Μάστρε Joao, Βραζιλιάνε σουβλιτζή, εύγε, εύγε.
Μόλις τωρά επέστρεψα που τη γειτονιάν τους βραζιλιάνους οπου επήα πόψε σε ένα εστιατόριο που έτυχεν να ανακαλύψω πρίν λίγο καιρό, δίπλα που τον πορτογαλλέζικο φούρνο (ο οποίος πουλά λουκανικόπιττες!!! -άλλη φορά). Πππίιιι... Διάνα το εστιατόριο. Έκαμα την αμπέλι. Φαγιά, διασκέδαση, τιμές καλές (περίπου $10 το άτομο με ποτό). Ακόμα παίζει η μουσική τους στα φκιά μου, τζιαι ρέουμε τες σούβλες τες υπέροχες που έφαα -οι οποίες εκάμαν με κατά παράξενο τρόπο να νιώθω κυπραίος βαρετός τύπος πόψε!
Ννιώθω μάλιστα μεγάλη συγκίνηση γιατί εμπήκαν παρείσαχτες στο νού μου πολλές εικόνες κυπριακές, μυρωθκιές κυπριακές, εξυπνήσαν μέσα μου οι θάλασσες τζιαι το Τρόοδος, αναμνήσεις που κορασιές μαυρομάλλες γελαστές, τζιαι αμέσως η προφορά μου εβάρεσεν, ξαφνικά φακκώ το τττ στα αμερικάνικα πάλε (βλ. 'water' ---γουόοτττερ αντί γώdρ). Μα τί τυχερός είμαι που έππεσα πάνω σε έτσι ταβερνούδα που μοιάζει τέλλεια με σύλλογον ποδοσφαιρικόν του χωρκού ή πχ της Αλκής, Έπας κλπς συλλόγους που επροσφέραν σούβλα σε περίεργο ντεκόρ με απλές καρέκλες, γέρους τζιαι τόμπολαν που απολαμβάναμεν στα παιδικά μας χρόνια. Κλασσικός τόπος. Οι τοίχοι είναι βαμμένοι τρανταχτό αυγοκίτρινο, τζιαι το πάτωμα καυχιέται με κάτι φωνακλάδικα πλακάκια κουτρουβωτά του '70, με τραπεζάκια ξύλινα κάπως παλιά τζιαι στον τοίχο ψηλά δεσπόζουν σημαίες/πόστερ ομάδων της βραζιλίας με παίχτες δαφνοστεφανωμένους. Μάλλον έσιει πάντα κίνηση τες νύχτες, τζιαι ιδιαίτερα τα weekends γιατί παίζουν σάμπα κάτι παλλίκαροι με κιθάρες τζιαι τιμπάλες τζιαι σηκώννεται ο κόσμος να σουστεί λίγο. Σερβίρουν μόνο σούβλα. Σούβλα μαλακή, απλή, εύγευστη σάν την κυπριακή, σούβλα στρινιάρα, καραμελλωμένη, παχουλλούδα τζιαι μυρωδάτη. Έχουν μιάν τεράστια φουκού τέσσερα μέτρα, 8 επιπέδων σάν τον ουρανοξύστη -η λεγόμενη Churrasca η διάσημη- στην οποία ψήνουνται σιγά σιγά τα κρεατοεδέσματα σε ύψος ενός ποδιού εώς πέντε (το σπεσιαλιτέ τους είναι το σιγα σιγά, τονίζω το τούτο). Ο μάστρε-Joao ο ιδρωμένος μουστακοφόρος σουβλιτζιής εν πολλά περήφανος τζιαι προσέχει τα κρέατα να μέν κρούσουν ή να ξεράνουν. Πολλοί ψήστες δέν εμείναν σάν τούτον. Το εστιατόριον εν self-service, πάεις δηλαδή με το πιάτο σου στον πάγκο, σερβίρεις του εαυτού σου σαλατικά, ρύζια, φασόλες, τηγανιτές μπανάνες, τζιαι μετά στέκεσαι μπροστά στον κ. Joao τζιαι ρωτά σε τί θέλεις να φάεις πόψε (δέ ξέρει αγγλικά). Αρκέφκει τζιαι φέρνει τες σμίλες (οι οποίες έχουν σχήμα σπαθιού πλακωτού για να μέν γλυστρά το κρέας τζιαι να γυρίζει!---genius οι βραζιλιάνοι, θέλω να τες φέρω κύπρον τούντες σμίλες) τζιαι βάλλει τες μιάν μιάν μπροστά σου.
