Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Ιούλιος, 2009

Στα καταγώγια μετα μουσικής, πόνου, κουβέντας, λύτρωσης.

Έσιει τόπους που δέν είναι σωστό να βκάλλεις φωτογραφίες, ούτε να τραβάς βίτεο, ούτε να ηχογραφάς τη μουσική που ακούεις.   Εν βέβηλη πράξη.   Έσιει τόπους που δέν πρέπει να σκέφτεσαι τίποτε άλλο εχτός απο το Δαμέ, το Τωρά, το  Είμαι.   Έσιει τόπους κάτω που κλήματα φορτωμένα σουλτανίνα σε εσωτερικές αυλές τόπους κρυφούς γυρόν που τραπέζια με απλούς αθρώπους που σου διούν το σιέρι τους τζιαι σφίγγουν το πρίν να φύουν μές τα σκοτεινά κάτω που το φεγγάριν της μεσαρκάς στο τέλος της νύχτας μετά που εμοιραστήκετε κουβέντες ίσιες που εφκένναν κόμπον κόμπον πονεμένες τζιαι μουσικήν αρχαίαν που μπαίννει κατευθείαν μές τα λαγούμια της ψυσιής σάν τον ποταμόν τζιαι κάμνει σταλακτίτες σάν το κέντημαν να τους κρατείς μέσα σου να τους σιέρεσαι  αμα ππέφτεις μες στα σκοτεινά στο κρεβάτι σσου τζιαι σκέφτεσαι άγρυπνος την ομορφιάν που έσιει ο κόσμος κόμα, την αθρωπιάν, τζιαι το κρυφό μαράζιν της ύπαρξης που μας ενώννει ούλλους τους θνητούς. Πόψε επήα έτσι τόπον με εφτά άλλους.   Σε μιάν ταβέρναν με 4

Ο μιτσής που τ' αζερπαϊτζιάν κάμνει 'μανέν

Πόψε εννα πάω να ακούσω πολλά ωραίες μουσικές σε καταγώγια κρυφά, για λλίους, κάπου που πάν μόνον άντρες για ν' ακούσουν μουσικήν του κλαμάτου.  Αν σώννω ακόμα εννα σας γράψω τες εντυπώσεις μου.   Προς το παρόν, για να φτιαχτώ κατάλληλα  ακούω τούντον ρόκωλον που έσιει στη ψυχούλλαν του παραπάνω συναίσθημαν τζιαι πόνον που τους παραπάνω μουσικούς που άκουσα στη ζωή μμου.  Ρέ μιτσή, τί εκάμαν της οικογένειας σου τζιαι έσιεις τόσον πόνον?   Είσαστε πρόσφυγες?  Εχάσετε τα σπίθκια τζιαι τους συγγενείς σας?  Εν που ζιείς στον Τρίτο Κόσμο, δίπλα του χαμού τζιαι της φτώσιας, μές τους οχετούς σε χωρκόν διαλυμένον ούλλον αρρώστειες?  Εν που επέθανεν ο αρφός σου ή η μάνα σου στη γένναν?  Εν που έν μιλά ο παπάς σου τίποτε?  Πόσα όπλα θωρείς κάθε μέρα να σκοτώννουν αθρώπους δικούς σου?  Εν που έν θωρείς ποττέ σου βολεμμένους  γυρό σσου τζι εν ούλλοι φτωσιοί σάν εσέναν?   Αλόπως κάμνει σου η ύπαρξη σου υποχρέωση να εκφράσεις τούντον πόνον με τρόπον αυθεντικό... Πολλούς σαν εσέναν έν έσιει λεβέν

Στο πανηγύρι του Προφήτη Ηλία, με μμάθκια ξενιτεμένου.

Εικόνα
Ζύμην έπλασα και λουκουμά κατ' εικόναν και ομοίωσην. Κυπριακή ρουλέττα... "Κοπιάστε ρέ μιτσιοί, πουλώ μασιέρκα, ππάλες, αεροβόλα, ότι θέλετε".

