Άδειασα


Δάσκαλε αγαπημένε
αιωνοπνεύστη
πηγή ζωής
σε φιλώ.
Ουρανόπλαστε μου  το ξέρεις τώρα,
χρόνια σε καρτερούσα.
Το πλατύ χέρι σου -που τόσες ορχήστρες αγάπησε-
ν' ακουμπίσει πατρικά στον ώμο μου ήθελα, ζεστό
(πόσο λάθος είχε η απαίτηση καλέ μου)
μαζί για μιά στιγμή να περπατήσουμε στον Κήπο σου την αυγή θελησα
Δέν ήταν  ώρα τότε καλή.  Τα σύννεφα μου έβαψαν κόκκινο τον ουρανό
έβρεχε κορμιά, κόλαση, σεισμούς πολλούς.
Έτοιμος δέν ήμουν (αγριεμένος, σκιαγμένος περπατούσα, όσα έβλεπα ήταν κακομαντάτα)-το ένιωσες πολυμήχανε κι ευαίσθητε, αλλά δέν είπες τίποτε.
Άλλα μου έλεγες εσύ όταν τα μονοπάτια σμίξαν,  για να με σώσεις!
-αντρίκια έλεγες να κάμνω πράγματα, όμορφα, των αισθήσεων, υπερβολικά
που δικά μου ποτέ δε μπορούσα να τα' χα και το 'ξερα.  
Τον Κήπο σου δέν έκρυψες καθόλου
μόνος μου το νόμιζα
μα δέν είχα καταλάβει την πρόσκληση
Δέν το μπόρεσα
το ήξερα και έκλαψα πικρά για τον εαυτό, 
που ανίκανος ήταν ν' αγαπήσει αληθινά Άλλον
ή και να χαρεί τους ζωντανούς
(πόσο κοντά στο θάνατο είχαμε φτάσει τότε, Δαυίδ, καλέ μου
και πόσο το χαρήκαμε, αλήθεια)

Μέρες του '91.
Ξερατό φαρμακερό της ψυχής και Μαυρος Θάνατος σε όλα.
Με θρήνησα μερόνυχτα
Άδεια η Στάμνα.
(έφυγε κι εκείνη, ας όψεται η ώρα)
την έκλαψα βουβά
χωρίς ειλικρίνεια ή δάκρυα αληθινά
δέν με ξέπλυνε το πένθος
δέν ήρθε ποτέ το σκίρτημα της λύτρωσης
αυτός ο όμορφος οργασμός του θανάτου
και άταφος έμεινα
μίσησα κι άλλο το κορμί
πέτρα βάλθηκα να με πλάσω
απολιθωμένος
και μαστίγιο ατέρμονου μίσους ζώστηκα
σε άρμα ολόχρυσο έζεψα δράκους 
τη Λύπηνη  και το Δαίμων Εαυτό
τον Σφοίχτο τον Ακράνιο, και τη Γοργώταφη
κι αφηνιασμένος κάλπασα μαζί τους ώς το Έρεβος
-πόσο προσπάθησες καλέ μου να με φέρεις πίσω-
φώναζα στο σύμπαν 
για το πόσο μικρός είμαι
σε βρήκα κατα τύχη, Δέσποτα μου 
πόσο τεράστιος δέσποζες στο στερέωμα!
Είχες ότι δέ θα μπορούσα ποτέ
(τότε έτσι νόμισα, ο Αδύναμος)
Από την πίσω Πόρτα μπήκα βράδυ στον μπαξέ σου 
και έκοψα τα γιασεμιά, τους νάρκισσους και τα ζουμπούλια
-ταύρος-
όλα τα ξερίζωσα
και σύ δέν πήρες είδηση,
δοσμένος όπως είσουν στην Ομορφιά, αγνόησες το μίσος
και κρυφά εγώ  φύτεψα στα σπλάχνα σου μηλιά του φθόνου
και ώριμο καρπό της μου έδωσες να φάω καλέ μου.
Εσύ, Πάνσοφος που είσαι,  όλα τα ήξερες
και με τον τρόπο σου τον απαλό
προσπάθησες τα Όμορφα που είχες να μου δώσεις
να πιάσω επιτέλους το Νόημα
μα στα φτιά μου δέν επέτρεψα να ακούσουν 
μήν αλλάξει κάτι και σωθώ
(δέν το ήθελα -παράδοξο δέ σου φαίνεται αυτό?)
μίζερο με προτιμούσα κι έρμαιο της μοίρας
Στην πλατεία στάθηκα του χωριού, Μάρτυρας Στυλίτης
για να με δουν και να με λυπηθούν.
"Δέστε με, τί Όμορφος που είμαι!"
"Δέστε το χρυσοστόλιστο μου Άρμα"
"Δέστε τους Δράκους μου πώς βρυχούνται!"