"Θέλεις καρδίες του κοτόπουλλου?" "Παϊδάκια αρνίσια, χοιρινά, βοδινά" "Φιλέτο, roast beef, λουκάνικα?" κλπ κλπ κλπ. Μουσκομυρίζουν ούλλα. Ο άγιος μπλέ καπνός τυλίει μας προς στιγμής. Στο μεταξύ, πρίν να τα βάλει στη φωθκιάν, ο μάστρε-Joao έτριψεν τα ελαφρά με λίγο σκόρδο τζιαι άλας χοντρό τζιαι τωρά που ο σκόρδος εψήθηκεν ταξιδεύκει η μυρωθκιά του στα ερεθισμένα μας ρουθούνια. ("Θέλεις τζι άλλο κρέας κ. Πελάτη??") Αυτά. Απλή η σούβλα. Έτσι όπως αρέσκει τους κυπραίους. Πουλούν την με το κιλό μάλιστα. $10 το κιλό, ότι φάεις ζυγίζουν το τζιαι πλερώνεις το. Μούχτην. Έφαα παϊδάκια βοδινά, ελιώναν στο στόμα μου. Στο αριστερό χέρι μιά δροσερή caipirinha (άγριο ρούμι cachaca, lime juice, sugar syrup). Άρχισε η μουσική, επαίζαν κάτι ελαφρά κομμάθκια στην αρχή αλλά άμα εβράσαν τα γαίματα τους αρκέψαν τους πελλορυθμούς τους αφροκουβανικούς, τζιαι άρκεψεν ο πισινός μου ξαφνικά να λικνίζεται πάς την καρέκλα μόνος του. Όλοι στο χορό. Μανάδες, κοπελλούθκια, φτωχόκοσμος χαρούμενος, κοπελλιές σάν τα κρύα τα νερά, κοτζιάκαρες, παχουλλοί, ούλλοι εχορεύκαν. Εσουζούνταν τζιαι κάτι πασίχαρες πληθωρικές κοπέλλες κοντά μου τζιαι εχάρηκα τες πολλά γιατί ήταν τσαχπίνες τζιαι δέν είχαν καθόλου ψυχολογικά για το κορμίν τους, εδοθήκαν στο χορό με χαρά που δέν έχω δεί συχνά στη ζωή μου. Σούβλα στο στόμα, τα στήθη χορεύουν σάμπα. Πολλά θα έθελα να έσουζα τον κώλο μου στον ρυθμό των τιμπάλων με τες πρόσχαρες κοπέλλες του μαγαζιού. Έν το έκαμα γιατί έθελα τούντην φορά να είμαι παρατηρητής μόνο, να καταλάβω 'τί γίνεται'. Δέν έσιει πονηρόν η κουβέντα, o χορός εν ο τρόπος που σχετίζουνται κοινωνικά. (είπα να μάθω πρώτα, χεχε, μέν μας δέρει τζιαι κανένας τύπος βαρετός δηλαδή) Την άλλη φορά που θα πάω θα το κάμω. Θα πάω με τη γυναίκα μου να χορέψουμεν με τους βραζιλιάνους. Εφέραν το καλοτζιαίριν μές το χειμώναν μου σήμερα.
Εύγε μάστρε Joao μερακλή με τις σούβλες σου.
Σχόλια
(Όπως λέει και η διαφήμιση του Jumbo...!)
Χάλια η φάση.
Είχαν τις σούβλες που περιγράφεις. Είχαν τα 50 λογιών κρέατα που λαλείς.
Είχαν τζαι χορεύτρια made in Brazil αλλά τζείνα ούλλα τα κρέατα ήταν στεγνά τζαι άνοστα τζαι κάτσαν μου μες το στομασχιν..
