιδευτικά, ανάμεσα σε γρανιτόροτσους. Στο ξέφωτο τούτο μαζεύκουνται κάθε τόσο μιά σημμορία γαδάρων να παίξουν paintball, να πιούν ποτά τζιαι να πετάξουν τες πουκκάλλες τους όπου έβρουν, να άψουν φωθκιές τζιαι γενικά να κάμουν μαλακίες, ξημαρησιόν, meth κλπ. Ζημιές. Τρόμο. Επήα στο ξέφωτο μετά που μήνες τζι ανακάλυψα πως όι μόνον εβάλαν τζι άλλη φωθκιάν, εκαταστρέψαν το φράγμα τους κάστορες τζι εθκιώξαν τους. Ε, εθύμωσα. Έστησα τζι εγώ ο κακός παγίδαν να τους τιμωρήσω τους αλήτες. Ράμπο-καλιτέγνης στη ζούγκλα που λαλούν. Η τέχνη-παγίδα που έστησα εν απλή: το ανάποδον δεντρόν εν πολλα βαρετόν πουπανω τζι ελαφρύν πουκάτω τζι ίσια που το συγκρατούν οι πέτρες τζι όποιος του ντζιήσει να το ταράξει θα ππέσουν απότομα οι πέτρες που το κρατούν όρθιο τζι εννα ππέσει ο κορμός να τον λύσει τον απέναντι σάν θωρεί όπως το χάχαν. Είδα τζι έπαθα να τον σηκώσω τζιαι να τον στήσω. Θα έρτουν λοιπόν τ

Artists are losers.

Άφτει τον καλοκομμένον πούρον με τον αναπτήραν του τον σίγουρα ακριβό τζιαι τραβά την πρώτην του ρουφκιάν τη ζαβόστομην ο παρέας που έχω να δώ δαμέ τζιαι 15 χρόνια. Φυσά τον με το αναιδέστατον ποφύσημαν που δικαιούται ο πνεύμονας αδρώπου με αυτοπεποίθηση της πούγκας, της δουλειάς τζιαι της βίλλας του. Ποττέ έν τον έκαμα χάζι στα σχολεία τότε Έτσι τυχαία εβρεθήκαμεν πόψε στην παραλιακήν τζιαι παιδική μας πόλη, σπίτι μιάς φίλης μας κοινής. Τζι αφού μου είπεν κάμποσα που τα κατορθώματα του -βλέπεις διοικά εκατομμύρια, ριάλια τους κινέζους- άρκεψεν να μου εξηγά την κρίση. Τζι έσιει γνώμη, νομίζει, βαρετή για ούλλα. Εν κοσμογύριστος. Για μέναν, λλία αρώτησεν. Τί να μάθει που εμέναν τον αχαμάκκην. Μόνον τζιαι μόνον που έμαθεν πως εν καλιτέγνης που λοούμαι εγινήκαν τα φρύθκια του καμάρες. Πώς να πιστέψει πως ο Διάσπορος, που ήταν τόσον έξυπνος στα σχολεία τότε, εθκιάλεξεν να καταρίψει τη ζωή του έτσι; "you mean you can make a living doing art? I always thought artists are

Στο ορόσημον του Μήνα.

'Πο ούλλα τα κακά έφτασα τζι έκαμα μου  ένα μήναν διμμένος πάς το κατάρτιν  του πλοίου τ' Οδυσσέα για να καταφέρω που τα καλά να κόψω το τσιάρον.   Αγρίεψεν το βλέμμαν σάν της αρκούδας της λυσσιασμένης, εγίνηκα κακούργος τζι αγενής. Έκαμα νύχτες ολόκληρες τζιαι μέρες σχοινοβάτης αιωρούμενος ψηλά κορτωτός να κρατώ ισορροπίαν πάς την κλωστήν της πελλάρας.  Τες μέρες να σφίγγουμαι να μέν το καταλάβει κανένας.  Τες νύχτες, ζόμπι.   Δύσκολον  να αντέξω το δίμμαν πάς το κατάρτιν τ' οδυσσέα που μ' έδισα για να μέν βουττήσω να πάω στες τσιγαροΣειρήνες.    Έγυρα διμμένος τζι ετζοιμήθηκα, τζι είδα ορόματα που την χώραν της πελλάρας θκυό τρείς φορές τζιαι παρολλίον να πιάω τα ορμάνια τζιαι τα βουνά. Έκαμα μισάθρωπος τζιαι μίζερος. Έκαμα μούργος, αγέλαστος, νευρικόπελλος, ανασφαλής, άπιστος σε όσα ήμουν σίουρος.  Ποούλλες τες αστάθειες ένωσα.  Τρικυμίες τζιαι μίσος για τον εαυτόν. Τί σου έναι η νικοτίνη.  Για μέναν πιό εθιστικόν πράμαν στον κόσμον έν έσιει.  Ούτε ο έρωτας μ

Στο δάσος. Καθαρός.

Εικόνα
Θκυό χρόνια να με αφήσεις να σου κοντέψω. Βρίσκω σου δίτζιο , τί δουλειά έσιει ένας ναρκωμένος του τσιάρου να παρπατά μές τη φυλλωσιά σου την ιερή? Παρπατώ τζιαι γεμώννω αέραν τα πνευμόνια. Ξέρω τες πέτρες μιά μιάν.  Τους κορμούς. Τα σχήματα που κάμνει ο άνεμος μές το νερόν του ποταμού. Πόσες φορές έκατσα σε τούτον τον γρανίτη για να Φύω? Που το πολλύν το φύε φύε έν άφηκα στητόν τίποτε.  Μα έτσι έμελλε.  Πίσω πάλε, στο ίδιο δάσος παρέα με την Ελπίδα να αρκέφκω την Μεγάλη Προσπάθεια  που την αρκή.  Έν έμαθα τίποτε έν εκέρδισα ούτε εκράτησα. Τζι η ελπίδα που μου κρατεί το σιέρι, εν η πίστη στον εαυτό θεό, τζιαι το Θεό, τη Φύσην. 

