Τέλος στο δίλημμαν.

Εψές επήαμε να γιορτάσουμε την ημέρα του αγίου βαλεντίνου κάτω στην μεγαλούπολη με την Αγάπη μου στο θέατρο να δούμε το reading του λιπρέττου της όπερας.  Επαρουσιάσαν το στο κοινόν της πόλης με ηθοποιούς που εκρατούσαν δηλαδή στο σιέριν το έργο τζι εδιαβάζαν το.  Είσιεν καμπόσο κόσμο, φαγιά, ποτά, κοχτέηλ σιότς τζιέλλι με βότκες, καμπόσα αππώματα των αθρώπων της τέχνης, αεροφιλιά, κυρίες καλοντυμένες ντίβες, σκηνοθέτες με περέ γαλλικά, ούλλα τα στερεότυπα μαζεμένα.

Ήμουν κάπως τιμώμενο πρόσωπο, φαίνεται είχεν με ήδη θκιαλέξει ο σκηνοθέτης για τη δουλειά άρεσεν του η αρρωστημένη μου μουσική αλόπως καμπόσον, τζι ετραβολόαν με ποτζιεί ποδά με την Αγάπη να γνωρίσουμε τους ηθοποιούς κλπ κλπ.

Τζι αρκέφκει το έργον.  Η ιστορία του έσιει ώς εξής:  Μιά κορούα αθώα παρθενώπη 15 χρονών, τζι αρφή της η πουτανιάρα.  Χάννουν τους γονιούς τους τζιαι πάν που τους αγρούς του χωρκού τους στο παρίσσιν.  Η πουτανιάρα περνά καλά, η παρθενώπη έν περνά καλά.  Η πουτανιάρα γαμεί τους προύχοντες τζιαι φκάλλει ριάλλια πολλά, κρέμμουνται οι άντρες πουπάνω της, η παρθενώπη εν δούλα τζι εκμεταλλέυουνται την οι μαστόροι, αππιδούν την στο τέλος, φορτώννουν της ένα φόνο, βάλλουν της σιέρι στο μοναστήριν οι παπάδες.  Τζιαι σποραδικά, εμφανίζετουν ο μαρκήσιος ντε σάντ σάν deus ex machina αφηγητής τζιαι να μας κάμνει μαθήματα της ζωής, εν καλλύττερα λαλεί να είσαι πουτανιάρα στη ζωή παρά παρθενώπη.  Είσιεν βίλλους πλαστικούς μέσα η υπόθεση, κουσπήματα, τραβοβυζιές, βίαν αστείαν.   Interesting.  Κάτι έλειπεν.

Ο σκηνοθέτης ήταν τέλλεια παρθενώπη, μαλαχτούης, αχάπαρος λλίον.  Πού να καταλάβει που διαστροφές.  Εφαίνετουν πλάσμαν που έν έφαεν ούτε έδωκε βίλλον καλόν στη ζωήν του χωρίς να τον ενοχλεί ιδιαίτερα, ασέξουλος άθρωπος.  Θα έπρεπεν να τον ενοχλεί η αβιλλιά   -μόνον έτσι βλέπεις μπορεί κάποιος να σκηνοθετήσει με το 'σωστόν' άγχος τζιαι tension έναν έργον σάν τζιαι τούτο.

Τελειώννει το 'διάβασμα' του έργου, τζιαι πίννουμεν κράσους με χεχε, τζιαι χουχουχού, νομίζουν πως εν edgy το έργον τους  -είσιεν κάτι θαμώνες που επροσβληθήκαν που τα ξημαρόλογια  (η λέξη "πούττος"  ήταν σε κάθε παράγραφο τουλάχιστο 5 φορές μπημένη)   τζι εγώ αφού είχα ήδη πάρει απόφασην  έκαμα του συγγραφέα ένα τέστ πάς την κουβένταν, να δώ αν τραβά.  Τέστ  να δώ αννεν βαθκειά μές τον κόσμον του έργου ή αννεν μόνον συγγραφέας/παρατηρητής.

Επιάσαμεν κουβένταν αν μου άρεσεν τζι εσυζητούσαμεν αν θα κάμουμεν καλήν ομάδαν με καλή χημείαν οι συγγραφείς, εγώ τζιαι ο σκηνοθέτης.  (εφόρησα τζιήνην τη στιγμή τα συμβολικά μου φκιά του κουνελλιού).

