Τέλος.
Άτε. Πάει τζιαι το 15μπτον draft.... Ενεουλιάστηκα το. Έν έχω τίποτε άλλον μέσα μου. Άδειασα εντελώς. Ετέλειωσεν αλλο έναν κομμάτιν. Χέστηκε το σύμπαν αν έγραψα αλλο έναν κομμάτιν. Ο καθρέφτης λαλεί οτι το αριστερόν μάτι μμου εμπλέτισεν με φώς αγέρωχον αλλά ίλαρον όπως τους νομάδες της στέππας που τους σκάφκει τα μματόφυλλα τους ο άνεμος, το μέτωπον μου ε σάν τη θάλασσαν την αφηνιαζμένην. Καλή η φαντασίωση, έστω τζι αν είμαι ένας διασπορούλλης δάσκαλος και πατέρας με σπιτούδιν, αυτοκινητούδιν και άλλα βολέματα. Αλλά: Πονώ τη ράσιη μου, τη σιαγόναν μου, το στομάχιν μου, τα μμάθκια μου, βουϊζουν τα φτιά μου, νυστάζω, θέλω καρκάλισμα, θέλω ακράτητο σέχσ να ξεδώσω, θέλω ποτά, φαγιά, χορούς, θέλω να με βουρήσουν μές σε κάμπους ξεραμμένους για να με δέρουν, θέλω να χαχανίσω με φίλους, θέλω να πάω στο δάσος για 10 ώρες, θέλω να κολυμπήσω στον ακάμα, θέλω να μιλήσουμε....... . (Θέλε). Έκαμα το απόγευμα τσιάττ στο σκάϊπ με τη χορογράφον, θα της στείλω το κομμάτιν τζιαι τα ποι...