Ανακατωμένα αισθήματα, επίσκεψη στο πατρικό και η επέτειος της εισβολής
Εμπήκαμεν στο αυτοκίνητο να πάμε 'ποτζιή'. Έτσι μας ήρτεν αυθόρμητα. Εν η επέτειος, θέλουμεν να τα δούμεν. "Πάεις γιέ μου μαζί μου?" "Πάω πατέρα." Στο χωρκό. Για να μου δείξη. Αφού εμοιραστήκαμεν τόσα τούντες ημέρες. Θέλει να μου τα πεί τζιάλλον, με λόγια τζιαι εικόνες του χωρκού γυρόν του. Να μου αφήσει κληρονομιάν. Οδηγούμεν. Βουρούν δίπλα μας τα ξεροβούνια της ορόκληνης τζιαι της πύλας. Οι καλαμιώνες εν λλίοι τζιαι βασανισμένοι μές τες λαξιές. Έν μιλούμεν τίποτε στην αρκή. Θώρε! Πόσα στρατόπεδα στο πέρκαμος παναϊα μου!!! Σπίθκια που τα εφόνευσεν ο πόλεμος τότε τζιαι εμείναν οι σκελετοί τους να τα τρώει ο αέρας τζιαι ο ήλιος σάν τους νεκρούς που εμείναν άθαφτοι τότε στην τάφρον της τροίας. Μόνον που εμείς είμαστε οι Τρώες δαμέ. Εχάσαμεν τον πόλεμον πατέρα..
Λαλεί "δαμέ, εβουρούσαμεν σάν τους ποντικούς να γλυτώσουμεν που εβομβαρδίζαν το χωρκόν"
"δαμέ έχωσα τη στολή μμου του αξιωματικού να μέν με δούν να με παίξουν που εστράφηκα πίσω για να πιάσω ρούχα μετά την υποχώρησην τζιαι τη δεύτερην εισβολή. Την επομένη μέραν όσοι εστραφήκαν στο χωρκόν εφκήκαν αγνοούμενοι. Σκέφτουμε τους, εμπορούσα τζιαι γώ να χαθώ έτσι.."
Εν απαντώ. Βουϊζει η μηχανή του αυτοκινήτου. Ακούμεν μουσικήν που την Πόλην, τούρτζιητζιην τζιαι ελληνικήν του '25. Εν καλό σιντί, μερακλίδηκο. Ο τούρκος λεβέντης κάμνει αμανέ με πόνον πολλύν. Πιάννει με σεκλέττιν. Γυρόν μας έσιει πολλές σημαίες. Εκάμναν παρέλαση σήμμερα, εγιορτάζαν την απελευθέρωσην τους που τον φόον τους ρωμιούς τους πραξικοπηματίες που ήταν να τους ισφάξουν αιμοβόρα. Τα λάθη τα δικά τους έν τα θωρούν καθόλου. Ναί γιορτάζουν! Ναί, έτον τζιαι τον αττατούρκ σε γιγαντοαφίσιαν τζιαι τη φάτσαν του την πατρικήν τζιαι στο κότσιηνον τεράστιον πανίν όπως κάθεται με πολλύν αυτοπεποίθησην στα μμάθκια του θωρείς εναν έθνος που ξέρει τί θέλει τζιαι πώς να το κάμει. Να φύουμεν που δαμέ παπά, πιάννουν με τα ίχλιχλι τζιαι άφτουν τα λαμπρά μου.
Φτάννουμεν.
Στη μέση της μεσαρκάς, τζιαμέ που κάποτε είσιεν αμπέλια ώς τζιαμέ που φτάννει το μμάτιν, πορτοκαλιές τζιαι νερόλακκους δίπλα που τους ευκαλύπτους τζιαι τα πανύψηλα ασπρόκορμα κυπαρίσσια. Ελιές αρχαίες. Ούλλα εκρούσαν, ή εξεράναν. Αφου έν ήταν δικά τους αφήκαν τα να καταριφτούν. Κάποτε ήταν δαμέ η παράδεισος. Τωρά, μόνον εγκατελειμμένες αποθήκες τζιαι φάρμες που είχαν κάποτε παράγκες τεράστιες με σιοιλιάες κοτόπουλλα κάποιου πλούσιου χωρκανού, τσίγκενες μαραζωμένες αγιωμένες. Το σιτάρι μιλά μας τούρτζιηκα, έν τζιαι ξέρει μας. Εν θερισμένον με εργαλεία τουρκόφερτα, οι πάλες εννα πάν σε τσούρες τουρκόσπορες, ξέρουμεν το, αλλά τζιαμέ που εν τα χωράφκια τα ψοησμένα κάποτε είσιεν χωρκανούς μουστακαλλήες αμπελάρηες τζιαι τρύγον που σταφύλι σουλτανίνα τσακρόρωβον. Τραούθκια. Μούλες φορτωμένες κοφίνες που εστάσσαν μέλιν που το γλυκόν σταφύλι. Δαμέ ήταν ο παππούς μας. Τζιαι ο παππούς του. Δαμέ έπρεπεν να εζιούσα τζιαι γώ. Πιάννει με παράπονον.
