Βόλτα στους -13, νούμερο ένα.
Έτσι απρόοπτα το χάραμαν, ήρτεν σήμμερα η παγωνιά τους -13c τζιαι εχτύπησεν μας το τζάμιν με τα σιερούθκια της τα τρεμάμενα. Άνοιξα ένα μάτι. Έν εκαρτέρουν τόσην κρυάδαν που το Δεκέβρη. Συνήθως έρκεται τον Φεβράρην. Μα, έτην, ήρτεν.
Η λίμνη μου, κοιμάται παγωμένη ως την άνοιξη. Η σιονόσκονη δημιουργά τέχνη στην επιφάνειαν. Αν έρτω με κανέναν παρέαν, θέλω να την περπατήσω (ποτέ μονος στον πάγο!!)
"Ψψψψτ". Χτυπά ξανά, με σήματα μόρς. Αννοίω τζιαι το άλλο μάτι.
"Εγερτήριο Διάσπορε, ξύπνα", γράφει με το νυχούδιν της πάνω στους παγοκρύσταλλους του παραθύρου. "Ήρτεν η ώρα της δοκιμασίας". Χαμογελά μου.
Πάμε.
Φορώ τα ειδικά ρούχα που κάμνουν για τούτες τις θερμοκρασίες, έγινα κουπέπιν με 4 layers τεχνικά, γάντια των 3 ιντζών πάχος, μάσκαν προσώπου σαν τον τραπεζοκλέφτην, πιάννω τζιαι το παστούνιν μου, τζιαι εβρέθηκα στο δάσος. Άνετος. Τα ρούχα αξίζαν τα λεφτά. Περπατώ αλά κυπριακά, σαν να τζιαι είμαι στην παραλίαν το καλοτζιέριν, έν καταλάβω τίποτε τζιαι παίζω τον ωραίον του εαυτού μου. Νικώ τα στοιχεία της φύσης, νιώθω άντρας με ωραίον τρόπο. Γελώ.
Μόνος μου! Κανένας, μα κανένας δέν ήταν στο δάσος σήμερα. Βάλλω τζιαι μιάν φωνήν (ακούεται ωραία η παουρκά όταν αντανακλάται ο ήχος πάς τους πάγους).
Οι αρκούδες ετζοιμούνταν. Οι αλεπούδες ήταν μές τα λαούμια τους. Οι παχουλλοί σκίουροι, χασιμιοί. Τα πουλιά ετουρτουρούσαν στες φουλιές τους. Μόνον τα δεντρά το νερόν, τζιαι εγώ είχαμεν την πελλάραν να κυκλοφορούμεν μές το σιωνιάν. Άχ, εφύσαν ένας αέρας λεβέντης, ούλλον ζωντάνιαν, άρπασσεν με τες σιερούκλες του τζιαι έκαμνεν τα πεύκα -τα πανύψηλα φτανόκορμα πεύκα- να τρίζουν όπως τα κατάρτια, εχορευκεν παρέαν με τις ιτιές, τες οξυές, δίπλα που την λίμνην με τους κάστορες. Επρόλαβεν άραγε ο κύριος κάστορας να τελειώσει το καστρούδιν του; Ο πάγος ετύλιξεν τα κλωνιά με κρύσταλλα, τζιαι όπως επερπάτουν εσπάζαν με θόρυβο, σαν τους πολυελαίους.
Η λίμνη μου, κοιμάται παγωμένη ως την άνοιξη. Η σιονόσκονη δημιουργά τέχνη στην επιφάνειαν. Αν έρτω με κανέναν παρέαν, θέλω να την περπατήσω (ποτέ μονος στον πάγο!!)
Σχόλια
αλλά, βεβαίως, καμία σχέση - την ομορφιά του κειμένου σου δεν τη βλέπω στην Αθήνα για πολύυυ καιρό ακόμα...
Επιασες την αλληγορια θωρώ.
Τα πουλάκια σώπασαν γιατί τα βρήκε κατάστηθα το βόλι του κυνηγού.
Να προσέχεις εκει στις μοναχικές σου εξορμήσεις.
Αρέσκει μου η χαρά που φκάλλεις, εν πολλά μεταδοτική.
Προσεκτικά όμως μες τα δάση μόνος σου τζιαι τες παγωμένες λίμνες, μεν αππώνεσαι :)
Τον πρώτο καιρό που ήλθα στην Ελλάδα ενόμιζα ότι οι καλαμαράες γυναίκες και άνδρες επερπατούσαν σαν τους χάλα κατέβα. Τζιαι τωρά πιστεύκω το αλλά όι ούλλοι.χα χα χα
μιαν πανω τζιαι μιαν κάτω παμεν. Το δάσος βοηθά πολλά την κίνηση. Προσέχω πάντα!
το περπατημαν αλα κυπριακα εκφράζει χαλαρότητα, άνεννοιας διάθεση, ελαφρόν εγωισμόν, μαζίν τζιαι άβολον συναίσθημα για το σώμα τζιαι τί θα πεί τζιήνος που σε θωρεί, μαζί τζιαι "έν με κόφτει, θα παρπατώ αργά τζιαι τζυλιτά" διάθεσην.
Ελπίζω να χιονίσει και σε μας σύντομα...
Θα ήθελα πολύ ν' άκουγα τον ήχο της φωνής μου ν'αντανακλά πάνω στους πάγους...
Πολύ ζωντανές οι περιγραφές σου...
όμορφα
:)