Το Εργαστήρι, τζιαι το μασιαίρωμα.
Εξανάστησα το εργαστήρι μου της ξυλογλυπτικής τζιαι της πέτρας, που ήταν έρημο τζιαι γεμάτο παλιοπράματα πεταξούμενα που το 2004 έτσι τζαιρόν. Εμεγαλώσαν τα μωρά, τζι εννα έχω λλίο χρόνο να κάμνω γλυπτική φέτος. Τρών με τα σιέρκα μου. Έπιασα τζι έκαμα το σιόνι, έβαλα τα εργαλεία μου στη σειρά, εγόρασα τζιαι άλλα. Έτοιμο το εργαστήρι του στοιχείου της γής, τζι έτοιμο το άλλο, του αιθέρα (το στούτιο της μουσικής). Άτε, αλλο δύο εργαστήρια να κάμω, του νερού, τζιαι της φωθκιάς, τζι εννα ολοκληρωθεί ο κύκλος της ζωής που γυρεύκω.
Είχα ξανά εργαστήρι. Το 2004 τον οκτώβρη έκλεισα το απότομα, τζιαι δέν το ξανάνοιξα που τότε. Εφοήθηκα. Πρώτη τ' Οκτώβρη εκινδύνεψα να χάσω τη ζωή μου σάν εσκάλιζα έναν τεράστιο λωτό πάνω σε κορμό ξύλινο, τζιαι που τότε έν εξανασκάλισα, ώς τωρά.
Ήταν πρωί δροσερό, τζι έν ήμουν καθόλου καλά (τζιαι πόοοτε είμαι καλά!) Είχα έναν κορμόν άσπρο, ωραίο κορμό πάνω στον πάγκο, σχεδόν τελειωμένο, τζι επροσπάθουν να μπώ με το μαχαίρι της γλυπτικής κάτω που ένα φύλλο που με εδυσκόλεφκε, τεχνικό σκόρσο δηλαδή -έπρεπε να κόφκω προς τα πάνω μου αντί ανάποδα, πράμα ριψοκίνδυνο. Τζι έχασα στο πόκερ του ξυλου.
Όπως εμπάρρωννα το μαχαίρι με δύναμη για να σχίσω το κομματούδι το πεισματάρικο, άκουσα ένα κράκ, εκόπηκε απότομα το φύλλο ολόκληρο, τζιαι η αγκώνα μου ακολούθησε τους νόμους της φυσικής, εδιέγραψε τροχιά ημικυκλική τζι οδήγησε το μαχαίρι με δύναμη μές στο στήθος μου. Γυρίζω το λαιμό μου κάτω, τζιαι τί να δώ? Έμπηκεν μου ολόκληρο σχεδόν, 6 πόντοι μαχαίρι ατσάλενο, τζι εκρέμμετουν παραφύσικα μές το κρέας μου πάς το στέρνο μου, λλίο δεξιά της καρδίας, τζιαι λλίο αριστερά του πνεύμονα μου. Ήταν πολλά παράξενο συναίσθημα τζι εικόνα, τζι ήβρα την πολλά ενδιαφέρουσα, έμεινα για μερικά δευτερόλεπτα ακίνητος να τη μελετώ με ηρεμία. Λαλεί ο νούς μου "ώωωωωπς, εποσπάστηκες αλόπως, μα δέ τί ωραίαν τρύπαν, μα δέ στην άσπρην τη φανέλλαν τί ωραίο ρόδο κόκκινο ανθίζει!" Εμελέτουν, εμελέτουν, επαλάβωσα. Όταν άρκεψα να καταλαβαίννω νοητικά πως εν πραγματικότητα η εικόνα, οτι όντως εμασιαιρώθηκα που τα καλά τζιαι μάλλον εννα πεθάνω σε λλίο, εσηκώθηκα τζι άρπαξα το μανίτζιν του μασιαιρκού που ένστικτο, ετράβησα το έξω, τζι αμέσως δυστυχώς αρκέψαν να πιτιλλούν τα αίματα -ακριβώς όπως τα έργα τρόμου. Πίδακας κόκκινος που εγέμωσεν κουκκίδες τους τοίχους τζιαι λαντούες το πάτωμαν. Έχαννα γαίμαν. Εν η αορτή άραγες? Βήχχω.
"Αγάπηηηηηηηηηη! Έλααααα! Τωωωράαααα!" Αναφώνησα όσον πιό ησυχα εμπορούσα υπο τις συνθήκες, τζι έκατσα χαμέ τσιλλώντας την πληγή με τη φανέλλα μμου, την οποίαν έφκαλα. Εζαλίστηκα.
