Η μυρωθκιά της Κύπρου, τζι η Ουσία
Επήα να σ' αγαπήσω για τούτα που προσφέρεις, τον ήλιο, την απλή ζωή, την οικογένεια δίπλα, τους φίλους τους ευκολοσχέτιστους, . Επήα να σ' αγαπήσω για όσα λείπουν που τη ζωήν μου "τζιεικάτω", τζι ερωτεύτηκα σε γιατί εθώρουν τες ελλείψεις που θα εγέμωννες τζι εζήλευκα όσα έσιεις που δέν έχω εγώ. Μα εν έρωτας τούτος? Πάλε εκρέμμασα αλυσίδες τζιαι επιθυμίαν αρρωστημένη γυρόν του λαιμού, να σε θέλω, τζιαι να μέν μπορώ να σε κρατήσω, ούτε το κορμί σου να χαρώ.
Μα τωρά, είδα. Εμουρμούρησεν μου τα η πέτρα η Ανθούλλα εψές. Τζιαι πλέον, δέν σε αγαπώ για όσα θα μου εδίας που λείφκουμαι.
Εσέναν αγαπώ. Τη μυρωθκιά σσου. Την μυρωθκιάν που μόνον ο ερωτευμένος γνωρίζει την ώραν που χώννεται μές τα σκέλια της αγαπημένης του τζι αναπνέει την αλμύρα πρίν να την ιγλύψει.
Τζιείνην την μυρωθκιάν κρατώ.
Αγάπη μου, είσαι μιά θολή υγρασία νυχτερινή που κατεβαίννει που τους λόφους της θάλασσας τζι αγκαλιάζει λλίον τα χωράφκια να κουβαλήσει μυρωθκιές που τα σπαρτά τζιαι τες τερατσιές.
Μυρίζεις φύτζια τζιαι σύκα βαρυψημένα.
Είσαι ασπρόχωμαν, σκαστρόχωμαν, στην τζιεφαλή σσου κάθουνται οι Παρθενώνες σιωπηλοί ασπρόβραχοι που περιμένουν να πάω τους δώ, κομμένοι λαξεμένοι που αρχαίους τζιαι πεθαμμένους ποταμούς , μνημείον ολόκληρη. Είσαι πράσινη τζιαι φρέσκα πικροελιά να σε βάλλω βούκκον να κλείω τα μμάθκια τζιαι να χάννουμαι μές τη λαδερή σου γεύση την γεμάτη αγκάθκια.
Είσαι γιασουμί, θυμάριν πεισματάρικον του κρεμμού, παλλούρα να χωστώ τζιαι να με γεματώσεις μές τα σιέρκα σου.
Είσαι βασάλτης γκρίζος που λουβά μές τα νερά της άνοιξης.
Τζιαι η καρκιά σου εν η αλμυρή η θάλασσα η πετρερή η μοναχική του ακάμα τζιαι του ζυγιού που δέν τη θέλει πλάσμαν να την κολυμπήσει.
Μονοπατούθκια βουττημένα μές τον γύψον στα βουνά τα δίχα δεντρόν, να περπατώ τζιαι να με κρούζει το λευκόν τζι ο ήλιος.
Τούτα είσαι. Τζιαι τούτα μόνο παίρνω μαζί μου, τούτα που μου διάς χωρίς να τα Ζητήσω.
Τζιαι χώννουμαι στα σκέλια τα δικά σου που με σοφία τζιαι άφεση με προσκαλούν, τη γυναικεία σου τούτην την οσμήν ν' αποστηθήσω.
Μα τωρά, είδα. Εμουρμούρησεν μου τα η πέτρα η Ανθούλλα εψές. Τζιαι πλέον, δέν σε αγαπώ για όσα θα μου εδίας που λείφκουμαι.
Εσέναν αγαπώ. Τη μυρωθκιά σσου. Την μυρωθκιάν που μόνον ο ερωτευμένος γνωρίζει την ώραν που χώννεται μές τα σκέλια της αγαπημένης του τζι αναπνέει την αλμύρα πρίν να την ιγλύψει.
Τζιείνην την μυρωθκιάν κρατώ.
Αγάπη μου, είσαι μιά θολή υγρασία νυχτερινή που κατεβαίννει που τους λόφους της θάλασσας τζι αγκαλιάζει λλίον τα χωράφκια να κουβαλήσει μυρωθκιές που τα σπαρτά τζιαι τες τερατσιές.
Μυρίζεις φύτζια τζιαι σύκα βαρυψημένα.
Είσαι ασπρόχωμαν, σκαστρόχωμαν, στην τζιεφαλή σσου κάθουνται οι Παρθενώνες σιωπηλοί ασπρόβραχοι που περιμένουν να πάω τους δώ, κομμένοι λαξεμένοι που αρχαίους τζιαι πεθαμμένους ποταμούς , μνημείον ολόκληρη. Είσαι πράσινη τζιαι φρέσκα πικροελιά να σε βάλλω βούκκον να κλείω τα μμάθκια τζιαι να χάννουμαι μές τη λαδερή σου γεύση την γεμάτη αγκάθκια.
Είσαι γιασουμί, θυμάριν πεισματάρικον του κρεμμού, παλλούρα να χωστώ τζιαι να με γεματώσεις μές τα σιέρκα σου.
Είσαι βασάλτης γκρίζος που λουβά μές τα νερά της άνοιξης.
Τζιαι η καρκιά σου εν η αλμυρή η θάλασσα η πετρερή η μοναχική του ακάμα τζιαι του ζυγιού που δέν τη θέλει πλάσμαν να την κολυμπήσει.
Μονοπατούθκια βουττημένα μές τον γύψον στα βουνά τα δίχα δεντρόν, να περπατώ τζιαι να με κρούζει το λευκόν τζι ο ήλιος.
Τούτα είσαι. Τζιαι τούτα μόνο παίρνω μαζί μου, τούτα που μου διάς χωρίς να τα Ζητήσω.
Τζιαι χώννουμαι στα σκέλια τα δικά σου που με σοφία τζιαι άφεση με προσκαλούν, τη γυναικεία σου τούτην την οσμήν ν' αποστηθήσω.
Σχόλια
Τζείνα που περιγράφεις για την σχέση σου με την Κύπρο εν όσα πρέπει να νιώθουμε και για την σχέση μας με τον σύντροφο μας. Να αγαπούμε όι για τζείνα που μας λείφκουνται και διούν μας τα οι συντρόφοι μας αλλά για τον άνθρωπο καθεαυτόν.
Εν τόσον εύκολο να τα νιώσουμε τούντα πράματα, τζιαι τόσο δύσκολο να τα εφαρμόσουμε. Θέλει δκυό να χορεύκουν τον ίδιο χορό για να μέν πατούν τα πόθκια ο ένας του άλλου.
ina
Ναι ρε, θα μείνουμε αμερική. Μα το κεφάλαιο της κύπρου έν έκλεισε. Θα έρτει η ώρα του.
που παίζει blues,
σε χρυσό λιβάδι...
Φίλε μάλλον αμανές ένι, τταξίμι πάς το πιθκιάυλι.
My fav..