Εν ούλλα ξένα. Οι πεδιάδα γεμώννει με ανασφάλειαν.
"Δαμέ ήταν το χωράφι. Θωρείς τα χαλαμάντουρα? Ήταν η μάντρα. Τζιαι το σπιτούϊν του παππού αμαν εμείνισκεν καμιά νύχταν δακάτω. Ο λάκκος. Η φοινιτζιά εν τζιαμέ, εκρούσαν την τζιαι στέκει όπως το καβλίν, έν λαλεί να ππέσει. Να θυμάσε πού έναι τούτον το χωράφι γιέ μου. Δέ τες χωλέτρες τες πέτρενες, εγιώ τες εσκάλισα που ήμουν μιτσής, με τον παππού σσου. Να έρκεσαι στο χωράφι, μέν ξιάννεις. Που τα κυπαρίσσια αριστερά, δίπλα που τη χαούζαν το δεύτερον καντούνιν, ώς τους ευκαλύπτους. Να έρκεσαι να πατάς το πόϊ σσου δαμέ."
"Εννα έρκουμαι παπά". "Όποτε είμαι κύπρον εννα έρκουμαι".
Πίσω στο χωρκόν. Το γήπεδο. Το σινεμά. Που τότε. Η πλατεία με τους καφενέες τους αριστερούς τζιαι τους δεξιούς. "Δαμέ ήταν να παίξουν τη μάνα σου, είκοσι χρονών κορούαν για τιμωρίαν οι λεβέντες της ΕΟΚΑ Β γιατί ιμίσχ επήα πόλεμον παρά τες οδηγίες τους τζιαι αποκαλέσαν με κομμουνιστήν επειδή ήταν να πολεμήσω τους τούρκους αντί τον μακάριον τζιαι τζιήνοι εγυρίζαν μές το χωρκόν με τα τζιπ τάχα να 'κρατούν την τάξη'. Συχχωρώ τους. Τόσα εξέραν. Επαρασυρτήκαν τζιαι τζιήνοι, ενομίζαν εν για το καλόν του τόπου. Συχχωρώ τους τα.
Κατζίαν ποττέ να μέν κρατάς".
Πάμεν στο πατρικόν μου..
Μέσα μεινίσκει ένας γέρος τουρκοκύπριος που έξερεν τον παππούν μου τα παλιά χρόνια τζιαι αμαν εφύαμεν έτυχεν να του δώσουν το σπίτιν μας. Ξέρουμεν τον καλά, εν φίλος, πάντα πάμεν να πιούμεν καφέν εσσω του/μας τζιαι λαλεί μας ιστορίες του παππού μου. Η χανούμισσα του έκαμεν μας καφέν τζιαι έφερεν εκμέκ κατεϊφην να φάμεν. Για μένα σουρεαλιστικό. Κάθεται στο σπίτι μου τούτος ο άθρωπος. Είπεν μας εν δικό μμας τζιαι εννα το δώσει πίσω αμα λυθεί το κυπριακόν. Εδώσαν του το. Νιώθει άσχημα για όσα εγίναν τότε. Κλώθει το μουστάτζιν του άβολα, αντρέπεται. Μιλούμεν για επαναπροσέγγιση τζιαι λύση. Θέλει την πολλά. Πρέπει ορισμένα πράματα να τα ξεχάσουμεν αλλιώς έν θα ξαναενώσουμεν την κύπρον. Να λησμονίσουμεν τα τραγικά. Λαλεί μας πολλά ο τούρκος. Εσκοτώσαν τον αρφόν του το 58 αλλά συχχωρά τους. Χαμογελά πικρά ο παπάς μου. Ξέρει την ιστορίαν καλά. Τα κυπριακά του άπταιστα του τούρκου, άπταιστα τζιαι κουρασμένα, παγωμένα στο χρόνο. Εν αποπνιχτικά μές το σπίτιν. Νιώθω τζιαι γώ πολλά άσχημα που είμαι μιτσής τζιαι έν ξέρω την ιστορίαν, τζιαι κάθουμαι άβολα στες πολυθρόνες τζιαι συζητώ με τους πονεμένους. Οι τοίχοι γυρόν μου εν ξεφτισμένοι, απεριποίητοι. Τα μαρμαράκια του εβδομήντα ετσακρίσαν, τζιαι τα δεντρά έξω εν ακλάεφτα τόσα χρόνια. Γιατί ρε γέρο έν σε κόφτει? Εν που είσαι φτωχός? Ή απλά έν σε κόφτει γιατί έν ήταν δικό σου ποττέ? Πίννουμεν καφέν πικρό φιλικά αλλά με περίεργο συναίσθημα στο μέρος της καρκιάς μας. Ούλλοι. Θέλω να κάμω εμετόν. Κραθκιούμαι.