Έρκεται βουρητή η καημένη η Αγάπη έξω στη βεράντα-εργαστήριο, τζιαι βρίσκει με καθηστό σε λίμνη αίματος, τζι επάγωσεν. Να πιάμεν άμπουλανς? Έν θα σε προλάβουν, λαλεί. Τζιαι παίρνει με σηκωτό (εκατό κιλά πλάσμαν) στο αυτοκίνητο για να κάμουμεν ράλλυ ώς το νοσοκομείο.
Πάμε πρώτες βοήθειες τζιαι αναλαμβάννουν με 2-3 γιατροί αααμέσως.
Εν το μεταξύ, στην πόλη μας, ούλλη μέρα έσιει μασιερώματα τζιαι πεξιές οπότε οι γιατροί εν μαθημένοι σε τούντα τραύματα τζιαι καλοί πολλά.
Σάζουν με. Φκάλλουν έξ-ρέης να δούν αν έχω εσωτερική αιμορραγία. Έν έχω. Ακέραιη η καρδία. Ακέραιος ο πνεύμονας. Ακέραιος τζι ο οισοφάγος. Έκατσεν η λεπίδα ακριβώς δίπλα που το κόκκαλον του στέρνου, λίγα χιλιοστά που τον πνεύμονα μου, τζιαι λλία που την καρδία μου. "Φτηνά την εγλύτωσες" είπεν ο γιατρός.
Τζιαι μετά ρωτά με ψιθυριστά "πές μου, νιώθεις ασφαλισμένος σπίτι σου? Θέλεις να καλέσω αστυνομία?"
Εννοώντας φυσικά πως με εμασιέρωσεν η γεναίκα μου.
Επηρέασεν με πολλά τούντο συμβάν. Το εργαστήριο μου έγινε ολογαίματο σάν το crime scene. Τζιαι μετά που έγιανα, εκαθάρισα το, τζιαι δέν το εξανάντζιησα.
Ώς προχτές.
Είχα ξανά εργαστήρι. Το 2004 τον οκτώβρη έκλεισα το απότομα, τζιαι δέν το ξανάνοιξα που τότε. Εφοήθηκα. Πρώτη τ' Οκτώβρη εκινδύνεψα να χάσω τη ζωή μου σάν εσκάλιζα έναν τεράστιο λωτό πάνω σε κορμό ξύλινο, τζιαι που τότε έν εξανασκάλισα, ώς τωρά.
Ήταν πρωί δροσερό, τζι έν ήμουν καθόλου καλά (τζιαι πόοοτε είμαι καλά!) Είχα έναν κορμόν άσπρο, ωραίο κορμό πάνω στον πάγκο, σχεδόν τελειωμένο, τζι επροσπάθουν να μπώ με το μαχαίρι της γλυπτικής κάτω που ένα φύλλο που με εδυσκόλεφκε, τεχνικό σκόρσο δηλαδή -έπρεπε να κόφκω προς τα πάνω μου αντί ανάποδα, πράμα ριψοκίνδυνο. Τζι έχασα στο πόκερ του ξυλου.
Όπως εμπάρρωννα το μαχαίρι με δύναμη για να σχίσω το κομματούδι το πεισματάρικο, άκουσα ένα κράκ, εκόπηκε απότομα το φύλλο ολόκληρο, τζιαι η αγκώνα μου ακολούθησε τους νόμους της φυσικής, εδιέγραψε τροχιά ημικυκλική τζι οδήγησε το μαχαίρι με δύναμη μές στο στήθος μου. Γυρίζω το λαιμό μου κάτω, τζιαι τί να δώ? Έμπηκεν μου ολόκληρο σχεδόν, 6 πόντοι μαχαίρι ατσάλενο, τζι εκρέμμετουν παραφύσικα μές το κρέας μου πάς το στέρνο μου, λλίο δεξιά της καρδίας, τζιαι λλίο αριστερά του πνεύμονα μου. Ήταν πολλά παράξενο συναίσθημα τζι εικόνα, τζι ήβρα την πολλά ενδιαφέρουσα, έμεινα για μερικά δευτερόλεπτα ακίνητος να τη μελετώ με ηρεμία. Λαλεί ο νούς μου "ώωωωωπς, εποσπάστηκες αλόπως, μα δέ τί ωραίαν τρύπαν, μα δέ στην άσπρην τη φανέλλαν τί ωραίο ρόδο κόκκινο ανθίζει!" Εμελέτουν, εμελέτουν, επαλάβωσα. Όταν άρκεψα να καταλαβαίννω νοητικά πως εν πραγματικότητα η εικόνα, οτι όντως εμασιαιρώθηκα που τα καλά τζιαι μάλλον εννα πεθάνω σε λλίο, εσηκώθηκα τζι άρπαξα το μανίτζιν του μασιαιρκού που ένστικτο, ετράβησα το έξω, τζι αμέσως δυστυχώς αρκέψαν να πιτιλλούν τα αίματα -ακριβώς όπως τα έργα τρόμου. Πίδακας κόκκινος που εγέμωσεν κουκκίδες τους τοίχους τζιαι λαντούες το πάτωμαν. Έχαννα γαίμαν. Εν η αορτή άραγες? Βήχχω.