Άκου καλέ μου κατάντια ο γιός σου τότε!
Εσύ μιλούσες για Αγάπη της Ζωής
μα εγώ -ο φαρμακωμένος- ποτέ δεν την ένιωθα για κανένα
και στο Θάνατο με το άρμα έτρεχα.

Μια κρύα μέρα του Μάρτη του '95  που το μυαλό το όμορφο ξανά με πρόδωσε κι έφυγε στην εξορία του Χέρσου Κάμπου καβάλα τ' αλογο το μαύρο με το φεγγάρι οδηγό
τυχαία βρήκες μισοπεθαμένο το κορμί μου
γέρος σακάτη ρακένδυτος να ζητιανεύω στη γωνιά του δρόμου
-δέ σε ήξερα τότε βασιλιά μου-
κατέβηκες απο τη ράχη του αλόγου σου και
με λυπήθηκες που την Τέχνη μου είχα χάσει καλέ μου

ρώτησες "τί έχεις μικρέ μάστορα;"

"Με πρόδωσε το πιάνο, Δάσκαλε" -σου είπα κλαμένος
"τα χέρια μου, τα κυρτά κι ανήμπορα αρνιούνται μουσική να παίξουν
έχω απολιθωθεί -μόνος μου το θέλησα-
κι ο Κήπος του μυαλού μου Ξεράθηκε, τα πεύκα, οι βαλανιδιές, τα κρίνα, τα σπιτάκια μέσα
όλα καμένα, και γώ ξεκληρισμένος γυρίζω"

Μου είπες με το πλατύ σου χαμόγελο να φωτίζει το σύμπαν
"Μή φοβάσαι, μικρέ μάστορα, κι αυτά συμβαίνουν, μια μερα θα καταλάβεις το λόγο, έλα μαζί μου να σου δείξω τώρα εγώ Τέχνη πιό καλή, συνθέτης να γίνεις δίπλα μου, να ξαναγεννηθείς, σαν το Φοίνικα.  Ξέχασε τώρα τα χαμένα, μήν τα κλαίς, υπάρχει λογος.")

Μου είπει την ιστορία του, της Iwo Jima
και τότε δεν την κατάλαβα
ο Αδύναμος.

Όλα μου τα 'μαθες.  Στάθηκα.  Πάσκισα τον Κήπο να ξαναφυτέψω
Έζησα επιτέλους ελεύθερος
(έτσι νόμισα τουλάχιστο)
Και σ' αγαπώ γι αυτό, κι ας μήν το κατάλαβα ότι και σύ με θαύμαζες κρυφά
στα μάτια μου έβλεπες τον εαυτό σου.

Το '05 που χωρίσαμε, άνθρωπος δέν ήμουνα ακόμα γεννημένος, το βλέπω τώρα 
Αγάπη είχα για τη ζωή τουλάχιστον
και όλα του Θανάτου είχαν καταλαγιάσει μεσα μου
φύγαν οι Δράκοι και τ' αρματα τα μανιασμένα
κρυμμένα είναι στη σκοτεινή μεριά του Κήπου κλειδαμπαρωμένα
(δουλειά πολλή επήρε, το ήξερες αυτό;  Και όσα μου έμαθες τα προσπάθησα, ξέρε το πως χωρίς εσένα δέ θα ήταν εφικτό το λύτρωμα)


Προχτές, σε είδα ξανά, Δάσκαλε, σκυφτό μα αγέρωχο
και η αγάπη σου παλλοίρια στα φτιά μου
-που επιτέλους ακούνε-
άντρας προς άντρα μου μίλησες καλέ μου
Είδες και συ που επιτέλους Έφτασα Εκεί Που Εγώ Πρέπει
και το χάρηκες.