Μισώ. Συχχωρώ. Θέλω να ξεχάσω τον πόνον της προσφυγιάς λλίον. Έν γίνεται. Θέλω να δέρω τους αίτιους που εφέραν το κακόν. Θέλω να έβρω όσους συχχωρούν τζιαι να βαδίσουμε μαζί. Θέλω το σπίτι μου. Έν θέλω να δκιώξω το γέρο ομως. Ποιόν εν το σωστό?
Φεύκουμεν. Στο δρόμον της επιστροφής ακούμεν μαρκόπουλλον στο ράδιο τζιαι εξιστορεί μου ο παπάς μου για τες μαύρες τζιήνες μέρες, που νέος με κοπελλούιν θκυό χρονών εβούραν μές τα χωράφκια μες τες πυράες με έναν πουκάμισον αλλαξιάν, τα ξυριστικά του, τη γεναίκαν του ράκος ψυχικά, τζιαι έναν κουπάϊν συγγενείς πρόσφυγες που εβασιζούνταν πάνω του γιατί ήταν ο Παπά Διάσπορος ο Δυνάμενος.
Τούντο προσκύνημαν θα το κάμνω το κάθε χρόνον πατέρα.
Σχόλια
Κάποτε, τότε που αθθίζαν οι κκεραζιές, Θκιάσπορε.
Κάποτε, στο χωρισμό.
Κάποτε, τότε που 'μασταν ακόμα Αθρώποι.
Συμπάθα με, αν I make no sense.
Εν αφόρητος ο καημός και το να μην ξέρεις ποιό εν το καθαρό σωστό.
Εθύμησε μου ο παπάς σου, μια κουβέντα που διάβασα πριν κάτι βδομάδες για τον πατέρα του Αυξεντίου. Είχε την μεγαλοθυμία και την αξιοπρέπεια να ζητήσει την βοήθεια των Άγγλων (των Βάσεων) για ένα θέμα της κοινότητας (ή του σχολείου;) αφού είδε κι απόειδε με την απραξία της νεοτάτης τότε Κυπριακής Δημοκρατίας.
Μεγάλο φιλί απόψε Διάσπορε μου!
τζιαι εμείναν μας τα κρουσμένα φίλε μου
εν είμαι σίουρη πώς ένιωσα στούντην κουβέντα. Τάχα; :|
τον παπά σσου φαντάζουμαι σαν τον Τζων Λοκκ στο Λοστ :)
μακάρι όλοι να ακουμπουσαν με τόσο θαρρος στο παρελθον και να άντεχαν τον πόνο που λυτρώνει.
δυστυχώς ο πόνος - κι αυτος ακόμα - έγινε αντικειμενο εκμετάλευσης που εγκλώβισε εναν ολοκληρο λαό στο θυμο και το πένθος που δεν τελειώνει και διαιωνίζεται.
ακούω το κομματι σου καθώς σε διαβαζω και το τριτο μερος φέρνει την αναγέννηση και την ελπίδα που έτσι κι αλλιως το "διεσχιζε" από την αρχή σαν ανεξίτηλη γραμμή ορίζοντα.
μαυρο ζαφείρι το 2ο μέρος του έργου σου Διάςσπόρους
Για να δεις πόσο εύκολο είναι να αποκαλείς κάποιον ρατσιστή "κύριε" διάσπορε.