Πρέπει να φταιεν ο ψήστης..
http://www.youtube.com/watch?v=4Mf_PTB8juc
ate kali mas oreksi
Ευχαριστώ για τις μουσικές... Μοιάζουν να προέρχονται από πολύ βαθιά. Διαπερνούν το είναι, το βγάζουν προς τα έξω και μετά κλείνουν επιστρέφοντας μέσα δυναμικά.
Εκάλυψες με στο τέλος.
Τζαι γω απολαμβάνω τες πολλά τες τσαχπίνες ζουμερές γυναίκες που εν ακομπλεξάριστες! Σέβουμαι τες πολλά!
Κάθε μέρα που περνά ξεχάννω πώς να είμαι κυπραίος, ξαφνικά τρώω σούβλα -ξαναενώννει με με το Σύνολο.
Νευρικέ
Σίγουρα εν ο ψήστης που φταίει, έν επιτρέπεται η σούβλα να ξεράνει.
παπουτσόσυκε
έκαμες μας ζημιάν με το κλιπάκι!
λεμέσια
ευχαριστώ που άκουσες τες μουσικές μου
λενη
δέ το κλιπ που έβαλεν το παπουτσόσυκο να δείς άνεση. μακάρι να είχα τζιαι γώ τόση.
Σε χαιρετώ!
Καιρό έχει να περάσω από το στέκκι σου, αλλά μια τζι’ έκαμα τον κόπο, να σε τιμήσω τζιαι με 3-4 σχόλια ή/και ερωτήματα:
1. Υπάρχει κάποιος λόγος που υπάρχει εκείνο το “… ένα αόρατο σύνορο που διαχωρίζει Εμάς (τους βιετναμέζους κατοίκους, τους ιρλανδούς, έλληνες, καμποτιανούς, πουερτορικανούς, τζιαι τους κινέζους) που τους Άλλους (τους πορτογάλλους, τους λιθουανούς, τζιαι τους βραζιλιάνους …”. Τζιαι πως και έτυχε τζιαι εγκατασταθήκαν οι Ασιάτες (βιετναμέζοι, καμποτιανοί και κινέζοι) με τους υπόλοιπους της γειτονιάς Σας; Ντόπιους εν έχει;
2. Από την αναφορά που έκανες στες ομάδες της “Αλκής” τζιαι της ΕΠΑ, εσύγκοψα ότι πρέπει να είσαι Σκαλιώτης. Θυμ,σαι τον Περούτσιο τον σουβλιτζιήν που ήταν απέναντι που το Σωματείο της “Αλκής”. (Επέθανε τελευταία τζιαι τούτος – πριν λίγο καιρό του είχεν κάνει κι ένα αφιέρωμα ο “Φιλελεύθερος” σε ειδικό ένθετο).
3. Συμφωνώ μαζί σου ότι πρέπει να τολμούμε να δοκιμάζουμε και νέα φαγητά και κουζίνες κι άλλων χωρών, παρ’ όλο που προσωπικά έχω καταλήξει ότι σαν την κυπριακή (την ελληνική, τη βουλγάρικη και την τουρκική κουζίνα) ΔΕΝ ΕΧΕΙ!!!
4. Μα πόσο μεγάλη εν η πόλη σας τζιαι έχει τόσα εστιατόρια τζιαι ταβέρνες;
5. “… o χορός εν ο τρόπος που σχετίζουνται κοινωνικά …” [τα δυο φύλα], αλλά παράλληλα είναι τζιαι τρόπος να πλησιάσεις το άλλο φύλο (τζιαι να του βάλεις τζιαι χέρι!). [Πάντως τα τελευταία χρόνια πιάνω τζι’ εγιώ τον εαυτό μου να αρέσκεται στες «πληθωρικές κοπέλλες»!!!].
Anef_Oriwn
Δευτέρα 9/2/2009 – 10:12 μ.μ.
Latrevo kai ego ta vrazilianika, ehume ena paromoio estiatorio sti geitonia kai ginete hamos. kai tous vrazilianous k portogallous pao tous polla, en anoihtoi anthropoi kai kserun na hamogeloun pumesa tous.