Κοντά στην τούρκο- πετροσημαίαν

Επήαμεν πάλε στα κατεχόμενα με τον παπά μου.   Εκόψαμεν ωραίες κουβέντες.  Κουβαλά πολλή σοφίαν τούτος ο άθρωπος τζιαι πολλή συχχώρεση.  Εκαταλήξαμεν πάς τη σημαίαν τους γιατί έθελα να την κοιτάξω που κοντά, να την απομυθοποιήσω. Πρώτα επεράσαμεν που το χωρκόν, προσκύνημα υποχρεωτικό ηθελημένο. Η σύγχιση μου συνεχίζεται.. Να λαλώ την αλήθκειαν αρέσκει  μου πολλά να ταξιδεύκω μαζίν του παπά μου ειδικά μές το χωρκόν μας γιατί εχτός που τες κουβέντες που κόφκουμεν στο δρόμον έμαθεν μου ούλλα  τα στριψίματα, τα σοκκάτζια, τα σπίθκια των συγγενών τζιαι των φίλων του ούλλα  ("δαμέ  εν του Κωστή του Μισοδότζιν.." πχ)  τζιαι πλέον μπορώ να πιάσω το αυτοκίνητον, να μπώ του χωρκού τζιαι να έβρω τες πλατείες το συνεργατικόν τον καφενέν που έπιννεν σουμάδαν ο παππουδιάσπορος ο βρακάς, το σπίτιν που εγεννήθηκα δίπλα που το γυμνάσιον, το μαχαζίν του παππού μου του άλλου, τζιαι μπορώ να προσανατολιστώ μές τους δρόμους του χωρκού εύκολα. Έσιει που με εκρίναν επειδή πάω συχνά..   "Μα κάμ

Στην παγωμένην τη Στιγμήν, το μοιρολόϊν του ταγκό στ' ακκορτεόν.

Για δέκα δευτερόλεπτα μακρόστενα,  αιώνια, πολύτιμα         η ευτυχία   επέτησεν     τζι έκατσεν πάνω μου απαλά σάν να τζιαι ήμουν μίσχος  τ' ανανήλιου  πυρόξαθθος, ετύλιξεν μου τα μαλλιά με τα στεφάννια της τζιαι τα εφτά της πέπλα   τζι  εκοίταξεν με με χαμόγελον περήφανον.   Εγώ εκάθουμουν σε άσπρην καρεκλούδαν πλαστικήν τζι έδρωννα αγκαλιάν με το ακκορτεόν μου μές τον ήλιον του μεσομερκού  ανάμεσα στες τερατσιές τζιαι τους βράχους κάτω που πέτρες με γενάες βλοσυρούς πουκάτω στ' ουρανού το μέγα μπλέ τσιατήριν.   Πόρτα κλειστή στο βάθος εν το Σταυροβούνιν.   Ερούφησα καφέν γλυτζιύν  τζιαι εσσιώπησεν τ' ακκορτεόν.   Εψές επήαμεν σε ρεσιτάλ του οργάνου τζιαι εμπνεύστηκα πολλά.  Ευχαριστώ σας φίλοι.. Έπιασα τζιαι θθυμήθηκα τωρά δέκα ταγκό παλιά ποτζιήνα που τ' αρέσκουν.  Θυμούμαι που τα έβαλλεν πάς το ππικάπ  το  '78  που ήμουν κοπελλούιν τζιαι ετραούδαν τα με την παράφωνην τζιαι παθιασμένην του φωνήν.    Θυμούμαι.   Ούλλα τους εν μινόρε,  στην κλίμακαν του Ντό (π'

Eγύριζα χτιτζιασμένος ώσπου τζιαι ήβρα ταβερνούαν

Άφηκεν μου πικρή γεύσην το πόστ μου εχτές.  Έφκαλα τζιαι νεύρα, εγενίκευσα (ίσως παραπάνω απ ότι πρέπει)  επρόσβαλα  (τζιαι τον εαυτόν μου μέσα)  εχτίζιασα.   Για να μέν μου κάτσει το κακό στο στομάσιην μου τζιαι να σιειροτερέψει την παλιδρόμισην οξέων που με βασαννιά ούτως ή άλλως ορκίστηκα σήμμερα θα γυρίζω όπως το στοισειόν  μές τα όρη τζιαι τα παραρά  να έβρω τόπον που να μου "μιλήσει" στη ψυσιήν κατά 90%.   Μόνον έτσι θα εξιλεωθώ, εσκέφτηκα. Εκόττησα τους μιτσιούς της γιαγιάς τους τζιαι επιάσαμεν το αυτοκίνητον να πάμεν κάπου.  Όπου μας φκάλει η στράτα.  Η καημένη η Αγάπη απόρησεν γιατί έν της εξήγησα τί πάμεν να κάμουμεν τζιαι ενόμισεν εννα πάμεν ρομαντικήν εκδρομήν τζι εχάρηκεν.  (Ξέρει με καλά, τζαι αν της εμολόουν οτι πάμεν για obsessive search αυθεντικού τόπου για φαϊν  όπως μόνον εγώ τον φαντάζουμαι, έν θα επήαιννεν μαζί μου με καμία δύναμη  -" άτε, go do your thing dude"  εννα μου ελάλεν με τα σιέρκα ψηλά παρετημένα  αλα αμερικάνικα). Εφύαμεν προς Λεύκαρ