Λαλώ του άξξιππα "γιά να δούμεν κάτι πρώτα αν έχουμε χημείαν της πελλάρας"  τζι έπιασα τον κώλον του πρώτα τζιήνου τσιμπιτά καμπόσο με συνοδεία πατσουθκιού.  Εποτιτσίνωσεν τζι εγέλασεν νευρικά, εσκέφτηκεν για μισό δευτερόλεπτον τζι ύστερα έπιασεν μου τον τζι εμέναν -χλιαρά-   για να μέν μείνει πίσω.  Έπιασα με το άλλο σιέριν  νάκκον άγρια τη ζάμπαν της δεύτερης συγγραφέας  (μιάς φάμ φατάλ ιταλίδας που το έπαιζεν 'συγγραφέας')  τζι εγέλασεν μα όι με καλόν τρόπον, μάλλον εξίνισεν.  Η Αγάπη εφύρτηκεν του γέλιου.  Τζι εσυνεχίσαμεν την κουβένταν σάν να τζιαι δέν εσυνέβηκεν τίποτε.  (εσκέφτετουν ο νούς μου  "μα καλά..έν θωρείς πως φορώ φκιά του κουνελιού πάς τη κκελλέ μμου ολάν?).


Είπαμεν καληνύχτα, εννα μιλήσουμε για τες λεπτομέρειες.


Με λλία λόγια, έπιασα τη δουλειάν.


Με άλλα λόγια, εννα πώ "ΟΧΙ" με τρόπον.  Καλλιτεχνικές διαφορές.


Όι για τους λόγους που εφαντάζουμουν, όι για το δίλημμαν αννεν σωστό να νεκατώσω μές τη δασκαλιτζιή μου ζωή τούντα θέματα.  Τζιήνην την απόφασην εζύασα την.

Αρνούμαι τη δουλειά για  τον απλό λόγο πως έν μπορώ να κάτσω τον κώλο μου να σχίζουμαι μουσικά για ένα χρόνο ολόκληρο τζιαι το έργο στη βάση του ναν ξενέρωτο τζιαι προσποιητά επιφανειακό.   Αποκλείεται να τα καταφέρω να προσποιηθώ τζιαι γώ μουσικά, οπότε, καλλύττερα να αρνηθώ έτσι μεγάλην δουλειάν.  Το 2006 έγραψα έργο για τη συμφωνική της πόλης, τζι ήταν καταστροφή για μένα, ενέδωσα στον μαέστρο που το έθελε να μέν έναι challenging στα φκιά του κόσμου, τζιαι έκαμεν μου ζημιά, έν ήμουν ο εαυτός μου.

Τζι επειδή εν πολύτιμο να είσαι ειλικρινά ο ίδιος πουμέσα τζι έξω σάν καλλιτέχνης όσο μπορείς, έν ξανακάμνω το λάθος.

Τί θα χάσω:  Exposure. Εννα έναι σίουρα μές τες εφημερίδες, θα το δεί πολλύς μα πολλύς κόσμος τζι ας έναι τέλλεια επιφανειακά controversial.   Τζιαι σίουρα θα μου φέρει άλλα έργα στη ζωή μμου.

Μα λαλεί το έντσιχτο "ΟΧΙ".



Ά, άς βάλω το κομμάτιν που τους έστειλα για να το ακούσετε.  Λαλούν το "Η χρυσή Κολώνα".




Σχόλια

Ο χρήστης Dimitris A. είπε…
Ρε Διάσπορε,
θέλω να ακούσω κάποια δουλειά σου.
Να σε ανακαλύψω.
Έχεις κάπου να με οδηγήσεις;

Υ.Γ.: Αν πρέπει να πεις όχι, τότε να πεις όχι.
Κι ας λένε κάποιοι ότι είμαστε εγωιστές
εμείς που δε βάζουμε την υπογραφή μας σε κάτι
αν δεν το πιστεύουμε 100%.
Ο χρήστης Diasporos είπε…
Εννα κάμω πόστ το κομμάτιν που τους έστειλα.
Ο χρήστης Dimitris A. είπε…
Διάσπορε, φκαριστώ σου πολλά! ;-)
Τώρα μελετώ και τ' άλλα βίντεο του channel σου...
Ο χρήστης ιων σκεπτικός είπε…
Εσύ ξέρεις καλλύττερα. :-)))
Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
Εγώ σιέρουμαι που εξεπέρασες το πρώτον δίλημμα μεταξύ δασκάλου τζιαι συνθέτη.

Η εξέλιξη είναι κατανοητή, αλλά μην ξεχνάς πως υπάρχουν έργα που εμείναν στην ιστορία για την μουσικήν τους, και όχι για την υπόθεσην τους.