Όταν είχα πάει Αβάνα εκατάλαβα το συναίσθημα αυτό. Ούλλοι τζιαι ούλλες να χορεύκουν... ναι, τζιαι οι πληθωρικές γυναίκες - κάθε ηλικίας - με την ίδια χαρά και ζωντάνια.
Να βλέπουμε τζιαι να μαθαίνουμε εμείς οι Ευρωπαίες...!
Απ' οτι κατάλαβα ξέρεις τους φούρνους καλά! Θα γράψω ολόκληρο πόστ για το φούρνον της γειτονιάς, τζιαι για τες Διπλές Λουκανικόπιττες, τες κούπες (!!) που έχουν, τζιαι τα ωραία γλυκά τους (τζαι τα ψωμιά, τα τυριά κλπ κλπ). Ελπίζω να πάς Βραζιλία, θέλω πολλά να πάω εγώ.
Ανευ
Καιρό εχει να τα πούμε όντως. Το λοιπόν:
1. Οι νόμοι της βαρύτητας εν η αιτία του 'αόρατου συνόρου'. Στη γειτονιάν που εκατοίκησεν ο πρώτος βιετναμέζος με τη φάραν του, ήρταν τζιαι οι επόμενοι 'φρέσκοι' να μείνουν, για να μέν νιώθουν ξένοι. Άνοιξεν παντοπουλείον, ήρταν τζιαι άλλοι δικοί, τζιαι σε μιά γενεάν εγέμωσεν η γειτονιά. Έτσι γίνεται δακάτω. Στην άλλη γειτονιά, ένα μίλι πάρακατω, έτυχεν να μείνουν οι πορτογάλλοι, δαμέ δίπλα οι έλληνες κλπ κλπ. Τζιαι ούλλοι κάμνουν το μαχαλλάν τους.
Σημαντικό: Εμείς ούλλοι είμαστεν οι "ντόπιοι" δακάτω δά. Ούλλοι η ΧΤΕρνιοι εν ντόπιοι με τον ίδιο τρόπο. Ξένοι εν μονον όσοι δέ μιλούν εγγλέζικα τζιαι μόλις ήρταν.
2. Μα επέθανεν ο περούτσιος;; Θεός μακαρίσει τον. Ετάισεν γενιές σουβλακομανείς.
3. Για την κουζίνα, συμφωνώ μαζί σου. Σαν την ανατολικομεσογειακή έν εσιει.
Η μόνη άλλη κουζίνα που ταράσσει τα κράγκα μου εν η θαϋλανδέζικη άμαν εν αυθεντική, όπως δακάτω σε κάτι υπόγεια ξημαρισμένα που πάω.
4. Η πόλη μου εν ίσια με τη Λευκωσία περίπου. Η Μεγαλούπολη ομως που εν δαμε κοντα εν αρκετά μεγάλη (εννεν Αθήνα αλλά έχει πάνω που 1 εκ. κατοίκους) έχει πάρα πάρα πολλά τζιαι γραφικά εστιατοριούθκια.
5. χαχα. Έππεφτεν πολλύ χέρι στο χορό. Χωρίς παρεξήγηση μεταξύ των θαμώνων.
Αράχνη
Οι πορτογάλλοι/βραζιλιάνοι κάτι ξέρουν που εμείς οι κυπραίοι έπρεπεν να ξέρουμε αλλά εξεχάσαμεν ή έφαν μας το η μικρή μας κοινωνία με τους σφιχτούς κανόνες για τη δημόσια προβολή της σεξουαλικότητας μας (μήηηη, κακόοοο τί θα πεί ο γείτοςςς).
Ρουθλες
Ο μάστρε Joao εν η μηχανή που κινεί το μαγαζί. χωρίς την αφράτη του σούβλα κανένας δέ θα έρκετουν να κεφώννει.
Το αίσθημα το ακομπλεξαριστο ζηλεύκω το. Ρωτώ τους να μου πούν το μυστικό τζιαι κανένας δέ ξέρει. Απαντούν μου "χαμογέλα η ζωή εν μικρή, χόρεψε, μίλα με τους φίλους σου ανοιχτά, απόλαυσε τον έρωτα όποτε μπορείς".. Τί απλή συνταγή!!!!
Χρίστο
Ευχαριστώ Ευχαριστώ!