Έχτη μέρα

Λλίοι μπορούν να καταλάβουν.  Πόσον δύσκολον έναι. Έχτη μέρα, τζιαι καλή.  Φεύκει σιγά σιγά το δηλητήριον που τους νευρώνες του εγκεφάλου, τζιαι αρκέφκουν πάλε (που μόνοι τους) να (ξανα)παράγουν ντοπαμίνην, σεροτόνην.  Που ΜΟΝΟΙ  τους.  Ακούεις ρέ διάσπορε?  Εν τούτη η ελευθερία.  Απεξάρτηση.  Να μέν σε κυβερνά ο κύκλος της νικοτίνης, τούτη εν ελευθερία. Κάθε λεπτόν εν δύσκολον.  Μα εν ήδη η έχτη μέρα τζιαι στην έβδομην ετέλειωσεν το παραμύθιν.   Εκαθάρισεν το κορμίν.  Τζιαι πώς τα εκατάφερα, τόσον εύκολα τούντη φοράν?  Κάτι έναι διαφορετικόν  μέσα μου τούντη φορά.     Άλλες προσπάθειες αμέσως αποτυγχάνναν, επερνούσαν λλίες ώρες ατσιαρίας τζι ενίκαν με ο εθισμός, τόσον δυνατός έναι.  Μιά- θκυό μέρες τζι Ανάγκη του κορμιού ενίκαν τη θέληση.   Τζι όσον αντιστέκουμουν με τη θέλησην μου τη γαουρινήν, τόσον έβαλλεν γινάτιν τζι ο εθισμός να με νικήσει.  Ενίκαν με.  Ώς πρίν έξι μέρες. Τούντη φοράν, έν παλεύκω καθόλου, έν βάλλω αντίστασην.  Θέλησην έν έχω.    Έν είμαι η θέληση μου.  Ούτε

Η απλοποίηση της Ελπίδας.

Σοβαρεύκουν τα πράματα στη γήν.  Θετικά νέα στον κόσμο, στην κοινωνία, λλία.  Ο καθένας θωρώ να κλείεται στον εαυτόν του που το άγχος των κακών νέων τζιαι της ανασφάλειας.  Κόμα πιό λλία περιμένω νέα καλά που την πατρίδα.  Τζι η υγεία των γονιών πάει σταθερά προς το χειρότερο.  Πράματα φυσιολογικά, του κύκλου της ζωής.   Θυμούμαι έτσι ώρες  παλιές χρονιές που η σκέψη μου μετά τες διακοπές ήταν "πόσους μαθητές να πιάσω φέτος για να έχω τζιαι χρόνον να δημιουργώ?"  Πού έτσι πολυτέλειες φέτος..? Αλλάξαν τα πράματα.  Φέτος που την πολλήν ανασφάλειαν, σάν καλόν μέλος της μαζικής κοινωνικής καταστροφής που μας ήβρεν δακάτω, αγχώθηκα τζι  εμάζεψα όποιον έξτρα μαθητήν ήβρα τζι εγέμωσα, δόξα τη θεό, δουλειά.  Όπως ελάλεν πάντα ο τζιύρης μου "άμαν έσιεις καλόν όνομαν, έν φοάσαι".   Αποδείχτηκεν σωστός ο γέρος.   Στη μέση της κρίσης, εγώ εκαταπιάστηκα να  δυναμώσω το στούτιο.  Οι υπολογισμοί για φέτος λαλούν θα έχω 48 μαθητές να κυβερνήσω.  Τζιαι τούτη η απλή εκπλήρωση της Β

Σάν το δέρμα του φιδιού

Ήθελα μόνος πρώτα να μπορέσω να στροβιλιστώ, ξένος, να πιστέψω στο δικό μου έρωτα και μές την μέθη του θεού τώρα που χάθηκα να σου το ψιθυρίσω το  "χαίρω"  γνωστή μου αγαπημένη και νιόπαντρη. Παράξενα θα με κοιτάξεις,  "πώς μπορείς να χαίρεσαι, δέ βλέπεις που πεθαίνω?" -έτσι θα πείς μα γλυκά θα σ' το τραγουδήσει το νέυ μου "δές πώς με θάνατο γεννιέται ο έρωτας". Τα σπίτια στην πλατεία εφώτισε η πυρά στο Γάμο σου σε παίρνουνε δεμένη δυό άλογα εκεί να καείς Μή φοβηθείς τον πόνο Νύφη στο λένε τα νταούλια, τα χειροκροτήματα, στο λέω εγώ, ιδρωμένος μές το χορό μου κι αν δέν  πιστέψεις εμένα ίσως πεισθείς με το τραγούδι μου. Και να σταθείς ακίνητη,   χωρίς αντίσταση ή χτυποκάρδι γυμνοσάνδαλη, καιόμενη νύφη σήκωσε τα χέρια σάν η φωτιά θα κάψει το σχοινί δόθου στο γλέντι της  Νά!  δυό Εαυτές, η μιά ελεύθερη, η άλλη φυλακισμένη. δίνουν τη σάρκα  τους  τροφή στη φλόγα Θυμάσαι άραγε πώς ψάχ

Έργα του καλοκαιριού

Εικόνα
Αφιερώννω τη ζωή μου στην Ομορφιά. Όι στην 'επιτυχίαν'.  Ούτε στα πράματα που 'πρέπει' να κάμω. Αφιερώννω τη ζωή μου στον μεγάλον ύμνον. Η  Ομορφιά έννεν η συμμετρία, έννεν τα πράματα που ευχαριστούν το μάτι ή το φτί.  Η Ομορφιά έν έσιει όνομαν.  "Στήλη" Ψαμμίτης Γερολάκκου.  150εκ επι 20εκ  "Ιερός Γάμος" Ψαμμίτης Κυβίδων 40εκ επι 15  πίσω όψη, "Ιερός Γάμος" "Φύλακας" Ασβεστόλιθος.  30εκ επι 20  "Γέρος Άγγελος" Ψαμμίτης Κυβίδων,  210εκ επι 50εκ.

Το Τέλος της Σιωπής.

Εικόνα
Αέτωμα   "Οι  Τρείς Προσκυνητές",  σε ψαμμίτη πέτρα Κυβίδων, 50εκ. x 20εκ. ...όσα μαθθαίννεις την ώραν που πονείς, την ώραν που ξαπολιέσαι τζιαι γελάς, την ώραν που νώθεις ώς τα νύσια τον οργασμόν, έν θα τα εμάθθεννες ποττέ σου αν δέν αφήννεσουν να Νιώσεις. Εν πολλά εύκολον να αποφύγεις τον πόνον την χαράν τζιαι τον έρωταν.   Εν μές τη φύσην. Εγιώ θκιαλέω να νώθω, τζι εν βάρος τούτον. Καλημερίζω σας.