Πτούυυ πάει τζιαι το Μακένζυ..

Πάμε παραλία με τα μωρά?  Πάμε. Στη θάλασσα της κύπρου της λάρνακας στο μακένζυ σήμερα ανακάλυψα ξανά ένα  χαμένο μου εαυτό που κάποτε έξερε να παίζει γονατιστός με τον άμμο της θάλασσας τζιαι τες σικλούδες τα φτιαράκια τες χτενιές.  Τζιήνος ο εαυτός ήταν κάποτε ενας γελαστός μιτσής τζιαι γεμάτος ενέργειαν πρίν πολλά χρόνια που εγύριζεν τες παραλίες τζιαι εσύναεν καρκαλλίνες, πετρούες τζιαι έχτιζεν κάστρα με το βρεμένον άμμον.  Εχάθηκε για δεκαετίες ολόκληρες αλλά σήμερα εξαναήρτεν δίπλα μου, εκάμαμεν ττόκκαν, τζιαι αμέσως άρκεψεν να μου θυμίζει τες σωστές τεχνικές για το κτίσιμο με άμμο.  Έπιασεν τη ρόζ πλαστική σίκλαν τζιαι εγέμωσεν την νερόν, έφκαλεν με τα σιέρκα ενωμένα λάκκον βαθύν τζιαι έβαλεν μέσα το νερόν να τον γεμώσει.  Ο άμμος του λάκκου επήλωσεν τζιαι εγίνηκεν τέλειον οικοδομικόν υλικό για χτίσιμον κάστρου με πύργους ποτζιήνους που κάμνεις αφήννωντας τον άμμον να ππέφτει που τη σφιγμένη σσου φούχτα λλίο λλίο τζιαι κάμνει βουναρούιν μουττερόν. Ο γιός μου τζιαι η κόρη μου, -π

Ανακατωμένα αισθήματα, επίσκεψη στο πατρικό και η επέτειος της εισβολής

Εμπήκαμεν στο αυτοκίνητο να πάμε 'ποτζιή'.   Έτσι μας ήρτεν αυθόρμητα.  Εν η επέτειος, θέλουμεν να τα δούμεν.  "Πάεις γιέ μου μαζί μου?"   "Πάω πατέρα."   Στο χωρκό.   Για να μου δείξη.   Αφού εμοιραστήκαμεν τόσα τούντες ημέρες.  Θέλει να μου τα πεί τζιάλλον, με λόγια τζιαι εικόνες του χωρκού γυρόν του.  Να μου αφήσει κληρονομιάν. Οδηγούμεν.   Βουρούν δίπλα μας τα ξεροβούνια της ορόκληνης τζιαι της πύλας.  Οι καλαμιώνες εν λλίοι τζιαι βασανισμένοι μές τες λαξιές.   Έν μιλούμεν τίποτε στην αρκή.  Θώρε!   Πόσα στρατόπεδα στο πέρκαμος παναϊα μου!!!    Σπίθκια που τα εφόνευσεν ο πόλεμος τότε τζιαι εμείναν οι σκελετοί τους να τα τρώει ο αέρας τζιαι ο ήλιος σάν τους νεκρούς που εμείναν άθαφτοι τότε στην τάφρον της τροίας.  Μόνον που εμείς είμαστε οι Τρώες δαμέ. Εχάσαμεν τον πόλεμον πατέρα..      Λαλεί  "δαμέ, εβουρούσαμεν σάν τους ποντικούς να γλυτώσουμεν που εβομβαρδίζαν το χωρκόν"     "δαμέ έχωσα τη στολή μμου του αξιωματικού να μέν με δούν να με

Ο Κήπος του Νού, έγινεν ο Κήπος του Έξω εχτές.

