Σκαλίζω τζι αγνοώ..

Να με συχχωρείς, φίλε, που δέν απάντησα τα σχόλια.  Το καταραμμένον μαραφέττιν του ίντερνετ έν μου διά καλή λήψην.  Που την άλλην, κάμνω αποτοξίνωσην.  Καθόλου τηλεόρασην, καθόλου νέα, ούτε συζητήσεις άκουσα για την Μεγάλη Τραγωδία, ούτε λαμβάννω μέρος στον διχασμό που έφερε.  Να πικραθθώ τζι άλλο?  Έν γίνεται.  Κάθουμαι στην δροσιά τ' αλμυρού αέρα κοντά στη θάλασσα μές το Πετραίο, σκαλίζω τες ρότσες μου, παίζω με τα μωρά μου, τζιαι πλάσμαν δέ θωρώ.    Τες νύχτες πυρώννω, έν βάλλω κλιματισμόν  -μιάν οικονομίαν κάμνω του ρευμάτου, για να δικαιούμαι τες ημέρες να δουλεύκω τα εργαλεία δίχα να νώθω ενοχές.

Εμεγάλωσεν το γένιν πάλε, μοιάζω ηλιοκαμένος όπως είμαι με γεωργόν, τζι αρέσκει μου, πάει μου η πέτσα τ' αθρώπου που ζιεί μές τη φύσην. 



  "μάνα, γιατί με εγέννησες σε χώραν του τρίτου κόσμου τον άμοιρο?" 



Πόσον βαρκούμαι τους αθρώπους..

Την τέγνην έν τη βαρκούμαι ποττέ.  Την καλοσύνην.  Την ομορκιάν.  Μα τους αθρώπους βαρκούμαι τους, εν όφτζιεροι οι παραπάνω.

Έναν χαμόγελον πλατύν αθθυμούμαι τον τελευταίον μήναν, χαμόγελον που δέν εζήταν τίποτε, χαμόγελον που επρόσφερεν γλυκόν καρυδάκιν στο βάζον σπιθκιάσιμον.  Έναν αληθινόν χαμόγελον.  Νά σαι καλά.

Λαλεί μου που λαλείτε ο Θεός προχτές σάν ήμουν ζαλισμένος καβάλλα πάς το ρότσον  "ρέ, κόντεψε, ξέρεις γιατί σ' έφερα στον κόσμον της ύλης τζι έκαμα σε μαλαχτόν τζιαι κοψονούρην?"

"Ξέρω μάστρε, εν για σώννω να τραβώ τα φορτία τους άλλους τζιαι πάντα μπροστά."

"Ούσσου γιόκκα μου" πολοάται ο Θεός,  "τούτον εθκιάλεξες το εσού, άλλος εν ο σκοπός σου τζι έδωκα σου ευαισθησίαν"

Τζι έφυεν μές το σύννεφον του καβάλλα τη δύσην του ήλιου.



Άρκεψα να μιλώ με τες ελιές, με το τσιακκίλιν.  Έτσι πρέπει να ζιεί το πλάσμαν μέσα μέσα.  Όι ανάμεσα στους αθρώπους τζιαι τη φασαρίαν.  Ώς τζιαι τα τσιβίτζια πάς τες κουέλλες που ρέσσουν κάθε δείλις π'οξω του φράχτη μας έχουν παραπάνω αθρωπιάν θαρκούμαι που τους παραπάνω.


Είμαι ευτυχισμενος άδρωπος.  Έμαθα να κλείω το στόμαν μου άμαν το φτίν μου ακούσει το Ψέμαν,  τζι έμαθα να το αννοίω άμαν ακούω την Αλήθκειαν.


Έκαμεν τζι η μάνα μου εχτές λεμονάδαν που το περγαμόντο, πικρήν, γλυτζιάν μυρωδάτη λεμονάδαν.  Εχαμογέλασεν το κουρασμένον της το πρόσωπον άμαν είδεν πόσον μας άρεσεν.  Έτην αλήθκειαν.


Άτε, πέρκι φκάλω τζιαι καμιάν φωτογραφίαν τα έργα να τη βάλω πόστ πέρκι ακούσουμεν κανένα ψέμαν να κάμει χαράν τζι ο εγωισμός.  Εφάαν τον οι τερατσιές τζι ο νήλιος τον εγωισμόν.

Σχόλια

Ο χρήστης Aceras Anthropophorum είπε…
Ζουλέφκω σου που τα κατάφερες έτσι. Εγώ ήρτα καλά τζιαι έφυα άρρωστος.
Ο χρήστης TwistedTool είπε…
Αν δε μου αρέσει κάποιον έργο σου, εννα σου το πω, χωρίς αντροπάες τζιαι φόον. Αλλά, αφού μου αρέσκουν, εννα σου λαλώ καλά λόγια τζι'α'θθέλεις πιστεύκεις!