Στο Καλό, φίλε μου που Αθρώπους Φέρνεις.

Λόγια πολλά έν έχω να πώ, να μνημονήσω την πέννα σσου τη ψηφιακήν.  Είπαμεν τα λόγια, μαζίν εμεγαλώσαμεν, αέρφιν.  Έφκαλες του κόσμου την ομορκιάν τζι εθκιεβάσαμεν την. Δίχα σου φτωσιηνίσκει ο ήδη φτωχός μας βλογότοπος.  Τζι έτσι ΤΟΥΣ  αξίζει. Να χάννουν πλάσματα αληθινά. Να θκιεβάζετε μόνον πελλάρες τότε ρέ αναγνώστες, μαλλώματα, τζι ήνταμπου σκέφτεται σήμμερα ο κάθε παλαβός, έτσι σας αξίζει.  Φκάλλω πίκραν. Μπαίννω σε μονόλεπτην σιγήν ποννά κρατήσει τρείς μήνες.   Ο φίλος μου ο μονάκριβος έν θα γράφει πιόν, τζι η σσιωπή μου εν μιά δεύτερη Αγανάκτηση. Έσιετε Γειά.
Κακά τα μαντάτα που το γιατρόν, Λεμονιά.  Παρπατά μέσα σου σάν τη φωθκιάν που κρούζει το δάσος το κακόν, τζι οι θεραπείες σκοτώννουν τα πράσινα σου μμάθκια μέραν με την ημέραν.  Έλειψεν άραγες σου η δύναμη ?  Εγύρεψες τον πάλε το πρωίν, είδα σε, τον Άη Γιώρκην (έτσι τον λαλείς τον άγγελον που κουβαλείς)   να σε σηκώσει πάς το δράκον να σου δείξει που ψηλά ποιόν εν το τάτιν της ζωής, τη σημμασία της,  να σου τα δείξει, να θυμηθείς το Νόημαν  να αντέξεις τζι άλλον να πολεμήσεις.  Ήρτες φαρματζιεμένη που τους γιατρούς.  Τζιαι σάν έππεσες στον καναπέν που το σουζάλισμαν των φαρμάκων, τζι έφαες,   επήα ώς τη θάλασσαν να παρπατήσω μανιχός μου πέρκι έν με δεί πλάσμαν να μαραζώννω,   μόνος μου επήα να ποφυσήσω τζιαι να μου δώκει η αλμύρα να ξιάσω λλίον, που κάθη μέρα χάννω σε τζιαι λείφκεις.  Τουλάχιστον άθθισεν το παμπάτζιην που εφύτεψες τζι εχάρηκες.  Εξήντα χρονών γεναίκα τζιαι σιέρεσαι με τα φκιόρα σου σάννα τζι είσαι κοπελλούα.  Τζι ας ζήσει περίτου σου το παμπάτζιην που εφύτεψες.  Σάν

Σκαλίζω τζι αγνοώ..

Να με συχχωρείς, φίλε, που δέν απάντησα τα σχόλια.  Το καταραμμένον μαραφέττιν του ίντερνετ έν μου διά καλή λήψην.  Που την άλλην, κάμνω αποτοξίνωσην.  Καθόλου τηλεόρασην, καθόλου νέα, ούτε συζητήσεις άκουσα για την Μεγάλη Τραγωδία, ούτε λαμβάννω μέρος στον διχασμό που έφερε.  Να πικραθθώ τζι άλλο?  Έν γίνεται.  Κάθουμαι στην δροσιά τ' αλμυρού αέρα κοντά στη θάλασσα μές το Πετραίο, σκαλίζω τες ρότσες μου, παίζω με τα μωρά μου, τζιαι πλάσμαν δέ θωρώ.    Τες νύχτες πυρώννω, έν βάλλω κλιματισμόν  -μιάν οικονομίαν κάμνω του ρευμάτου, για να δικαιούμαι τες ημέρες να δουλεύκω τα εργαλεία δίχα να νώθω ενοχές. Εμεγάλωσεν το γένιν πάλε, μοιάζω ηλιοκαμένος όπως είμαι με γεωργόν, τζι αρέσκει μου, πάει μου η πέτσα τ' αθρώπου που ζιεί μές τη φύσην.    "μάνα, γιατί με εγέννησες σε χώραν του τρίτου κόσμου τον άμοιρο?"  Πόσον βαρκούμαι τους αθρώπους.. Την τέγνην έν τη βαρκούμαι ποττέ.  Την καλοσύνην.  Την ομορκιάν.  Μα τους αθρώπους βαρκούμαι τους, εν όφτζιεροι οι παραπάνω. Έναν χαμό

"Κύπρος", ποσιερετώ σε.

Το κορμάτζι μου έν θα το ξαναδείς να σου δωθεί.  Θα έρκουμαι, ξένος,  να σ' απολαύσω μουσαφίρης μές τες κάμαρες σου για να κλεψω ήλιον τζιαι θάλασσαν που την αυλή σσου.   Μα να σου δώκω πίσω κάτι τις δικό μμου, ορκίζουμαι ποττέ δέ θα ξαναγινεί.  Έ σσαξίζει. Τα μαθήματα αφού έν τα έμαθες.  Πιάννω σά φεύκω το κομμάτιν της ψυσιής μου πο φύλαξα κάτω πο μιάν ελιάν τζιαι βάλλω το στην πούγκαν να το πάρω μιτά μου. Έν είσαι χώρα.  Είσαι χωρκόν, καφενές  εχτός ελέχχου.  Νταηλλίκιν, "τζι εγιώ έν ιφταίω" στα σιείλη σου. Ο  μάστρος ξέρω πάντα αναλαμβάννει ευθύνην.  Λαλούν το οι ιμπεριαλιστές accountability.   Εν έσιει ποτούτο δαμέ.  Χαρραμίζω το φτύμμαν μου, το ννούν μου.

Εσούστηκεν το Πετραίον.