"Αγάπηηηηηηηηηη! Έλααααα! Τωωωράαααα!" Αναφώνησα όσον πιό ησυχα εμπορούσα υπο τις συνθήκες, τζι έκατσα χαμέ τσιλλώντας την πληγή με τη φανέλλα μμου, την οποίαν έφκαλα. Εζαλίστηκα.
Έρκεται βουρητή η καημένη η Αγάπη έξω στη βεράντα-εργαστήριο, τζιαι βρίσκει με καθηστό σε λίμνη αίματος, τζι επάγωσεν. Να πιάμεν άμπουλανς? Έν θα σε προλάβουν, λαλεί. Τζιαι παίρνει με σηκωτό (εκατό κιλά πλάσμαν) στο αυτοκίνητο για να κάμουμεν ράλλυ ώς το νοσοκομείο.
Πάμε πρώτες βοήθειες τζιαι αναλαμβάννουν με 2-3 γιατροί αααμέσως.
Εν το μεταξύ, στην πόλη μας, ούλλη μέρα έσιει μασιερώματα τζιαι πεξιές οπότε οι γιατροί εν μαθημένοι σε τούντα τραύματα τζιαι καλοί πολλά.
Σάζουν με. Φκάλλουν έξ-ρέης να δούν αν έχω εσωτερική αιμορραγία. Έν έχω. Ακέραιη η καρδία. Ακέραιος ο πνεύμονας. Ακέραιος τζι ο οισοφάγος. Έκατσεν η λεπίδα ακριβώς δίπλα που το κόκκαλον του στέρνου, λίγα χιλιοστά που τον πνεύμονα μου, τζιαι λλία που την καρδία μου. "Φτηνά την εγλύτωσες" είπεν ο γιατρός.
Τζιαι μετά ρωτά με ψιθυριστά "πές μου, νιώθεις ασφαλισμένος σπίτι σου? Θέλεις να καλέσω αστυνομία?"
Εννοώντας φυσικά πως με εμασιέρωσεν η γεναίκα μου.
Επηρέασεν με πολλά τούντο συμβάν. Το εργαστήριο μου έγινε ολογαίματο σάν το crime scene. Τζιαι μετά που έγιανα, εκαθάρισα το, τζιαι δέν το εξανάντζιησα.
Ώς προχτές.
Σχόλια
Εν που τες πιο φρικιαστικές πραγματικές ιστορίες που εδκιάβασα ποττέ.
Ρε φίλε εν σε πρόλαβα στο Πάρκο.
Έφυες πριν 2 ημέρες είπε μου ο πατέρας σου (αρχηγός) όταν επήα την Κυριακή.
Εμαράζωσα αλλά είδα τα έργα σου τζαι χάρηκα τα.
Άφηκες λοαρκασμούς ανοιχτούς για του χρόνου ;-)
Επήρεν μου 6 χρόνια να το ξεχάσω. Τωρά φορώ πανοπλία. Αλήθκεια.
κκουλλά
'Ατε ρε, επήες ποτζιεί? Κρίμα που έν με επρόλαβες. Ελπίζω να σε εξανάγησε καλά ο μάστορας.
Α
Πάντως χρειάζεται άμα κρατάς επικίνδυνα εργαλεία.
σταλαματιά
Προσέχω, μα έσιει τζι απρόοπτα η τέχνη.
ρόουμ
Τωρά που ξέρεις ανατομίαν, είδες πόσην τύχην είχα? Παρολλίον να με καρφώσω στην καρδία ρε. Σέκκος.
ίντα πράμα ο ανθρώπινος θώρακας αα?