Ο άνεμος σά ππέφτει που ψηλά  ορμά οσάν τον ποταμόν τες πευκοφίλητες πλαγιές του Σταυροβουνιού, πετάσσεται τους όχτους τ' Άη Θόδωρου με σhίλιους καβαλλάρηες.  Σφυρά, αγκομαχά πάς τους ασπρόβραχους τζιαι τες καλαμιές.  Έρκεται νάκκον ποδυναμωμένος να αφρίσει μές την πεδιάδαν τζιαι τα ξεροχώραφα, στον κάμπον με τες τομαθκιές τζιαι τες τζιτρινόφκιορες τες πάμιες.  Θωρεί πουκάτω του:   Κότσιηνα τράχτα, πακιστανοί με γάντια της κουζίνας που κοπιάζουν μές το λάλλαρον του δειλινού, συνάουν λουβίν μές τες κάσιες της Σεδιγέπ, τραουδούν ποτζιήνα τα κλαμένα της πατρίδας τους (για τη μάναν τους θα τραουδούν, που τους γυρεύκει η μίζερη).    Δροσίζει τους ο βουνακλάς ο άνεμος, τζιαι πάει πάρακατω, σηκώννει ττόζιν που άππωμαν.  Δαμέ εφυτέψαν οι άθρωποι τριφύλλιν.  Φυσά, λυγίζει το. Δαμέ δκυό σπίθκια μόνα τους μές στον ξερόν τον κάμπον.  Πιό κάτω οι πάλες του σιταρκού  οι στροντζιυλές επαραταχθήκαν υπομονετικά μές το ξιουρισμένον το χωράφιν τζιαι καρτερούν τη μοίραν τους, έρκεται το φορτηγόν να τε

Πατέρα: Σε Αγαπώ πολλά, τζιαι πόψε είπα σου το με τη μουσική.

Αύριο θα γράψω σε κάποια φάση πολλά μεγάλο πόστ για τη σημερινή μέρα. Εκάμαμεν τα εγκαίνια του πάρκου του παπά μου, τζιαι ήταν μαγικά. Έπαιξα το 20λεπτον  μου κομμάτιν το περσικο-κυπριακο-βυζαντινόν τζιαι επέτησεν που πάνω μας της ορχήστρας έναν πνεύμαν τζιαι ευλόγησεν το χώρον ούλλον, έφκηκεν ψυσιη πολλή. Έκλαιεν ο παπάς μου.  Εμίλησεν μετά τζιαι είπεν όμορφα πράματα.   Εγώ είπα του αγαπώ τον, με μουσικόν τρόπον, τζιαι εκατάλαβεν το.   Έν θέλω τίποτε άλλον που τη σχέση μας.  Ολοκληρωθήκαμεν τωρά.. Σάν πόψε, ένιωσα μόνο στο γάμο μου, τζιαι στη γέννηση των παιδιών μου.   Κατάνυξη, αγάπη διάχυτη παντού. Είμαι έτοιμος για τα πάντα που σήμερα, μου επαραδόθηκεν η σκυτάλη. Σ' ευχαριστώ πατέρα, όμορφε, παράξενε, δυνατέ μου πατέρα που τες πέτρες καταλλιείς. Σ' ευχαριστώ μουσική που μου έδωσες μέσα πλούσια να εκφράζω τα ανέκφραστα τζιαι τες Ουσίες. Σ' ευχαριστώ εαυτέ που αφέθηκες τζιαι έπαιξες όσον ποτέ άλλοτε. Σας ευχαριστώ όσους ήρθατε.  Εχάρηκα το μα πάρα πάρα πολλά.

Σάν παίζουμε ακκορτεόν, αγάπη μου γλυκειά..