Σκαλίζεις πέτρες για να μείνουν, λαλείς, στην αιωνιότηταν.  Μορφές με φόντον τη μεσόγειον ανεξίτηλες.  Έν καταλιέται εύκολα η πέτρα.  Τζι η σοφία της γής μαλαχτά μαλαχτά την χαδεύκει σάν τον άνεμον ώς τη στιγμήν που θα γενούν άμμος πάλε. Έσιει σοφίαν η γή.  Έν έσιει άλλην επιλογήν. Εν ο άθρωπος που έσιει την επιλογήν να γυρεύκει τη σοφίαν ή να την ξαπολά. Τίποτε έν έναι μόνιμον, κόκκαλα είμαστεν τζιαι χώμαν, τζι η ζωή μας, τα έργα μας έν εξαρτούνται που 'μας. Φέρτε μου άθρωπον που να 'σιει σοφίαν, τζιαι μόνον τότε θα νώσω να είμαι Σπίτιν μου. Τζιαι 'ντάξει.  Αν εππέφταν τα αγάλματα, ο Πετραίος (π'ον δέκα μέτρα ύψος τζι εσούστηκεν πρίν την ώραν του)  χαλάλιν.  Οι πέτρες εγεννηθήκαν να τες καταλύσει η γή, εν ύλη.  Γιά ο άθρωπος, αν βιαστεί να κάμει τη δουλειάν της γής.   Αν εππέφταν θα εγίνετουν έγκλημα, καταστροφή του έργου ενός αθρώπου που παλεύκει για την αιωνιότηταν.   Χαλάλιν.  Ξανακάμν(ω)ουμεν τες.   Μα οι ψυσιές που εχαθήκαν, πόννεν έννεν ύλη, εν θεϊκός

Ματωμένες πέτρες

Τέσσερα αρκοπέζουνα του Μαζωτού.  Έντεκα κουρκουτάες.  Τζι έναν κουπάϊ στρούφοι πασιόκωλοι.  Φόος τζιαι τρόμος των αγαλμάτων, πηγή άγχους για το μάστρο-γλύπτην τζιαι τη μάναν μου.  Μπαίννουν μές τα κλουφκιά των όρνιθων τζιαι τρών φαϊν αβάτταν, σικκιρτίζουν τες τζι έν μας γεννούν αφκά.  Τζι οι πέζουνοι κάθουνται πάς τη κκελλέν του Πετραίου, της Ευρώπης, της Οικογένειας, της Πρώτης Απριλλίου, πάς τη κκελλέν των Σιαμαίων,  τζιαι ξαπολούν τσιλλάρες.  Τρίψε τζιαι να τρίψεις τες πέτρες κάθη μέρα μές τον νήλιον πάς τες σκάλες.  Πόσον. Τζαι ππέφτει πάνω μου η ευθύνη να τα καθαρίσω, πάντα εμέναν.  Εγιώ που μούγιαν έν ηβλάφτω ποττέ μου, που ζιώ λαλώ μόνον για την ομορκιάν τζιαι την αγάπην, εγιώ με τα σιέρκα τα μαλαχτά, παράξενον έχω ταλέντον στο σημάϊν που μιτσής, μάστρος τ' αεροβόλου, τζιυνηός, χάρος των κουρκουτάων τζιαι των πουλιών.   Πιάννω το θρυλικόν Γουέμπλεη τ' αεροβόλον που έν χάννει ποττέ του, τζιαι φορώ στο σώμαν μου τον αντρισμόν τον πρωτόγονον.  Έν έσιει λύπησην γιά συναισ

Ο Αέρας, ο Τοίχος, τζι η Ελευθερία

Φορώ, πάλε, του γλύπτη το κατασχισμένον το πουκάμισον το πράσινον  το πολλοτριμμένον π' άφηκα πέρσυ μές τ' αρμάριν τζ' ήβρα το να με καρτερά πλυμμένον, ανυπόμονον,  του μαραζιού του περσινού πουκάμισον πον πάς τους νώμους μου νάκκο σφιχτόν τζιαι ξοβαμμένον τζιαχαμέ που τό' φαν τρίψε τρίψε η πέτρα τζι ο νήλιος του καλοτζιαιρκού.  Τζειμέσ' τ' αρμάριν πό' κατσεν τζι επέρασεν σιειμώναν μόνον του κρεμμάμενον στα σκοτεινά, εσκέφτειν το μαράζιν, εξέρασεν το, εξιμάρησεν,  επλύθθηκεν, τζι εντύθηκεν -καμαρωτός γαμπρός-   να καρτερά να έρτω πάλε, εγιώ η νύφφη του, να το φορήσω. Τζιαι μές τη μπλού τη σίκλαν μου του χτίστη  τζοιμούνται μήνες τα εργαλεία μου του καταλύτη πετροφά.  Ξυπνώ τα.   Μιάν εφτομάδαν πελεκώ τες ασπρόπετρες.  Με την ανατολή, ξυπνώ, τζιαι παίζω των μωρών μου, τζιαι γλέπω την Αγάπη μμου.  Το μεσομέρι γίνουμαι ο Δράκος, ζώννουμαι 'ργαλεία, χάννουμαι μές τον κόσμο μμου τον πλούσιον π' άκρην έν έσιει, τζι ώς το δείλις με τη θέλησην τη σιεροτζιέφ

Ποσιερετώ σας.

Έτοιμες σχεδόν οι βαλίτσες. Φεύκουμεν αύριο τζι άγχος κανέναν έν έχω. Πότε θα τα ξαναπούμεν, έν ιξέρω.  Όποτε πάω σε ίντερνετ καφέ φαντάζουμαι.

. "Ο Δράκος" .

Εικόνα
Τούτος εν ο Δράκος μου.  Ετέλειωσα τον σήμμερα.  Έτριφα τον έσιει που το πρωίν να γυαλλίσει.   Άρκεψεν πέρσυ το σεπτέβρην την ημέραν που ήρτα πίσω τούντο έργο, τζιαι κάθε φοράν που μου εμίλαν εκόντευκα του τζι επίντωννα λλίο λλίο.  Εν μάρμαρο της περιοχής, σκλερόν πολλά, επαίδεψεν με κάμποσον.  Εν αυτοπροσωπογραφία της φάτσας της ψυσιής μου. Τούτος ο Δράκος μου εν ο Μάστρος της Ελευθερίας, για λλόου του γράφω τζιαι σκαλίζω,  τζιαι δείχνει μές τη σφίξην του την ευθύνην της ελευθερίας, του είναι βάρος δυσκολοκουβάλητον η ελευθερία τούτη τζιαι σφίγγεται με ούλλην του τη δύναμην να την τραβήσει πίσω του για να παρπατήσει.  Τεντώννει το λαιμόν, σφίγγει τα δόγκια του τζιαι τραβά το σώμαν του . Έτσι εν η ελευθερία.  Πολύπλοκη κατάσταση νού.  Τζι ο έτοιμος άθρωπος μόνον μπόρει να σηκώσει το βάρος της, τζιήνος που έσιει μύς δυνάμενους να την αντέχουν. Σιερετώ.