Μαζί σταθήκαμε στη σιωπής τη θάλασσα, την εικόνα τη σεπτή του Μπετόβεν με ευλάβεια να προσκυνήσουμε με σηκωμένα φρύδια
-δοκιμασία ήταν, το βλέπω καθαρά-
ρώτησες "τί βλέπεις γιέ μου;"
κι αυτά που είδα στο πρόσωπο του Λούντβιγκ τα ωραία
κλειδί ήταν στου Κήπου σου την ξώπορτα την ασημιά
γιατί ίδια καθρεφτίζονταν τα Όμορφα στο πρόσωπο σου
η επανάσταση, τ' αγέρωχο το βλέμμα
αστροπελέκια
με μια λύπη μαζί, μια πεθυμιά για αγάπη και στοργή που λείπει στους άντρες
-και μένα στο δικό μου πρόσωπο αυτό καθρεφτίζεται 
Στιγμή Όμορφη έτσι μοιραστήκαμε
που Μίλησε, είπε όσα λόγια δέν είπαμε ποτέ μας
ο Κήπος σου Άνοιξε, κι ο δικός μου επίσης
Οι δυό μας περπατήσαμε την αυγή στους Κήπους με τα κίτρινα λουλούδια
γελαστοί, Νέος και σύ, 
μυρίσαμε τα γιασεμιά και τα ρόδα, στον ποταμό το δυόσμο, 
τα πράσινα τα στάχυα, τα κρίνα της αυγής, όλα τα τρυγήσαμε παρέα.

Σε γωνιά ηλιόλουστη με υάκινθους και κυπαρίσσια,  σου έχτισα χτές άσπρο σπιτάκι πέτρινο σε μικρό λόφο που βλέπει τη δύση,  εκεί να ζήσεις  ώς το τέλος της ζωής μου.  Μαζί σου κι ο πατέρας μου, κι ο Μάλερ, ο Σοπέν, ο Σούμαν, φίλοι άλλοι καλοί, ο Θ., ο Γ., ο Σ., ο Κ., οι αγαπημένοι.    Θα πίνουμε τα ρούμια σου, Βάκχε μου,τα φαγητά που φέρνεις, τους όμορφους σου έρωτες να ξιστορείς για να χαρούμε, αιώνιο τσιμπούσι θα στήσουμε με ορχήστρες και τσέλλα.   Ζωή έχεις φέρει στον Κήπο μου, και η αμηχανία που ένιωθαν οι καλεσμένοι μου όλα αυτά τα χρόνια-που τόσο αυστηρά που τους έχω εκει μέσα- έχει φύγει.

Με τη γροθιά κι εγώ σφιχτή ύψωσα το ανάστημα και βροντοφωνάζω  τ' ουρανού:
"Θέλω να Ζήσω, να σπάσεις"

Εαυτέ μου, σε βλέπω τώρα καθαρά
πόσα μυνήματα μου έστειλες καλέ μου
κι όλα όσα άδικα μίσησα ή ήθελα ν' αλλάξω
κωδικοί ήταν
βλέπω τη σημασία τους
Τα Πάθη μου που πάσκισα να πολεμήσω
τ' άρματα τα χρυσαφηνιασμένα
το μαύρο το μυαλό που τόσες φορές με πρόδωσε μ' αυτή του την
εύκολη λίθη της ευαισθησίας στον έρωτα και το θάνατο
και το κορμί τ' απολιθωμένο που αρνήθηκε τα ωραία να τα νιώσει
ή τα άσχημα να τα πονέσει αληθινά
Καλέ μου εαυτέ!
πόνο που ένιωθα συνέχεια και νόμιζα ήταν παράλογος
πόσο λάθος είχα ο δύστυχος
μου φώναζες
και Δάσκαλο μου έστειλες να μου τα πεί
Δέ σε άκουσα τότε Δάσκαλε!
όλα όμως τα άσχημα έχτιζαν σιγά σιγά συμφωνία πανσωματική
πεντάμορφη, Ναό να ζήσει μέσα ο Νυμφίος που έφτασε
με προετοίμαζαν Αυτόν να το δεχτώ
Σχημάτισαν την Τέχνη και τον Τρόπο της, τα όμορφα μου Πάθη
Γι αυτό όσα είχα δοκιμάσει για να αλλάξω δέν πετύχαν.
Σκοπό άλλο είχαν όλα, Ωραίο.
Όλα ξεκαθαρίσαν.

