..Rubedo. Solutio perfecta.

Ακέφαλος. Γυμνός.


Σκίσε πηγάδι στου λαιμού την φλέβα αυλάκι σκίσε.
Μια κόκκινη και ρουμπινένια βρύση να λευτερώσει ορμητική ουσία στο σύμπαν.
Κόψ' το κεφάλι, πάρ' το να το κρατήσεις ζεστό στα χέρια σου.
Στης απαλάμης σου τες ραβδώσεις κυλά ποτάμι το αίμα μου, πιές να δροσιστείς.
Σκόρπισε βροχή τις σταγόνες άνεμε, πορφυρό αφρό θαλάσσιο, σπονδή κρασιού.
Σκόρπισε τες χέρι άξιο του ανέμου στα διψασμένα.

Τα μέλη μου σχίσε ώ μούσα, με ένθεη μανία
ολόκληρος σου δίνομαι, μαινάδα
όλων γεννήτρα
σχίσε
και με καρφιά ασημοκάπνιστα
τα τέσσερα μου μέλη σε ξύλο ελιάς κάρφωσε Βάκχε ωμηστή
θρέψε την πείνα με τη σάρκα μου.









-------------------------------------------------------------------------------------------

Σ' ελευθερώννω..


..εαυτέ που θάφτηκες άκλαφτος στα φύλλα του δάσους
εκεί που πρωτογνώρισες τον Έρωτα.
εκεί που έχυσε η καρδιά το μαύρο της ζουμί στο βράχο πάνω
και στον ποταμό.








Σου δίνω...
..ΕΣΕΝΑ, που μ' έπλασες, το χέρι μου, το αντρίκιο μου το χέρι
και η συγχώρεση, γλυκειά, κατακόκκινη, κομμένη στο πιάτο που μοιραστήκαμε
χαμογελά, κλείνει τον κύκλο της ζωής.

Αντίο σου, Ρήγα. Σ' αγαπώ.




ΑνΟΙκω...
...σε χωράφι σπαρμένο ψυχόπλαστες πέτρες, χαρουπιές, βράχους ξανθούς,
ηφαίστεια και αέρα που γεμίζει τα πνευμόνια λεμονιά και ρόδα
Εκεί πλανιέμαι με κλειστά τα μάτια.





Σ' αγαπώ...
..γιατί όταν σε είδα ήτανε μέρα παγωνιάς, μου ζέστανες το σώμα με την Πίστη σου.
Ανέβαινες τη σκάλα τ' ουρανού χωρίς να σκέφτεσαι το χώμα που ήθελε να σε κρατήσει δικό του.





Σ' αγαπώ..
..γιατί χαμογελάς αδελφέ μου και ανατέλλει ο ήλιος της ελπίδας στο πρόσωπο σου όταν οι αθώες σάν πεταλούδες ψυχούλες τους σε τριγυρίζουν.







Υπάρχω...
...αγαπημένε μου μές το τραγούδι σου το αρχαίο, μές το φωτεινό σου πρόσωπο, μές την αγάπη σου.







Ζώ..
...γιατί σε πρόσεξα που περπατούσες μόνη γριούλλα μου, μές το κρύο του ποταμού το φεβράρη, σάν και μένα.
Φορούσες κόκκινο παλτό, μου χαμογέλασες, Ήξερες.






Πόλη μου..
...στάθηκα στην πόρτα και κοιτούσα τον ορίζοντα. Μ' αγκάλιασες με τις ατέλειες, τη φτώχεια, τη μιζέρια σου. Πέρασε δίπλα ένας κακοντυμένος κύριος. Κρατούσε στο χέρι περιστεράκι, το 'χε γλυτώσει απο το θάνατο. Ο ήλιος γέλασε ευχαριστημένος.










Δάσος μου, αγάπη μου
Κόκκινα βατόμουρα, θυμάστε οταν στάθηκα μπροστά σας και έκλαψα, λύκος του βάλτου?
Εκεί άφησα να πέσουν όλα, θαμμένα μές τες ρίζες σας.






Και σένα,...
Σε συγχωρώ. Δέν ήξερες..

Σ' αφήννω εκεί που πάς, να αναπαυτείς ήσυχη.





Θυμάσαι..
Σε είδα και κατάλαβα οτι ο θάνατος είναι ζωή.
Και γέλασα με γάργαρο και φωναχτό γέλιο.





Σας αγαπώ...
..όταν με κοιτάζετε στα μάτια ξέροντας πως σας έφερα στον κόσμο















Και σένα, βράχε, που σ' ανέβηκα. Σ' αγαπώ.










Και σένα, που φωτογραφία πλέον δέν έχω, εσένα που έπρεπε χρόνια πρίν στο δάσος να σ' αφήσω μα δέν γινόταν, απόψε σ' ελευθερώνω. Έτσι απλά κι εύκολα. Χωρίς πόνο.





















Σχόλια

Ο χρήστης ΦΛΕΓΟΜΕΝΟΣ είπε…
Κανείς δε θάβει μια συγχορδία.

Ποτέ δεν είναι απλά νομίζω.
Ο χρήστης ρίτσα είπε…
εξισιειλισες
Ο χρήστης Diasporos είπε…
φλεγόμενε

..μιά διαδικασία μακρόχρονη είναι το θάψιμο.
Το σκεύος θάφτηκε, όχι η συγχορδία, αυτή πλανιέται σάν στοιχειό το δάσος.

ρίτσα

Εν η αρχή ακόμα τούτη..

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Mondestrucken/Φεγγαρομέθυστος

Ελάτε στες μουσικές

Στη συναυλίαν των μαθητών του Διάσπορου.