Ξανά ο Ποδητός Χορός

Εικόνα
Ξαναβάλλω το Χορόν τον Ποδητόν που έγραψα πρίν κανένα θκυό μήνες.  Γιορτάζω τον χρόνον που επέρασεν τζι εν τούτον το κομμάτιν που με εκφράζει καλλύττερα. Χτίζεται σταθερά σάν την ηδονήν τζιαι ξεσπάζει 2-3 φορές, με τρόπον για μέναν ιδανικόν, σάν την ηδονήν που μόνον οι γυναίκες μπορούν να νιώσουν (τυχερές!  όι μιά φοράν μπάμ τζιαι κάτω σάν εμάς..) Θυμούμαι ούλλες τες νύχτες που το έγραφα, τα μμάθκια μου τα κουρασμένα η ώρα θκυό το πρωίν που ετέλλειωννα, πόσην που την προσοχήν μου μου ερούφαν σάν το άκουα τζιαι έσβυννεν ο κόσμος, τες οπτασίες που εθώρουν, τους γέρους που εκάτσαν μαζί μμου να μου ψιθυρίζουν μουσική μές το φτίν, θυμούμαι τα τζιαι σιέρουμαι που γίνεται το αθρώπινον κορμίν να πλάθει ήχον τζιαι να αισθάνεται. ΈΝ τζιαι θέλω τίποτε άλλον.  ΕΝΑΣ  σας να μοιραστεί μαζί μμου τούντην ηδονήν, τζι έκαμα τη δουλειάν μου. ΕΝΑΣ σας να κάτσει να συγκεντρώσει ούλλην του τη χαράν μιά νύχταν, να πιεί ζιβανίες, ή άλλα πράματα,  τζιαι να βάλει τούτον το κομμάτιν στα σκοτεινά, τζιαι ν

Το μανιφέστον του "Θέλω να' μαι αφανής."

Εικόνα
Πόψε παίζουν το κομμάτιν μου σ' έναν που τα σημαντικά θέατρα χορού της Νέας Υόρκης, τζιαι μάλλον θα έσιει review του μπαλέττου μου στους New York Times.  Στ' αρχίδια μου.  Ούτε φουσκώννει ο εγωισμός μου, ούτε με κόφτει.  Κρατώ την ανάμνησην των 4 εφτομάδων που μου επήρεν να γράψω το όμορφο μμου κομμάτιν, τζι εν αρκετόν.    Τζι έρκεται που φυσικού του τούτον, έννεν πως ακολουθώ κανέναν σύστημαν σεμνότητας.  Απλά εν στ' αρχίδια μου τούντα πράματα, ασήμαντα.  Τα 2 λεπτά χειροκρότημαν έν έχουν ψυχικήν αξίαν.  Έν συγκρίνεται το 'πράβο' με την ηδονήν του γραψίματος.  Έν φορτώννεται η ψυσιή πλούτη με την επιβράβευσην, μόνον ο εγωισμός, τζιαι τούτος εν προσωρινόν πράμαν που βιώννει το κορμίν.  Την επιβράβευσην της ψυσιής που πασκίζει να δημιουργά κάθε λεπτόν, παίρνουμεν την μαζί μμας στην αιώνια ζωήν.  Είπεν μου το το πουλλάκιν τούτον. ΈΝνεν πως έν εδοκίμασα.  Έννεν πως έν εγνώρισα την 'επιτυχίαν'  (στα κλασσικά μέτρα μιλούμεν)   πρίν πέντε χρόνια εκράτουν το δρόμ

Αντίο σεττάρ μου με το σεκλέττι σου

Εικόνα
Έ, να μέν ηγράψω τζιαι 2-3 κομμάθκια πρίν να φύω? Κάθουμαι μές το εργαστήριν μου της μουσικής, άφτω τζιερκά, χαδεύκω τα είδωλα, συγκεντρώννω τες αναμνήσεις, αφήννω με να πικραθθώ τζιαι να γεμώσω παράπονον, τζιαι γράφω.  Γράφω τζιαι εν γεμάτη η κούζα.  Τελειώννω τζιαι φκερώννει. Αφήννω την πίκραν να μιλήσει.  Τζι όσον της διώ φωνή, φεύκει που πάνω μου τζιαι φήννει με αθώον τζιαι καθαρόν.  Ο έρωτας, ο θάνατος, τζι η έκσταση εν συγγενείς κοντινοί. Πάμε.  Κομμάτιν πρώτον. Ήντα γλυτζιά που εναι η πίκρα..

Αντίο, εργαστήριν μου.

Εικόνα
Το εργαστήρι μετά που τη μάχη, ένα χρόνο εκράτησε σχεδόν, καρτερά να το καθαρίσω πρίν να φύουμε.  Μα τί ωραία, θωρώ πραγματικά τη ξημαρισιά τζιαι το χάος που δημιουργεί η κάθε μάχη που κάμνω μές τη ψυσιή μμου!  Έννεν θεωρίες, ούτε σκέψεις.  Εν υλική η μάχη, φαίνεται πάς τα καταλυμένα εργαλεία, τη μαρμαρόσκονη που καλύπτει τα πάντα -θυμίζει μου τους ασπρόλοφους κοντά στον Κοτσιάτη-    εν ολόκληρην Κύπρον που εκατάλυσα δαμέσα.  Εκαθάρισα πουμέσα, εξημάρισα έξω, τζι εγέννησα τέχνην.  Απλή διαδικασία. Σε στενό δωμάτιο, κάτω που το γή,  στο σιειρόττερο σημείο του σπιθκού μου -μές το υπόγειο, το υγρό, το γρανιτένο, έχτισα τον Καταλύτη τζιαι τον Μεταφραστή.  Με βίαια εργαλεία που κόφκουν, χτυπούν, ακκάννουν την αιώνια ύλη της πέτρας. Τζι έδωκα έτσι τη πνοήν τζιαι φωνήν στον κόσμον τον εσσωτερικόν που μόνο σε μορφήν σκαλισμένη μπόρει να πεί την ιστορίαν του. Σφυρί, κοπίδι, μάρμαρο.  Μολύβι.  Απεριόριστες δυνατότητες έκφρασης. Το πιό σημαντικό εργαλείο, χειροπ

Άτιτλος

Εικόνα
Εψές εγέννησα έναν άδρωπον, μα δέ ξέρω κόμα τί να τον ονομάσω.  Ούτε τί εννοεί.    Κάτι τον ανυσηχεί πάντως..

