Ο Αγροφύλακας του Κήπου/μέρος β'
Πλώννει τα φύλλα της ντυμένη πομονήν του φταίχτη η σσιωπή.
Τζιυλά ολογαίματη μές τα σοκκάτζια.
Μέρες, 'φτομάδες μπήει τες αγκαθθόριζες
τρυπώννει στες χαραμαθκιές
τζιαι τα κλειστά παράθυρα
σπάζει τα τζιεραμίθκια με τα δόγκια της
γεμώννει σάν την άρκαστην σκάλες τζι αυλές
τυλίει κολώνες, νυχοτσακρά τες ξώπορτες
τζιαι συννεφκιάζει νηλιακούς.
Έτσι μπαίννει, Κόρη ολόμαυρη
κρυφά τζι ακάλεστη στα σπίθκια η σσιωπή
(δήμιος τζιαι νεκροθάφτης)
Δέ την!
σσιεπάζει τα κορμιά τους
με το φόρεμαν της.
Ακούραστη. Καλπάζει μές τα δίχωρα.
Σφιχτοτυλίει τα κρέατα τζιαι σαβανώννει
τζιαι με τες φούχτες ανοιχτές
φτζυαρίζει μανιασμένα
σπάζει τα μάρμαρα τζιαι
σκάφκει λάκκους μές τες κουζίνες
μές τα σαλόνια
να τους θάψει
Τζιαι πίσω της
Ήνταλως να γελάσεις τέθκοιου κρίματος?
Βουρά σε μέρα ννύχταν να σε φάει.
(Τον άουστον, άμαν εξιβρωμήσαν λλίον
έπιασεν τζι εκουβάλησεν τους
τζι έκατσεν τους σειρά
στον καφενέν
τζι εμίλαν τους
τζι ότι τζι αν τους ελάλεν
εχαμογελούσαν)
(τζι όποιον έθελεν έδερνεν
τζι όποιαν έθελεν εγάμαν)
Τζιυλά ολογαίματη μές τα σοκκάτζια.
Μέρες, 'φτομάδες μπήει τες αγκαθθόριζες
τρυπώννει στες χαραμαθκιές
τζιαι τα κλειστά παράθυρα
σπάζει τα τζιεραμίθκια με τα δόγκια της
γεμώννει σάν την άρκαστην σκάλες τζι αυλές
τυλίει κολώνες, νυχοτσακρά τες ξώπορτες
τζιαι συννεφκιάζει νηλιακούς.
Έτσι μπαίννει, Κόρη ολόμαυρη
κρυφά τζι ακάλεστη στα σπίθκια η σσιωπή
(δήμιος τζιαι νεκροθάφτης)
Δέ την!
σσιεπάζει τα κορμιά τους
με το φόρεμαν της.
Ακούραστη. Καλπάζει μές τα δίχωρα.
Σφιχτοτυλίει τα κρέατα τζιαι σαβανώννει
τζιαι με τες φούχτες ανοιχτές
φτζυαρίζει μανιασμένα
σπάζει τα μάρμαρα τζιαι
σκάφκει λάκκους μές τες κουζίνες
μές τα σαλόνια
να τους θάψει
Τζιαι πίσω της
Γυρίζει σάν τον όγρακον ο Ζωντανός
τζιαι κουτσουβλά
ποδοπατά πομέθυστος τζιαι μουγκανίζει.
"Τί έκαμες δαμέ Γιωρκή?"
Ήνταλως να γελάσεις τέθκοιου κρίματος?
Βουρά σε μέρα ννύχταν να σε φάει.
(Τον άουστον, άμαν εξιβρωμήσαν λλίον
έπιασεν τζι εκουβάλησεν τους
τζι έκατσεν τους σειρά
στον καφενέν
τζι εμίλαν τους
τζι ότι τζι αν τους ελάλεν
εχαμογελούσαν)
(τζι όποιον έθελεν έδερνεν
τζι όποιαν έθελεν εγάμαν)
Σχόλια
Το πρώτο μέρος κάμνει για ταινία. Το 2ον πάει νάκκον extreme
Η Σιωπή ήρτεν μα τζείνος μέσα τζι έξω του εν μπορεί να ησυχάσει.
Γιατί στα σσώψυχα του μεγάλη τρικυμία ανεκατώνει τον τζαι θέλει να ξεράσει. Μα 'κόμα εν μπορεί να τα ξεράσει ούλλα που τον τρώσιν. Προς το παρόν φκάλλει τα με ττοππούζιν τζαι γαμήσι, σαν το χτηνόν...
Μα εν νεκρόφιλος οξά νεκρόεχθρος?
Τζι άμαν ξεράσει κάμποσο, εννα πεί τούτο που πραγματικά θέλει να πεί.