Να'σαι καλά, φίλε μου. Κάτσε τζιαμαί που είσαι, μακριά που τους αθθρώπους. Εν έσιεις να κερτίσεις τίποτε παραπάνω που όσα έσιεις, νομίζω.
Ο χρήστης stalamatia είπε…
Για σου Μάστορα!!
Ο χρήστης Aceras Anthropophorum είπε…
Μα ρε TwistedTool αφού όσα έσιει εν που τους άλλους που τα εκέρτισεν, μόνος του μεν, από τους άλλους δε :))

Διάσπορε εγώ τα γλυπτά τζιαι τα τεχνολογικά bijou θέλω να τα ντζίσω για να τα αισθανθώ :))
Ο χρήστης TwistedTool είπε…
@Aceras: Ναι ρε, όμως το θέμα είναι ότι (όπως εκατάλαβες τζιαι σημειώνεις το τζιαι ο ίδιος) ο καθένας μπόρει να κερτίσει οτιδήποτε που οποιονδήποτε. Άρα εναπόκειται στον καθένα μας να θκιαλέξει ποιοί αθθρώποι πιστεύκει ότι έχουν να του δώκουν κάτι θετικό τζιαι χρήσιμο τζιαι να ασχολείται μαζί τους, να ζιει μαζί τους.

Τζιαι που τη στιγμήν που ο Διάσπορος -εν ξεκάθαρο- έσιει τους αθθρώπους που αγαπά τζιαι τον αγαπούν, που τους διά τζιαι του διούν (όι σε πελατειακό επίπεδον, εννοείται), τότε ήντα να ασχοληθεί με τους υπόλοιπους, ακόμα τζι' αν υπάρχουν καλοί ανάμεσα τους;

Εκατάλαβες, έννεν; Διότι εγώ δυσκολεύκουμαι λλίον να καταλάβω τούτα που έγραψα!
Ο χρήστης Joy Tears είπε…
Πόσο μου αρέσκει η περγαμοντάδα!! (Έτσι την λαλεί η γιαγιά μου την λεμονάδα από περγαμόντα). Αθθύμισες μου που ήμασταν μωρά τζιαι εμεινίσκαμε στην γιαγιά που ήταν λλίο πιο κάτω που το σπίτι μας αλλά ενώθαμεν το σαν εξοχή διότι ήταν μια μιτσιά γειτονιά ούλλο γιαγιάδες τζιαι μωρά. Το δείλις εραντίζαν οι γιαγιάδες τες στράτες τζιαι εκάμναμε διάλειμμα που τες μάππες τζιαι τα χωράφκια να πιούμε την περγαμοντάδα σαν εκαθούμαστεν χαμέ πάνω στα καλντερίμια.
Ο χρήστης stalamatia είπε…
Λοιπόν εγιώ εν έξερα την περγαμοντάδα ,πρώτη φορά ακούω χυμό από περγαμόντο!!
Ξέρω όμως τα δειλινά τζιαι το ράντισμα που εκάμναμε στις γειτονιές!
Ο χρήστης postbabylon είπε…
Έσιει τρία ππόστ που θέλω να σου το πώ τούτον ρε Διασπόρε,εν παέι πολλά αλλα εννα μου επιτρέψεις, έννε;

Μιαν φοράν εκατέβηκεν η Θεά στο Πετραίον σου.
Εθκιάλεξεν το πιο όμορφον αρσενικόν άγαλμαν τζιαι τιο όμορφον θυληκόν τζιαι είπεν τους «Εισαστεν καμούμενοι ο ένας για τον άλλον, αλλά η κατάρα σας εν να μεν μπορείτε να τζίσετε ο ένας του άλλου. Εγω πόψε θα σας δώκω 20 λεπτά ζωης να αγαπηθήται, να κάμετε ότι θέλετε!»

Τζιαι εζωντάψεν τους.
Τα αγάλματα σιγά σιγα εσηκωστηκαν, επιάσαν σιερκές τζιαι εχωστήκαν πίσω που ένα θάμνο. Τζιαι πιον άκουες μόνον σιησιηνίσματα τζιαι γέλια τζιαι σουσματα του θάμνου.

Την επόμενην νύχταν, εκατέβειν πάλε η Θεά τζιαι λαλεί τους «ποθαυμάζω την ομορκιάν σας αλλά τζιαι την πομονήν σας τόσα χρόνια. Αζίζει σας αλλοναν 20λεπτο, θα το έσιετε!» είπεν τους τζιαι εξαφάνιστειν.
Μόλις ζωντανευκουν γυρίζει το θυληκόν άγαλμα τζιαι λαλέι του άρσενικού:

«έλα σου πώ πόψε έννα βαστάς έσυ το πεζούνιν να του σιέσω τζ’ έγω α!»
Ο χρήστης TwistedTool είπε…
πππποστ, θεϊκόν! Έφυρες με λαλώ σου!!

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ελάτε στες μουσικές

Τρώγοντας το Ντούριαν