Αυτοπροσωπογραφία

Εικόνα
Ταξίδι προς Ατλαντίδα. Θκυό χάρτες. Η έκσταση μου η χορευτική της ψυσιής, σούφης που κοντεύκει της Αγάπης, τζι ας σφίγγει πάντα τον λαιμόν ο αγράγκαθθος. Η έκρηξη έρκεται που το κέντρον του οργανισμού. Ταξίδι προς την Ατλαντίδα Πρώτα γίνεται τούτον. Ο  Μύλος της ψυσιής.    Καθόλου έν τον φοούμαι, ο φόος εν χαμηλού κέντρου συναίσθημαν.  Τρείς φορές τον επέρασα..    Τα τρία μέρη της ψησιής γεννούν, κάμνουν εμετόν, τρών το έναν το άλλον τζιαι αναγεννιούνται,  ΕΝΑ. ................................ Τζι αν θέλεις, συνοδοιπόρε να θκιεβάσεις το χάρτη, που περιγραφήν δέν επιτρέπεται να δώκω, κοίταζε τα σχέδια τζι εννα φανούν τα κρυμμένα σχήματα..

Ο Πολεμιστής

Εικόνα
Κρατείς το σύμβολον του πολεμιστή τζιαι διαλογίζεσαι. Εν ψάριν, γεναίκα, τζι ακόντιο μαζί. Τζι ότι χρειάζεσαι να σου πεί ο νούς σου, λαλεί σου το.

Ύμνος στην Αμερικήν

Μισώ σε αμέρικα γιατ' είσαι διπλοπρόσωπη σειρήνα τ' οδυσσέα δρακούνα τζιαι γητεύτρα (Εγώ μιτσής τζι αθώος εικοσάρης ήμουν τότε τζι ελύσσιασα τα θκυό βυζιά σου τα πελώρια τζιαι το πουττίν το καρπερό σσου) πουλάς μου κάθη μέρα ελευθερίαν τζι τη γλυτζιά σσου ανωνυμίαν -θκυό θησαυρούς που τους γυρεύκει ο άθρωπος πουλάς την πιθανότηταν τζιαι την ελπίδαν "ούλλοι μπορούσην να πετύχουν δαχαμέ" λαλούν τα σιείλη σου -κόμα τζι οι παραθκιάνταλοι συνθέτες π' όν ταιρκάζουν . μα είσαι καρτάνα αμέρικα, ξαθθή αμέρικα στάρλετ του χόλλιγουτ π' όποιον συφφέρει τον γαμείς Ξαπόλυτη, πασιοκώλα του μακτόναλτς, μα τούντην ελευθερίαν έν την αλλάσσω με καμμιάν άνεσην! Τουλάχιστον, τους όγρακους δακάτω μπόρω να τους ποφύω, ορίζω τη δική μμου μοίραν με τα σιέρκα μου τα θκυό. Τζι όποιος θέλω είμαι, τζι ότι θέλω λαλώ, έν έσιει εμπόδια η μήτρα σου. Επήρε' μμου δώδεκα μήνες, να παλεύκω, να τσιλλιούμαι.  "Ποιόν εν το σωστόν να κάμω?" Τζι όσον τζιαι να σε μι

Πάει τζιαι φέτος η συναυλία

Πράβο σας λεβέντες μου μαθητές που εκαταφέρετε να παίξετε καλά τα κομμάθκια σας.  Έσιει θκυό μήνες που σας πιέζω να πάτε πιό ψηλά που το άνετον σημείον της γνώσης.  Είπα σας "πάμεν ταξίδιν"  τζι ήρτετε με εμπιστοσύνην.  Μιάν έσπερνα ενθάρρυνσην, μιάν επότιζα με αυστηρόν ύφος, σιγά σιγά εγίνηκεν η δουλειά τζι η σοδειά εν πλούσια.    Τζι όσα εφύτεψα με γνώσην τζιαι προσοχήν, ήρταν πίσω μαζεμένα εχτές ανθισμένα.  Το καλάθιν της χαράς εν γεμάτον.  Πράβο για την πρόοδον σας.  Κοσπέντε ζευκάρκα μμάθκια εχαμογελάσαν μου μετά που την τελευταίαν νόταν που επαίξαν τα εξασκημένα σιέρκα.  Τί άλλο θέλει το πλάσμαν? Είμαι ιδιαίτερα περήφανος για τα κοπελλούθκια που έννεν average, σιέρουμαι τους αυτιστικούς μου που με τόσην προσπάθειαν πολεμούν να μάθουν τζι επαίξαν όσον καλλύττερα μπορούν, σιέρουμαι όσους έχουν προβλήματα μάθησης για το ήθος τους τζιαι την αγνήν τους αγάπην για τη μουσική.  Σιέρουμαι τους που παρ' όλην τους τη δυσκολίαν πάντα προσπαθούν τζιαι πολεμούν παραπάνω που άλ

"άαααα, θέλω να πάρω τα μωρά στες βαρκούλλεεεεες...!"

Αμάν πόσον όξινα εν τα μούτρα της σήμμερα, αγκρισμένα τζιαι παραμορφωμένα.  Ρουθουνίζει σάν το αγριογούρουνον, θωρεί με τζι οι κεραυνοί πετάσσουνται που το μέτωπον της τζιαι φακκούν δίχα αποτέλεσμαν πάς την Ασπίδαν μου.  Χασκογελώ τζιαι λαλώ πελλάρες.   Πόσο θυμόν έσιει ολάν!  Μα κρατώ Ασπίδαν τζιαι δέν με πιάννει, γελώ τζιαι πειράζω την.  Την Αγάπην μου πιάννει την όμως η κεραυνοβολία, έν μπορεί να καταλάβει πώς μπορεί η δρακούνα να εν τόσον κατζιάρα τζι αναίσθητη, έν το χωρεί ο νούς της. Δέ πόσο γεμάτη εν η σακκούλλα του θυμού, θυμού που μαζεύκεται 70 χρόνια μές το κορμίν της  θκιαόλας πλάθει της ρυτίδες γυρόν που τα φρύθκια συννεφκιασμένες ρυτίδες τζιαι χτιτζιόν σάν ναν ρυάκια που κάμνει ο βόθρος άμαν ξεχυλίζει που στουππωμένον λάκκον. Φακκά το πόδιν χαμέ σάν το μωρόν, τζιαι κάμνει σκηνήν.  Αφού χρειάζεται το.  Εν ναρκωτικόν ο θυμός.    Το δράμαν ταϊζει το τέρας της τζιαι κάμνει την να νιώθει καλλύττερα για λλίο.   Άκου άκου μωρίστικο λόγο..  Γιατί, μα γιατί, ωιμέ να της στερήσο

Ο νιπτήρας του μπάνιου.