Το δείγμα φέρνει σε avant garde, τζιαι John Cage, τζιαι Ξενάκην (πάλε.) Έχω σε ταυτισμένον με την μουσικήν της ανατολής που σίουρα έσιει παραπάνω ψυσιήν…

Άρα;…
Ο χρήστης Aceras Anthropophorum είπε…
Τζιαι τι θα κάμεις à la place?
Ο χρήστης Diasporos είπε…
Ίων

Ήταν μιά κινητή καταστροφή το έργο τους. Ένστικτο.


στροβολιώτη

Εξαναείπα σου το, έσιεις φοβερόν αυτί μουσικό. Τούτον το είδος μουσικής εν παραπάνω των άγριων αισθημάτων τζιαι του μυαλού, έννεν σάν της ανατολής. Γιαυτόν τζι εγώ πάω που την μιάν άκριαν στην άλλην. Για να γεμώννει το φάσμαν.

Τωρά, έσιει έργα που εμείναν στην ιστορία για τη μουσικήν τους, ο μότσαρτ έγραψεν καμπόσα που ήταν τα λιπρέττα πατάτα τζι έφκαλεν τα ψηλά με τη μουσική. Εσκέφτηκα το τούτο. Μα τούντο λιπρέττο εν ΤΟΣΟ μαλακία που εννα θέλει δέκα μότσαρτ να το κάμουν κομμάτι άξιο. Τζιαι δέν έχω έτσι όρεξη (να ποσπαστώ σάν τον μότσαρτ που την υπερκόπωσην τζιαι την ασωτία)



Aceras

Ε, εν πρόβλημαν τωρά. Εκουρτίστηκα, έφερα τον κοσμον μου μές το θέμαν. Εσπάρκωσα ψυχικά που λαλούν. Οπότε, άρκεψα σήμερα να γράφω δικόν μου έργον. Περσικίζει καμπόσον, επεθύμισα τες μουσικές της ψυσιής.
Ο χρήστης Ωραία Ελένη είπε…
Να κάμεις ότι λαλεί το ένστικτο σου! Πάντα εσύ ως δημιουργός ξέρεις καλύτερα... το βρήκα λίγο αγχωτικό το κομμάτι... όι πως καταλάβω πολλά από μουσική... αλλά δεν είναι η μουσική που σε φαντάζομαι να γράφεις... κι εγώ σε φαντάζομαι σε πιο ανατολίτικα...
Ο χρήστης Diasporos είπε…
Ωραία Ελένη

Εν αγχωτικό είδος μουσικής τούντο στύλ, ή που άλλην άποψη "πολλά σκεφτικό τζι εσωτερικό". Εν το αντίβαρο της άλλης μουσικής, της ανατολίτικης. Γίν+Γιάνκ λαλούν τζι οι κινέζοι.
Ο χρήστης Aceras Anthropophorum είπε…
Φίλε μου να σου πώ τζιαι για το κομμάτιν σου.

Εκάμμησα τα μμάθκια μου για να απομονώσω την αίσθησην της ακοής που τες άλλες. Ήταν σαν να επήα σε εστιατόριον τζιαι αυτόν που μου επαρουσιάσαν ήταν εντελώς τζιουνούρκες γεύσεις τζιαι μυρωθκιές που δεν αισθάνθηκα ποττέ. Σαν να τζιαι εφέρναν μου για πρώτην φοράν cuisine moléculaire. Η γεύσεις δεν εκολλούσαν με καμιάν παλιάν γνωστήν reference παρόλον που η αίσθηση της απόλαυσης ήταν γνωστή.

Φίλε μου δεν μπορείς να φανταστείς την συγκίνησην μου με την φράσην που έγραψες "Οπότε, άρκεψα σήμερα να γράφω δικόν μου έργον."
Ο χρήστης Diasporos είπε…
Αέρφιν, εν πολλά εύστοχη η σύγκριση με την cuisine moléculaire! Έτσι έναι που δουλεύκει τούτη η μουσική. Πιάννει τα γνωστά στοιχεία τζιαι διυλίζει τα, essence, συγκεντρώννει τα με χημικόν τρόπον. Απολαμβάννεις την με άλλα αισθητήρια όργανα. Αν κάποιος καρτερά να γλύψει τα μουστάτζια του με συγκίνησην σάν να τζιαι τρώει λουβί με τα λάχανα, απογοητεύκεται. Εν άλλον το λουβί με τα λάχανα. Φαϊν απλόν, ίσιον, που μιλά της ψυσιής ευθέως. Θέλει άλλην συγκέντρωσην τζιαι τρόπον να απολαύσει το πλάσμαν την cuisine moléculaire της μουσικής.


Το κομμάτιν που γράφω τωρά εν μείγμα των θκυό.

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ελάτε στες μουσικές

Κυπραίοι. Δειλοί.

Τρώγοντας το Ντούριαν