Οι κόμποι εν το εύκολο μέρος. Το συχχωρώ εν το δύσκολο. Αμα υπάρχει θέληση, βρίσκεις τη μέση λύση, όι τα άκρα. Γιατί αμα συχχωρέσεις θωρείς τζιαι την άλλη πλευρά.
Η κουβέντα που είπες για τον τζύρη του αυξεντίου εν πολλά πρέπουσα για την περίπτωση του πατέρα μου. Κάτι τέθκοια κάμνει τα..
σάΪκ
Όσοι συχχωρούν έχουν θέση δίπλα μου. Έν σημαίνει οτι οσοι συχχωρούν παραχωρούν ή σσιύφκουν. Σημαίνει έχουν την αυτογνωσίαν οτι έσιει φταίξιμον που ούλλες τες πάντες τζιαι να μέν θωρούν μόνο την εθνικήν τους προπαγάνδαν ή τη γραμμήν του κόμματος. Με τούτους ταιρκάζω σαν άθρωπος παραπάνω.
ρόουζ
Αχ ρόουζ το παρελθόν λυτρώνει μόνο αμα σταθείς αντιμέτωπος με τον πόνο και του πείς "γειά σου πόνε" "ήρθα να σε γνωρίσω". Εν περίεργος τρόπος λύτρωσης, αλλά οι φυγόπονοι ποτέ δέν είναι λεύτεροι. Καλά το συνδύασες με το κομμάτι μου γιατί η χτεσινή μέρα είναι αποτέλεσμα της μουσικής μου. Το δεύτερο μέρος εκφράζει τον πόνο της προσφυγιάς που βλέπω στα μάτια του και στα δικά μου. Δέ φεύκει αλλά άμαν τον κοιτάξεις κατάμματα σου φαίνεται πιό ανθρώπινος ο πόνος. Κανένα μίσος δέν έχω για το γέρο τούρκο που μένει στο σπίτι μου. Κι αυτός έκανε οτι του είπαν, έχασε το σπίτι του στην κοφίνου τζιαι επήαν στο δικό μμου που το το εδώσαν. Γιατί να τον μισώ?
Τη γραμμή του ορίζοντα που άκουσες στο κομμάτι έβαλα την για φτιά σάν τα δικά σου :-))
Aνώνυμε
Είπα ρε γάρε οτι εν ο τούρκος που με έκαμεν να θέλω να κάμω εμετόν? Εν η κκελλέ των κυπραίων που εν τέλλεια παλαβόσσιυλλοι τζιαι εχάσαν την πατρίδαν τους γιατί οι μέν ήταν φασιστοχτηνά ελληνολάγνοι τζιαι οι άλλοι εθέλαν εναν τραουλλοπαπάν δυναμοδιψήν για ηγέτην.
Έν κανεί που είσαι γαουρόσπορος φασίστας, είσαι τζιαι εντελώς ττόππουζος, αμόρφωτος. Τέλλεια σάν τους χωρκατοναζί είσαι δηλαδή που επηαίνναν σάν τα αρνιά πίσω του μαννού του χίτλερ. Είσαι χτηνό διμμένον πίσω που την τύφλα σσου τζιαι κάν έν ξέρεις να πιάννεις το νόημαν των κειμένων που θκιαβάζεις. Να σου στείλω λεξικόν για τα κυπριακά να μάθεις καλλύττερα? Ή να βάλλω επεξηγήσεις κάτω που το κείμενον για το νόημαν? Πέ μου. Το λύκειον ετέλλειωσες το?
Αρκετά ασχολήθηκα μαζί σσου μαννοκίκκιρε ανώνυμε που αρχίδια έν έσιεις ούτε έναν ονοματούδιν να μας χαρίσεις να ξέρουμεν με ποιόν τραουλλόσπορον έχουμεν να κάμουμεν.
Τζιαι αν εσυχγωρούσαν οι άνθρωποι θα ήταν ο κόσμος μας καλλύτερος!
Τούτον εν μεγάλο ερώτημα. Προβληματίζει με τζαι εμένα. Ακόμα τζαι για κάποιους νέους, που εγεννηθήκαν στο σπίτι της γιαγιάς μου. Πώς εννα τους πω, "σηκωθείτε να φύετε, ρε"; Αφού εγώ εν έζησα ποττέ τζαμαί, ενώ τζείνοι εγεννηθήκασιν τζαι ζουν 30 χρόνια και... Τζείνοι έχουσιν ούλλην τους τη ζωή συνυφασμένη με τζείνον το σπίτι, εγώ μόνο που τες διηγήσεις των άλλων, τζαι τα παιθκιά μου, αν συνεχίσει η κατάσταση, θα το ξέρουσιν μόνο που το δικό μου στόμα, που μου τα είπαν άλλοι.