Ξικουμπιάζεις τη δερμάτινη ζωνούα την κόκκινη που δέννει τα φυσούννια του ακκορτεόν. Ακουμπάς το στο στήθος σου, δέννεις τα λουριά πίσω στην πλάτη σου.  Είσαστε Ένα.   Τσιλλάς το μικρό μαύρον κουμπίν που ελευθερώννει τον αέραν τζιαι τραβάς με το αριστερόν χέρι τον κορμό του για να αναστενάξει τζιαι να ποφυσίσει το όργανο αέρα κακό τζιαι να αναπνεύσει αέρα καλό, σάννα τζιαι εν βουδιστής μοναχός που ρουφά  με έλεχχον την αύραν γυρόν του για να διαλογιστεί.  Σσιύφκεις.  Κάθεσαι.   Εν έτοιμον το όργανο μόλις συχρονίσεις την δική σου αναπνοή με τη δική του.   Να σκέφτεσαι ότι εν η γκόμενα σου τζιαι οτι κάθεστε στα σκοτεινά ρομαντικά χωρίς να μιλάτε τζιαι βαστάτε απαλά τα χέρια ο ένας το άλλου, χαϊδεύκεστε με στοργή στες παλάμες τζιαι αναπνέετε παράλληλα χωρίς να το σκέφτεστε.  Μόνον έτσι ανταλλάσσεις με το ακκορτεόν την ουσία της μουσικής.  Άμα γίνει τούτη η προετοιμασία  -η οποία παίρνει μόνο μερικά δευτερόλεπτα αν ξέρεις να αφεθείς στη 'στιγμή'-   (η ίδια διαδικασία που συμβαίνει

Ο "Μπρούνο" η νέα ταινία του Μπόρατ: Μία μιλλωμένη πελλοκριτική....

Επήα το λοιπόν να δώ τον 'Μπρούνο'  με τον Σάσια Μπάρον Κόεν αλλιώς 'Μπόρατ'  σε προηγούμενην του ταινίαν.  Παρακολουθώ την καριέραν του Κόεν που το 2001 γιατί έκαμνεν έναν σιόου στο  HBO  που είσιεν χάζι, ίσχεν σκέτς με τον Μπόρατ τον άξεστο χωρκάτη wannabe δυτικό,  τον Μπρούνο τον μοδάτον γκέυ wannabe icon, τον Άλι Τζή τον μαμμόθρεφτο wannabe βαρετό γκάγκστερ που εν λλίο βλάκας,     κλπ  κλπ οπότε είμαι αρκετά γνώστης της 'κουλτούρας' τζιαι του τρόπου σκέψης του Μπάρον Κόεν.   Κόφκει ο νούς του πελλού.  Έσχει ταλέντον. Αρέσκει του να περιπαίζει τες στερεότυπες ιδέες  που μας φυτεύκει η κοινωνία για ορισμένα άτομα ή γκρούπς.  Περιπαίζει το political correctness τζιαι κάμνει το θεατήν να νιώσει άβολα με τον εαυτόν του γιατί έρκεται αντιμέτωπος με το δικόν του ρατσισμό, ή την homophobia του πχ. Στον Μπόρατ επερίπαιζεν τους εβραίους  - εν το μεταξύ ο Κόεν εν ο ίδιος ορθόδοξος εβραίος.   Επερίπαιζεν μας εμάς όσους έχουμεν ηλίθιες μεσαιωνικές προκαταλήψεις για τους

Μα καλά, πώς τα φκάλλετε πέρα στην κύπρο??/?!

1Πάμε σε γραφική ταβέρνα, ψαροταβέρνα καλή, όι ποτζιήνες που εν φτωχοδιακοσμημένες με δίχτυα, καρκαλλίνες, ζωγραφιστά χταπόθκια στον τοίχο τζιαι ηλιοβασιλέματα σε ακουαρέλλα 80'ς στον άλλο τοίχο, με τραπεζάκια ημι-λερωμένα στα πόδια τους (μυλλωμένα τζιαι ολόμαυρα)  εν καθαρή τζιαι μοντέρνα ταβέρνα  (και το γαλάζιο ππακλαβωτό τραπεζομάντηλο εμύριζε Dixan τζιαι είσιε τζιαι ψαρόκολλα πάνω, τζιαι ποτήρκα κρύσταλλα).   Ντάξει, οι σερβιτόροι έν ξέρουν ελληνικά, ούτε αγγλικά, τζιαι έχουν μούτρα όξινα.   Ο ιδιοκτήτης εν ευγενικός, φημίζεται για το μεράκκι στο ψήσιμο τζιαι το φρέσκο του ψάρι το απλά μαγειρεμένο.  Στα   σπήκκερ παίζει μουσική ελληνική αγνώστου ταυτότητος.   Φυσικά για να παίξω τον ωραίο της γυναίκας μου σηκώννουμαι να "δκιαλέξω ψάρι που το ψυγείο"  όπως έκαμνε πάντα ο παπάς μου, επήα σε τζιήνο το μυστήριο χώρο που δκιαλέεις ψάρκα χωρίς να ρωτάς τιμές κλπ.   Έρκεται ψάρι μεγάλο   -το οποίον εν ολόφρεσκο, καλαμάρι στο κάρβουνο, φρέσκες σαλάτες κλπ, τα συνηθισμένα. Απ