Είμαι μές το άγχος, αύριον εν η συναυλία των μαθητών μου τζι ύστερα έχω τες δικές μου συναυλίες με τη χορογράφον μου.  Εν το μεταξύ αν είσαστεν νέαν υόρκην στες 17 του μηνός να κοπιάσετε στο χοροθέατρον Merce Cunningham στο Village κάτω στο μανχάταν.  Μές το άγχος το λοιπόν να πάν τα πράματα καλά τζιαι να κλείσω το 'εργοστάσιον' πρίν πάμεν κύπρον να αράξουμεν νωχελικά τα κορμιά για μιάν διμηνίαν. Λοιπόν εψές έσπασεν ο νιπτήρας έμμε κανούν τ' άλλα ούλλα, τζι είχα τη φαεινήν ιδέαν να προσπαθήσω να τον σάσω.  Χάννει νερόν που τη σωλήναν αποχέτευσης τζι είπα να γλυτώσω τα $300 που θέλει ο υδραυλικός για μισήν ώραν δουλειάν.  Πόσον δύσκολον έναι να αλλάξεις μιά σωλήναν ολάν, είπα του εαυτού μου τζι επήα στο Home Depot να γοράσω εξαρτήματα.  Φέρνω τα, θκυό σωλήνες, τέλλαν του υδραυλικού, κατσιαβίθκια, εγλίππαρα την με $40 τζι έκαμνα τον νταήν τζιαι τον πάσh άδρωπον του σπιθκιού  (συναίσθημαν που δέν έχω συχνά, αφού ακόμα τζιαι για να αλλάξω μιάν λάμπαν καρτερώ να μου έρτει μύνη

Ο ανεμοστρόβιλος

Εικόνα
Εχτές είχαμεν κατάστασην εχτάχτου ανάγκης στην πολιτείαν μας.  Ήρταν κάτι νέφη, καταιγίδες τεράστιες γεμάτες αέραν χογλαστόν τζι υδρατμούς.  Συνταγή καταστροφής βιβλικής που λαλούν τζιαι τα media.  Σάν εδίδασκα ήρτεν μου μύνημαν που την Αγάπην στο κινητό  "έρκουνται ανεμοστρόβιλοι, έλα έσσω".   Επέτησα τζι εκλειστήκαμεν μές το σπίτιν να καρτερούμεν μήπως μας κατεβεί κανένας στρούφαλλος μές τη γειτονιάν τζιαι κάμει μας τα καλοτζιαιρινά.  Εκάτσαμεν μακρά που τα παράθυρα έτοιμοι να την κάμουμε για το υπόγειο που στιγμή σε στιγμή.   Ευτυχώς για μάς τζιαι δυστυχώς για άλλους επήεν αλλού το κακόν, εμείς είχαμεν μιάν απλήν νεροποντήν στύλ 'κατακλυσμός του Νώε'  με συνοδείαν απίστευτου αέρα τζιαι με κεραυνούς κάθε δευτερόλεπτον.  Απίστευτο θέαμα.  Επέρασεν που κοντά μα δέν εσταμάτησεν δαμέ. Εγλιππάραμεν την με λλία λόγια.  Δακάτω άμαν κάμει στρόβιλους εν σοβαρή υπόθεση.  Έν μιλούμεν για καμιά στέγην τζιαι κανέναν κλωνίν μές το δρόμον.  Μιλούμεν για ατομικήν πόμπαν που κατασ

Iούνης

Θκυό λεπτά ήταν ο χρόνος που επέρασε φέτος.  Νομίζω έκαμα τόση δουλειάν που θα εχρειάζετουν 3 χρόνια να την κάμω κάτω που άλλες περιστάσεις.  Κάμνω μιάν σούμαν.  Στους εννιά εργάσιμους μήνες έφκαλα τα προς το ζείν για δώδεκα, που σημαίνει έλυσα της δουλειάς.  Έκαμα τζιαι καμιάν δωδεκάδαν αγάλματα, τζι έγραψα 2 ώρες μουσικήν σε θκυό διαφορετικά στύλ.  Εθκιέβασα τζιαι καμιάν τριανταρκάν βιβλία για τη ψυσιήν.  Καλά επήαμεν, έν έχω παράπονο. Ακόμα δέκα μέρες δουλειάν τζιαι κλείει το 'μαχαζίν', δέν θα εξηγήσω πλασμάτου τίποτε για θκυό μήνες, τζι εν φανταστικόν τούτο.  Εν καλή η σσιωπή. Κοντεύκει τζι ώρα να πάμεν πίσω κύπρον για το καλοκαίρι.  Έν είμαι ενθουσιασμένος φέτος.  Εννα δείξει άμαν πάμεν τζι ύστερα αν θαν καλόν το καλοκαίρι ή όι.  Να πώ την αλήθκειαν θα επροτιμούσα να επηαίνναμεν για κατασκήνωση στο grand canyon ή στες λίμνες δακάτω, ήσυχα ήσυχα χωρίς πολλύν κόσμον. 

Ο ρυθμός ενώννει.