Δυστυχώς τούτος ήταν ο στόχος κάποιων που την αρκήν. Να μας κάμουν να σκεφτούμαστε να ζητήσουμε πίσω τα σπίθκια μας.
οσα μας είπες, εν είδει προσωπικής εκμυστήρευσης, σαν μια αφήγηση που ζήσαμε όλοι, φώτισε ανθρώπινα την προσδοκία λύσης. Ελπίζω αυτή να μην είναι μακριά για να έχεις να γράφεις αφηγήσεις επιστροφής σύντομα. Μαζί κι εμεις...
Πολλά φιλιά Διάσπορε μου.
Υ Π Ο Κ Λ Ι Ν Ο Μ Α Ι
Τα παραπάνω λόγια είναι απο μόνα τους αρχαία τραγωδία. Φανταστείτε ένα τεράστιο Αγγελοπουλικό πλάνο και τα λόγια τούτα που πίσω τζιαι έναν ροζιασμένο χέρι,ομπρός που την κάμερα να δείχνει.
Έβρε ευκαιρίαν να πάεις. Ο άθρωπος πρέπει να στέκεται απέναντι στον πόνον τζιαι να τον καλωσορίζει. Μόνον έτσι μεγαλώννεις πέραν του κανονικού τη συνείδηση σου.
Νομίζω είμαστεν ούλλοι πρόσφυγες οι κυπραίοι άσχετα αν εχάσαμεν τα σπίθκια μας ή όι. Ο πόνος εν κοινός. Για να συγκινηθείς σημαίνει είσαι προσφυγοπούλλα..
axairefti
Καταλαβαίνεις ακριβώς το δίλημμαν, τζιαι νομίζω εν τρόπος σκέψης που μοιράζουνται πολλοί μας. Έν είναι μαύρον τζιαι άσπρον, δηλαδή "φύεται που τα σπίθκια ΜΑΣ". Έγινεν πολύπλοκο το θέμα. Τζιαι πολλά σωστά σημειώννεις οτι τζιήνοι που έχουν τα συμφέροντα να γινεί έτσι το πράμαν υπολογίσαν τα μακροχρόνια. Τζιαι στην ευρώπην οι γότθοι τζιαι οι ούννοι έτσι εμπήκαν μές τες παλιές κοινωνίες τους τζιαι εκάμαν την μεσαιωνικήν ευρώπην. Εν το ίδιο.
Νικόλα
Ευχαριστώ, άρεσεν μου τούτον που έγραψες.
Σε τούτον τον τόπο εμάθαμεν μόνο να ξερνούμε άδεια συνθήματα,να ανασκαλίζουμε τον πόνο μας συχνά πυκνά ως απόδειξη του πατριωτισμού μας. Κανένας δέ μας έμαθε πώς να αφήσουμε τον πόνο να φύγει γιατί αυτό μας είπαν οτι σημαίνει "ΞΕΧΝΩ" -σαννα τζι εν ο πόνος που εννα φέρει την λύση!!! Αν εγράφαμε όλοι τες κοινές μας ιστορίες, το άθροισμα που λαλείς, τούτος ο πόνος ήταν να γινεί τροφή για δημιουργία. Επεράσαν τόσα χρόνια τζιαι κανένας δέν έπλασε κάτι που να βοηθά το λαό μας να γιάνει. Είπαν μας οτι μόνον η επιστροφή θα μας γιάνει τζιαι γι αυτό περπατούν ούλλοι αγέλαστοι τζαιι κανένας έν διασκεδάζει πραγματικά ποττέ του. Είπαν μας έννεν σωστό να ξαπολύσουμεν..
Άχ σταλαματιά
Εμύρισα τους τοίχους είδα την κουζίνα της μάμμας μου, τη λεμονιά, το καράζ ήταν ούλλα όπως τα αφήσαν, αμυδρά τα θυμούμαι έν ήμουν πάνω που 2 χρονων μωράκι. Αλλά η ενέργεια τους εν τζιαμέ.