Ύπαγε οπίσω μου σατανά βρακά

Κυριακή με την οικογένεια.   Κλασσική κυπριακότατη κυριακή αξέχαστη.   Όλοι μαζί παρέα.    Κολύμπι με τα μωρά, φωνές χαρούμενες, εν νέα εμπειρία το νερό για τα μωράκια, μια υπέροχη εμπειρία.   Στη φουκού πέντε λαυράκια ψήννουνται με τα στόματα αννοιχτά σάν σε επιθανάτια έκσταση  τζιαι  τουμανιάζουν την αυλή με το ελαφρά μιλλαρωτό άρωμα τους.  Λασμαρί, λίγο λάδι, λεμόνι, πιπέρι μαύρο.  Τα μωρά βουρούν να δούν τα καψαλισμένα ψάρια.   Κοιτάζουν τους τα ψάρια με μάτια στυλλωμένα. Έν εξαναείδαν έτσι πράμα.    "Ννά αγάπη μου, έτσι μοιάζει το φαϊ."    "Fish"  λαλώ τους.   Η κόρη  μου η πελλή θέλει τζιαι καλά να αρπάξει τα κάρβουνα τζιαι επίσης να μπήξει το δάκτυλο της στο μάτι του πιό κοντινού ψαρκού.   Το λαυράκι πανικοβάλλεται τζιαι αννοίει το τρίγωνον στόμαν του σάν να μας παρακαλεί να το γλυτώσουμεν.   Εν έτοιμα επιτέλους.  Παναϊα μου τί γεύσην έχουν τα άτιμα  πάει τους τέλεια η σαλάτα της μάνας μου που τες ντομάτες της (κότσιηνα πομηλόρκα)   τζιαι τα αγγουράκια τα ολό

Πελλός που μ' αρώτησεν ολάν.

Εν δύο το πρωί.  Έν εχω ύπνο γιατί ακολούθησα τες συμβουλές σας τζιαι εχαλάρωσα με κουρούδιν τρίωρον το απόγευμα... Έπαιζα ακκορτεόν τέσσερις ώρες πόψε έξω στη βεράντα, προσπαθώ να μάθω το κομμάτιν μου που έγραψα για τον πατέρα διάσπορο -έγραψα το ναν δύσκολον ο κερατάς τζιαι εσκόρσαρεν με.  Την τετάρτην έχω πρόβαν με τους άλλους μουσικούς  (ούτι, βιολί, κρουστά, φλάουτο)  τζιαι πρέπει να το μάθω καλά.  Έδρωσα καλά.  Έκαμνα τζιαι παττιχοδιάλειμμα κάθε ώρα, έσπασα -βλάφτει η παττίχα ρε παιθκιά?  Έφαα τζιαι κούννες, έφαα τζιαι ροδάτζινον.  Αλκοόλ γιόκ.  Κομμένο. Έρκουμαι το λοιπό ννα ππέσω, τζιαι επήα να κάτσω στο 'μέρος'  με τον κλασσικόν κυπριακό καλοκαιρινό τρόπο εν το μέσω της νυχτός, δηλαδής ημίγυμνος, σωβρακάς τζιαι υγρασιόπληχτος.  Έκατσα να ησυχάσω στο λυκοφώς του μπάνιου, ένιωσα το γνώριμο μέγεθος/σχήμα/ύψος του 80'ς αποχωρητηρίου που τα παιδικά μου χρόνια  (σημαντικά τούτα τα μικρά)  να με αγκαλιάζει σχεδόν μητρικά, τζιαι άρκεψα να διαβάζω τα διάφορα περιοδικά που μ