Ήρταμεν Νέαν Υόρκην για το σ/κ να μείνουμε στους στενούς μας φίλους κάτω στο Μπρόνξ που ζιούν σε μιά γειτονιάν ευάερην τζιαι μαρμαρόσπαρτην πάνω σ' έναν λόφον που δεσπόζει του μανχάταν, γειτονιάν καμπόσον αρχαίαν με βικτωριανά σπίθκια   -άν και γεμάτην κόσμον κυρίως εκνευρισμένον κόσμον που φκάλλει τα νεύρα του με φωνές, καφκάες κλπ μές τους δρόμους τη νύχτα αφού δίπλα που τα σπίθκια τα βικτωριανά έσιει πολυκατοικίες-κουθκιά.   Έσιει τα συνηθισμένα προβλήματα της πόλης, έγκλημαν, φασαρία, πεξιές, κλπ κλπ.  Όι πως φοούμαι, η πόλη μας εντζιεν ήσυχη εμάς ένιγουέη οπότε η φασαρία εν γνώριμη. Εψές εκάμαμεν μπάρμπεκιου παϊδάκια στην αυλούδαν τζι εφάαμεν τα παρέαν με κάτι φοβερά τάκος που μιάν τακερίαν φανταστικά αυθεντικήν δαμέ δίπλα που το μενού εν μόνο στα ισπανικά γραμμένον  (τάκος με καρδίαν του σιοίρου εξαναφάετε?)   τζιαι  ερουφήσαμεν καμπόσες τεκίλες ψηλής ποιότητας ποτζιήνες που ρουφάς σιγά σιγά αντί να τες στυλλώννεις.  Δίπλα μας τα τραίνα να περνούν με θόρυβον κάθε 2 λεπτά, τ

Ναί. Όχι.

Τη δευτέρα, να λαλείς ΝΑΙ σε όποιον σου ζητά κάτι.  Τζιείνος που σου κόφκει το δρόμο ζητά σου να περάσει.  Άφησ' τον.  Αν λαλείς ΝΑΙ ούλλη μέρα, έν θα νευριάσεις. Τζιείνος που μάσιεται να σου γελάσει στη δουλειά ή να κάμει σπιουνιές ζητά σου να τον αφήκεις να έναι ποιό σημαντικός που σέναν.  Πέ  ΝΑΙ, τζι έν θα πληγωθεί κανένας εγωισμός. Την τρίτην, να λαλείς ΟΧΙ σε όποιον σου ζητά κάτι.  Συνέχεια ΟΧΙ.  Πέ του ζηθκιάνου του άστεγου να πάει να γαμηθεί.  Πέ της γεναίκας σου να ππέσει μόνη της πόψε.  ΟΧΙ συνέχεια ΟΧΙ. Να δείς πόσο δυνατόν πράμαν εν το ΟΧΙ τζιαι πόσο μας κάμνει υπερδύναμους. Την τετάρτην να λαλείς ΙΣΩΣ.  "Πάμεν για ποτόν ρέ?"   "ΙΣΩΣ".  Μέν πάρεις αποφάσεις για τίποτε, μέν υπόσχεσαι.   Κανένας έν θα πληγωθεί έτσι, τζι ούλλους θα τους έσιεις ικανοποιημένους. Την πέμπτην να λαλείς ΜΕΤΑ.  Το μετά εν υπόσχεση του ΝΑΙ μα έν έσιει χρονοδιάγραμμαν. Την παρασκευήν να λαλείς ΠΟΤτΕ, τζι εννα βρεθείς βασιλιάς του κάστρου που ορίζει την μοίραν τ

Έβδομη προσευχή

Καλόν ναν το ταξίδιν το μοναχικόν. Τζιαι το κέδρενον μου το καράβιν στέρεον ας έναι, Ποσιερετώ την Ιθάκην. Έγραψα το έπος του πρώτου ταξιθκιού, τζιαι καθαρός σαλπάρω για τον Ατλαντικόν Ωκεανόν.  Τζιαμέ, στη μέσην του εν η πόλη που εν κύκλος μές τον κύκλον μές τον κύκλον. Τζι έτσι, ο Λώος ο πολεμιστής, παρέαν με τον Κανέναν, τον Άγριον, τον Συνθέτην, τον πετροπελετζιητήν τζιαι τους κωπηλάτες, εννα μείνουν στην Ιθάκην. Εγιώ ο Μάστορας φεύκω.  Τζιαι το ταξίδιν τούτον, μόνος σου το κάμνεις, με δίχα να το περιγράφεις. Γλέπε με τρισμέγιστε να σε γλέπω τζι εγώ.

Έχτη Προσευχή

Εικόνα
Πρώτα εν το Χάος, το ένστιχτο, η λειτουργία χωρίς γνώση. Τζι έρκεται μιάν μέραν η νόηση, "Έν Είμαι Μόνον Ζώον". Ούλλα αρκέφκουν που μιάν αμφιβολίαν που εξελίσσεται σε Μάχην ενάντια στον εαυτόν.  Άμαν καταλάβεις πως όσα σε κρούζουν εν στρατοί που σε πολιορκούν, αρκέφκεις να παλεύκεις τζι εσύ. Τζι αν φανείς τυχερός τζιαι καλός πολεμιστής, καταλαβαίνεις πως όσα σε πολεμούν εν πλασμένα που την ίδιαν ύλην που είσαι πλασμένος τζι εσύ. Εν τραγικόν.  Όσα μισάς για σέναν, είσαι εσύ.  Όσα σε τρών, είσαι πάλε εσύ.  Τζιαι δέν θα φύουν ποττέ, είσαι Εσύ. Τζι όση γνώσην τζιαι να αποχτήσεις, ψυχολογικήν, πνευματικήν, το μόνον που κάμνεις εν να συνεχίζεις τον πόλεμον σε πιό ψηλά επίπεδα με δυνατόττερα όπλα, πολλές καταστροφές. Τζι αν φανείς τυχερός, σοφός, αν μεγαλώσεις τζιαι γεράσει η ψυσιή σου μές τους πολέμους, στο τέλος θα κάτσεις στο τραπέζιν να μιλήσεις του Οχτρού.  Στην αρκήν θα εναι απλά ένα παιχνίδι, τζιαι θα προσπαθεί να γελάσει ο ένας του άλλ

Πέμπτη προσευχή

Εικόνα
Χωρίς να ανακαλύψουμε τον Δεύτερο Εαυτό, δέν μας βοηθά καθόλου η γνώση, ούτε η εμπειρία. Χωρίς το τραύμα του Διαχωρισμού, δέν μπορούμε να έβρουμε το μονοπάτι μας. Ποιός αντέχει τον Διαχωρισμό τζιαι τον πόνο, την σχιζοφρένεια που φέρνει ο καθρέφτης όταν βρεθούμε ενάντια στον εαυτό? Ποιός μπόρει αληθινά να αγαπήσει έτσι οχτρόν? Άντεξε τον Μεγάλον Πόνον. Η Θηλυκή Ενέργεια προσφέρει το στήθος της να πιείς το γάλαν της Αγάπης τζιαι να γίνεις 1, 2, 3, 4 μαζί. Το γάλαν της αγάπης εννα γινεί δημιουργία, Λόγος τζιαι Ποίηση.