Νύχτες άγρυπνες, ξημερώματα αγουροξυπνημένα

Βράζει ο νούς μου πόψε σάν τον χυμόν του σταφυλιού που εξίνησεν επίτηδες τζι εβάλαν τον στον αποσταχτήρα να κάμει αλκοόλ.  Ποιός θέλει να γίνει ολόκληρος αλκοόλ?   Μετά, αμα γίνει κάποιος αλκοόλ, ποιού το δίνεις να το πιεί?

Τούντες μέρες ρέω, θάλασσα οινοπνεύματος το είναι, κι ανακατατάσσουμαι, στεριώννουν οι νέοι κανόνες και οι μή κανόνες, αλλάσσει η ύλη μου.    Μιάν πάνω μιάν κάτω.   Με απότομες κινήσεις πλοίου που ταξιδεύει.

Ζαλισμένος μές την κίνηση μαθαίνεις να ζείς μες το νέο σου δέρμα.   Μεθυσμένος.

Η ακινησία σίγουρα φέρνει σταθερότητα, και η ροή την κίνηση.   Γιατί να κυνηγάς τη σταθερότητα, τί έχεις να χάσεις πραγματικά αν αφήσεις τη ροή να σε βρεί?
Το καινούργιο  συνουσιάζεται με παλιό, το σύν με το πλήν.  Για να βρούν τον κοινό παρονομαστή.  Κι αυτό φέρνει ζάλη, μέθη.  


Και δέν μπορώ να κοιμηθώ.  Μεθώ που το κρασί μου.   Και ξυπνώ που τες 2 το πρωί μές την υπερδιέγερση του δικού μου βραστήρα.



Αγρύπνια, η πηγή της έμπνευσης.


Αγρύπνια, κόρη της μάθησης.


Αγρύπνια, η ώρα που κυλά η σιωπή σάν το ρυάκι στο δάσος.

Μές το σκοτάδι και τη μέθη του εσωτερικού  κάθεσαι εντελώς μόνος σου.  Σάν ξαγρυπνάς τυλιγμένος πέπλο μεσοσυνειδητό παίρνεις μιά γεύση της μοναξιάς, ίσως αυτής που θα νιώσεις μόνο κοντά στο θάνατο σου.

Ίσως μές το σκοτάδι η πραγματικότητα σου είναι σχεδόν στάσιμη, το σκοτάδι ρούχο, σκεπάζει την καθημερινότητα που κοιμάται άνεννοιας.  Εσύ ξύπνησες χωρίς να πείς τίποτε της καθημερινότητας σου και την αφήννεις να κοιμάται μόνη.
Ξύπνιος παράωρα, εαυτός χωρίς όρια ή δεσμά.

Στο σκοτάδι άγρυπνος, μιλάς τη γλώσσα των αγγέλων, κι όσα πείς γράφονται με πυραχτωμένα  γράμματα στο εσωτερικό.

Μετά νυστάζεις πάλι, κοιμάσαι, και το υποσυνείδητο χτίζει μέσα σου όσα έμαθες.

Σχόλια

Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
Μουσική, Στίχοι: Θανάσης Παπακωνσταντίνου

Οι στίχοι στηρίχτηκαν στο ποίημα «INSOMNIE» του Tristan Corbiere (1845-1875)

Τραγούδι: Θανάσης Παπακωνσταντίνου



Αγρύπνια, αψηλάφητο ζώο!

Δίχως μια στάλα στοργή,

σ' όσους διψάν για χίμαιρες, γέρνεις

την κούπα σου που 'ναι πάντα αδειανή.



Κι ενώ περνά η νύχτα κατάλευκη,

βροχερή σαν Κυριακή,

ξέρω γιατί, στ' αυτί που σπαράζει,

χιμάς και γλύφεις σαν σκυλί.



Δεν αγαπάς! Αφήνεις τους ψύλλους σου,

τους ήχους που φτάνουν από μακριά;

αγρύπνια, κακόφωνο όργανο,

που αλέθεις των εκλεκτών το «ωσαννά».



Αγρύπνια, της κόλασης κήτος,

είναι το φιλί σου φωτιά.

Αφήνει μια γεύση από σίδερο,

πού 'χουν ξηλώσει από καράβια παλιά.
Ο χρήστης Diasporos είπε…
Σ' ευχαριστώ. Πολλά ωραία απάντηση!
Ο χρήστης ΔemΩΝ είπε…
Να και το τραγουδι διάσπορε (από τα αγαπημένα μου) :
http://www.youtube.com/watch?v=x2AbtkOYsJw

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ελάτε στες μουσικές

Τρώγοντας το Ντούριαν