Μουσική στην Αξιοθέα

Μα τί όμορφος τόπος η Αξιοθέα στη Λευκωσία!   Έσιει πολλύν τζιαιρόν να νιώσω τόση γαλήνη σε συναυλίαν.   Εφτάσαμεν τζιαι ήταν σκοτεινά, περνούμεν που μιάν κλασσικήν πόρταν πέτρενην μές σε μιάν αυλήν εσωτερικήν ούλλον καμάρες του περασμένου αιώνα τζιαι φοινιτζιές, φώτα μυστήρια, κίτρινα, τζιαι ουρανόν φεγγαροφίλητον καλοκαιρινόν.    Εκάτσαμεν πάς τες κερκίδες -είσιεν αρκετούς άλλους, έν το επερίμενα σε κλασσική συναυλία, εχάρηκα πολλά.  Σε κάποια φάσην εσβύσαν τα φώτα για να αρκέψει η συναυλία τζιαι που το πάνω παλκόνιν εμφανιστήκαν 10 κοπέλλες με κεριά τζιαι ετραουδούσαν την εισαγωγήν του εκκλησιαστικού κομμαθκιού με ήρεμη ζεστή φωνή.  Πολλά επιτυχία το εφφέ, άρεσεν μου το ύφος τους τζιαι ο σεβασμός που εδείχναν στο χώρο τζιαι τη μουσική.   Ο μαέστρος τους, ένας συνάδελφος κυπραίος που μεινίσκει πράγαν (εγνώρισα τον ύστερα, εν καλά να βρεθούμαστεν εμείς το "σπάνιον είδος"  συνθέτη τζιαι μαέστρου κυπραίου της διασποράς)  εστέκετουν κάτω που το παλκόνιν τζιαι έσουζεν τα σιέρκα

Ώ λωτοφάγοι

Μα γιατί εισβάλλει  στον εγκέφαλο μου η λίθη μόλις φάω το φαϊν της κύπρου τζιαι πιώ το νερόν της?   Γιατί σταματούν τα γρανάζια να  δουλεύκουν τες μηχανές του Κήπου του Μυαλού. Πάντα μόλις έρτω κύπρον στην αρχήν έχω ενέργεια για μιάν εφτομάν τζιαι βουρώ με αμερικάνικους ρυθμούς, πιάννω τηλέφωνα να κανονίσω συναντήσεις, βουρώ να αθληθώ λλίον, τρώω προσεχτικά τζιαι έχω θετικότητα.  Το κέντρο μου εν ακέραιο.  Οι ιδέες μου εν στερεές, σίγουρες, έν βασίζουνται πάς το παρελθόν ή πάς τον τρόπον που εμεγάλωσα.  Η ανεξαρτησία της ζωής μου στριφογυρίζει σάν τον πλανήτη γυρόν μου.   Με το που να μείνω δαμέ πάνω που 7 μέρες αρχίζουν να μου βουζουρίζουν στα φκιά χαλο-ιδέες του στύλ  "ππέσε ολάν τζιοιμήθου 2-3 ώρες το μεσημέρι, πού εννα βουράς μές το λλάλλαρον με τα ειδικά παντελόνια ιμίσχ μές τα κάκκαφα σάν τον πελλόν"     "φάε τζιάλλην παττίχαν πού εννα ξανάβρεις"   "μα φάε τζιαι λλία κουπέπια εν με τα φύλλα τα φρέσκα, έν πειράζει κάμε ύστερα την δίαιταν πάλε"    &quo

Στον κήπον του πατέρα μου.