Καλως όρισες πάλι Δάσκαλε.

Και Άννοιξα απόψε κι άλλο.







(Ελάλησεν ο Λ   ο Δάσκαλος )

Σχόλια

Ο χρήστης drSpock είπε…
Τα λόγια από άλλους είναι περιττά. Τα είπες όλα...
Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
Γράφεις υπέροχα..
Ο χρήστης Diasporos είπε…
Σας ευχαριστώ και τις δύο.

Το κομμάτι μου γράφτηκε σήμερα.
Ο χρήστης stalamatia είπε…
Διάσπορε μου σαννα τζιαι πήρες την ευτζιή του? οξά κάμνω λάθος?
Ο χρήστης ruth_less είπε…
Τι μεγαλείο η Λύτρωση της ψυχής, όταν έρχεται η ώρα να καταλάβουμε γιατί κάποια πράγματα έχουν συμβεί ή δεν έχουν συμβεί στη ζωή μας.

Υπέροχος ο δρόμος της Αυτοεπίγνωσης... Οδυνηρή η διαδρομή όμως.

Τζι η ψυχή του Δάσκαλου θα Άνοιξε Διάσπορε. Γιατί είδεν όλα όσα έκτιζε πέτρα-πέτρα σε σένα, να στέκουν μπροστά του όπως έπρεπε. Ολοκλήρωσεν ακόμα μια συμφωνία ο Δάσκαλος μαζί σου. Τζιαι εν μεγάλη Λύτρωση για τζείνον να το ξέρει.
Ο χρήστης Diasporos είπε…
Εννα γράψω για κάτι που έγινε σήμερα μεγάλο.

Βασικά ετέλειωσεν το κομμάτιν ούλλον, έγραψα το μονομερού. Είκοσι λεπτά κομμάτιν. Αρέσκει μου πολλά.
Ο χρήστης Diasporos είπε…
σταλαματιά και ρουθλες

Η όραση σας είναι κοφτερή που λέν και οι αμερικάνοι.

σας αγαπώ
Ο χρήστης Diasporos είπε…
tubemap -να σαι καλά
Ο χρήστης dokisisofi είπε…
Ανδρα μοι ένεπε μούσα πολύτροπον....

όπου άνδρας βλ εαυτός
όπου άνδρας βλ δάσκαλος
όπου μούσα βλ. δάσκαλος
όπου μούσα βλ εαυτός

τί έκανες πάλι;
Ο χρήστης ruth_less είπε…
Είπαμε ότι είμαστε πολύμορφες προσωπικότητες.. Εσύ επαράκαμες το λλίον Διάσπορε :)

Όπως νοιώθει ο καθένας βεβαίως. Περι ορέξεως, ουδείς λόγος...
Ο χρήστης Diasporos είπε…
αμαν τες βρείς ούλες τζιαι ξεχωρίσεις τες, αλλάζουν τα πράματα ρουθλες μου

ρε δοκ, ειλικρινά εσκέφτουμουν το quote τούτον πριν να σε δκιαβάσω
ναμπου λαλεί ύστερα "ως γαρ... "κατι;
και η ανάλυση σου εν φοβερή, έτσι είναι όντως.
Ο χρήστης ruth_less είπε…
Ου, τώρα είδα ότι εν η Δοκι που το έγραψε... Συγνώμη, στην Δοκι αναφέρουμουν.

Καλόοο...
Ο χρήστης Diasporos είπε…
καλή η ανάλυση της δοκι ναί;

πάντως παίρνει άριστα απο μενα.
Ο χρήστης Diasporos είπε…
Stalamatia

Εδωσεν την ευχήν του ο Δάσκαλος, τζιαι έχρισεν με.
Ο χρήστης dokisisofi είπε…
:))))))))))))))))))))))

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Mondestrucken/Φεγγαρομέθυστος

Ελάτε στες μουσικές

Στη συναυλίαν των μαθητών του Διάσπορου.