δοκη
Ευχαριστώ. Όπως το λαλείς, ο παπάς μου έσιει τεράστιο ροζιασμένο σιέρι, σάν την ελιά την γέρικη που τον τζιαιρό τους ενετούς ποτζιήνες που βρίσκεις μόνο στις αγγλισίδες. Τέλλεια ταινία. Εφύσαν τζι ένας αέρας. Είπαν μου τα γονίδια μου οτι το κορμί μου θέλει να ζήσει στον κάμπον που δέν έσιει λόφους τζιαι που θωρείς τον ορίζονταν σε τέσσερις πάντες με τον πενταδάκτυλο στο βάθος.
Επήραν μας οι γονιοί μας να δούμεν τα χωρκά μας τζιαι τους τόπους μας όταν ανοίξαν τα οδοφράγματα. Έτσι κλάμαν εν εξανάκαμα όσον τζείνον της πρώτης φοράς που τα είδα. Το πατρικόν του πατέρα μου εγίνειν σταύλος για τα βούθκια. Της μάνας μου επιάσαν το έποικοι.
Έμαθα πκιόν τους δρόμους τζιαι πάω μόνος μου. Μιάν που τες φορές που επία εχαλούσαν τζείνη την ώρα το σπίτιν του τζυρού μου για να πκιάν τες πέτρες τζιαι τα βολίτζια. Αν μου έμπηες μασhαίριν εν θα έφκαλλα γαίμαν....
Ότι ξεφεύκουμε σιγά σιγά που τον εγκλωβισμό της εκμετάλλευσης του πόνου.
Ότι υπεβαίνουμε τους διαχωρισμούς στους χάρτες τζε στα μυαλά. Πως εν δυνατόν να θεωρούν βέβυλο να πατώ τζε να μυρίζουμε την γη μου τζε να χαιδεύκω τις πέτρες του σπιθκιού μου. Ακόμα τζιαν χρειάζεται να δείξω σηιήλλια διαβατήρια εγώ εν να το κάμω. Εν χρειάζουμε κανενού την ηθική έγκριση.
Ότι θωρούμε τους αθρώπους ποτζεί τζε ποδά με τα μμάθκια της καρκιάς τζε όι του μίσους τζε της διαστρέβλωσης που μας εκαθόρισαν ο οδοστρωτήρας της κυρίαρχης εθνικιστικής ιδεολογίας τζε το δηλητήριο που μας ποτίζουν στα σχολεία.
Τι ένι το δίκαιο τζε το σωστό. Τι σημαίνει το σπίτι μου το σπίτι κάποιου. Η ταινία "Οι Κυπραίες" διαπραγματεύκεται τους ορισμούς τούτους με ένα αφοπλιστικό τρόπο.
Δύο χρόνια έζησα το χωρκόν, αλλά ήταν αρκετά για να έχω προσωπικό δεσμό με τη γή.
Μόνο τζιαι μόνο που ξέρω οτι εν το σπίτι που εγεννήθηκα κάμνει με να το πονώ σάν το δικόν μου.
Η εμπειρία του κλάματος τζιήντην πρώτη φοράν εν κοινή με πολλούς μας. Έπρεπεν να είχαμεν ντοκουμέντα για τούντες εμπειρίες της γενιάς μας αλλά έν έκατσεν κανένας δημοσιογράφος να μαζέψει ιστορίες δικές μας φαίνεται.
Τζιαι ο δικός μας πόνος εν σημαντικός, όι μόνον τζιήνους που εζήσαν τα γεγονοτα.
Ματίλτα
Υπάρχει ελπίδα. Δυστυχώς εν δύσκολο να εκφραστείς δημόσια με τούντον τρόπο, θωρού σε ούλλοι σάν να είσαι προδότης. Εν ταμπού να θέλεις να ξεπεράσεις τον πόνον του παρελθόντος. Στην κύπρον η πατρίδα σημαίνει μόνον πόνο τζιαι Δέ ξεχνώ. Τζιήνα μας εμείναν να μας κρατούν σάν λαό. Αφού έν εκάμαμεν κανεναν επίτευγμα τα τελευταία τόσα χρόνια, βαστά μας ο θυμός τζιαι το μαράζιν ενωμένους. Εν κρίμαν. Έν χρειάζεται να ξεχάσουμεν τί έγινε ή να σταματήσουμεν να προσπαθούμεν για τη λύση, αλλά πρέπει να έβρουμεν άλλον τρόπον αντιμετώπισης του εσωτερικού πόνου.