Εικόνα
Έκατσα σήμερα κάτω που μιάν γιγάντια όρθια πέτρα, βράχο ολόκληρο κίτρινο κόκκινο  τζιαι έπιννα νερόν παγωμένον που την μπουκάλα της λεμονάδας του λανίτη την κλασσική, στη σκιά, μπροστά μές τον Κήπο με τ' αγάλματα, με τον πατέρα μου  ο οποίος εκάθετουν ιδρωμένος απλωμένος σε τρείς καρέκλες, ερούφαν καφέν με τα παλιά του αλευρωμένος που πάνω ώς κάτω με τες σκόνες που το νέον του έργον "Μάνα με οχτάδυμα", που εν δυόμιση μέτρα ύψος τζιαι εν πολλά πολύπλοκον στην εκτέλεση.   Εθώρουν τα μπράτσα του που εν όπως τους κορμούς, τζιαι τη φούχταν του την τεράστια την χιλιοτσιλλημένην που πέτρες ασήκωτες τζιαι εσιέρουμουν τον που εκατάφερεν στη ζωήν του να ανακαλύψει το νόημαν της Ελευθερίας, έστω τζιαι αργά.  Έθελα να του το πώ.  Έν μας αφήνναν.  Πρώτα ήρτεν ο γεωργός που το χωράφι δίπλα τζιαι έφερεν μας πάμιες φρεσκοκομμένες  ("κάμε τες σαλάταν ωμές με το λεμόνιν τζιαι το λάδιν να δείς φαϊ", είπε), τζιαι παττίσιες  των δώδεκα κιλών η μιά που ετσακρούσαν μόλις τους έμπηες τ

Ξύπνημα στο Σπίτι.

Εξύπνησα στο κρεβάτι "μου". Παράξενο συναίσθημα. Στο έαρ κοντίσιον εβούιζε σαν γνώριμο μελίσσι ο κρυός αέρας μές το δωμάτιο "μου". Είμαι σπίτι. Εποκνιάστηκα τζιαι ο ήλιος εκαλημέρισεν με πίσω που τες κουρτίνες τες '80ς που εχαμογελούσαν νυσταμένες αλλά ενθουσιασμένες που με είδαν πρωί πρωί. Αγκάλιασα τη γυναίκα μου που εκοιμάτουν ήσυχα. Ελάξαν οι σσιύλλοι στα κυπριακά. Που το παράθυρο θωρώ το μπαλκόνι του γείτονα, το κίτρινον του σπρίτς, τα σώβρακα του τ' απλωμένα στο χαρακτηριστικό σχοινί με τα κουτσακωτήρκα τα ξύλενα, τα κλήματα με το πράσινο σταφύλι, τη συτζιάν, τη μαντορινιάν, τη λεμονιάν, το ψηλόν αροκάρια, τες ακακίες του γείτονα, τους θερμοσίφφωνες που κάθουνται σάν τες κορώνες πάς τα σπίθκια, το γήπεδον δίπλα, τες γειτόνισσες που σκουπίζουν το πεζοδρόμιο ντυμένες με τες ρόζ πυζιάμες τους τζιαι τες παντόφλες (!), τον πατσιόγερον που πιτά με το λάστιχον του πάς τα μαρμαράκια για να φύουν τα χώματα, τον αθλητήν που βουρά άσκοπα ολοκότσιηνος

Ήρταμεν κύπρον με το καλό!

Αγαπητοί φίλοι, εφτάσαμε επιτέλους μετά απο οδύσσεια διήμερη. Μα τί απαίσιο το Heathrow τζιαι οι εγγλέζοι οι κρυοί οι χωρίς καλό customer service. Έν μας εδιούσαν ιμίσχ το καροτσάκιν τον μωρόν επειδή είμαστε τράνσιτ για λάρνακα τζιαι εππέσαν οι σπόνδυλοι μας που το κουβάλημαν τριών χάνδπακ, ενός carseat, τζιαι δύο μωρών ανάμιση χρονού που δέ σώννουν να περπατούν για 5 μίλλια που το ττέρμιναλ 5 στο 1 μές τα κωλότραινα τζιαι τα κρυόκωλα τους λεοφορεία. Σιήλλες φορές αμερικήν! Όι μάνα μου ξανά που την british ποττέ. Μετά έχασεν μας η περιβόητη σάυπρους έαργουεης τρείς βαλίτσες, οπότε καταλαβαίνεται ταλαιπωρίαν τζιαι τσιριλλιές μές την πυράν τζιαι τα τσιγάρα στους ιμάντες αποσκευών. Τα μωρά ήταν άγγελοι μές το αεροπλάνον ευτυχώς τζιαι επεράσαμεν καλά. Η κόρη μου αποφάσισεν οτι τα σύννεφα πουπάνω μοιάζουν με 'μπάνιο' όπως τα ονόμασεν. Έν έφαα για 24 ώρες που το άχχος μου, συνηθισμένον τούτο. Έφτασα στην όμορφη πύλη του αεροδρομίου λάρνακος τραβώντας δύο τρόλλεϊ τζαιι τα κο